1/5/19

Πώς γιόρταζαν πριν από το 1991 οι Βορειοηπειρώτες το Πάσχα


Οι αλβανοί ιδεολόγοι από τότε που πλησίασε το τέλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέχρι και σήμερα κατέβαλαν αμέτρητες προσπάθειες για την δημιουργία του εθνικού τους κράτους.

Για τον σκοπό αυτό οι ιδεολόγοι του αλβανικού εθνικισμού από την αφετηρία φρόντισαν να πλαστογραφήσουν τα εθνολογικά στοιχεία της Ηπείρου σχετικά με την γεωγραφική τηs διάσταση.

Το καθεστώς Χότζα από την στιγμή που απόκοψε όλες τις πηγές πληροφόρησης και πολύ πρώιμα είχε πετύχει το αδιαμφισβήτητο των αναπόδειχτων αληθειών του, η διαδικασία αυτή ήταν πλέον μια εύκολη υπόθεση.

Η νέα πλαστογράφηση αφορούσε ιδιαίτερα την διαχρονική ελληνικότητα της Ηπείρου από την μία πλευρά και από την άλλη, την αυτόχθονη καταγωγή, τους αδιάρρηκτους δεσμούς και σχέσεις ανάμεσα στο ελληνικό στοιχείο στην Αλβανία με την Ελλάδα. Επιδίωκε ταυτόχρονα την εξασθένηση του εθνικού ιστού του Ελληνισμού της Αλβανίας.

Πρώτο βήμα ήταν ο σφετερισμός και αποπροσανατολισμός από τις εθνικές υποχρεώσεις του ικανού και μορφωμένου ανθρώπινου δυναμικού του Ελληνισμού της Αλβανίας το οποίο και πέτυχε.

Δεύτερο βήμα ο Χότζας δανείστηκε την «λαογραφική» κατάσταση και τα λαογραφικά μέσα μυθοποίησης, ως τον καταλληλότερο τρόπο για να καλλιεργήσει το απαραίτητο υπόβαθρο για το αδιαμφισβήτητο είδωλό του.

Τρίτο βήμα στη δίνη της προσπάθειας αυτής ο Χότζας είδε ως εμπόδιο και την θρησκεία, ένιωσε ισχυρότερος του θεού και την κατήργησε.

Το έτος 1967 με νόμο πλέον απαγορεύεται η θρησκεία και θεωρούνταν ποινικό αδίκημα.

Με το άρθρο 55 του συντάγματος κάθε θρησκευτική δραστηριότητα θεωρούνταν εχθρική δραστηριότητα κατά του κόμματος και του κράτους με αποτέλεσμα την καταδίκη ως εχθρός του λαού.

Η κατήργηση της θρησκείας λειτούργησε για την Εθνική Ελληνική Μειονότητα όχι μόνο ως παραβίαση του θεμελιακού ανθρώπινου δικαιώματος, αλλά και ως βαρύ πλήγμα των αδιάρρηκτων σχέσεων με τον ελληνισμό και το βασικό πολιτιστικό θησαυροφυλακίου του.

Τόσο το περισσότερο όταν το καθεστώς προέβη σε μια εκστρατεία καταστροφής και εξάλειψης της θρησκευτικής δομής. Ταυτόχρονα αναπλήρωσε τα μεγάλα κενά που δημιουργώνταν στην παραδοσιακή εθιμική ψυχοσύνθεση των απλών ελλήνων και της κοινότητος τους με νέα ,τα οποία και όταν στηρίζονταν στην χριστιανική παράδοση εξυπηρετούσαν την ιδεολογία του καθεστώτος και τον αλβανικό εθνικισμό.

Πριν το 1967 υπήρχε μια μεγαλύτερη θρησκευτική και εθνική συνέπεια στα πατροπαράδοτα κοινωνικά έθιμα και τις παραδόσεις για δυο λόγους :

1 - Υπήρχε κλειστή παραδοσιακή κοινωνία.
2 - Μέσω αυτών των εθίμων η κοινότητα αναζητούσε τον αυτοπροσδιορισμό της ως Έλληνες Ορθόδοξοι (σε σχέση με τους αλβανούς).

Μετά το 1967 πρώτον δεν υπήρχε ομαδική κοινή γιορτή.
Δεύτερον ο εορτασμός γινόταν οικογενειακά και μέσα στην οικογένεια υπήρχε διαχωρισμός που σχετίζεται με την ηλικία και την σχέση με την παράδοση και την Ελλάδα που σημαίνει ότι οι ηλικιωμένοι συνεχίζουν με φανατισμό τα έθιμα ενώ οι πιο νέοι σιγά σιγά παραιτούνταν και απομακρύνονταν από τα έθιμα αυτά.

Η κάθε οικογένεια αφού ενημερώνονταν για τις ημερομηνίες του εορτολογίου μέσω του ελληνικού ραδιοφώνου και της τηλεόρασης που άκουγαν κρυφά άρχιζε να προετοιμάζεται για το Πάσχα. Οι νοικοκυρές μετέτρεπαν ξεχωριστούς xώpους του σπιτιού σε ιερούς χώρους.

«-Καταρχάς έπρεπε να κρατούσαμε μυστικά ότι συνέβαινε μέσα στο σπίτι ,να σεβόμαστε τον ιερό χώρο που διαμόρφωνε εκείνες τις μέρες η μάνα και να αφήναμε τα μεγαλύτερα αδέρφια να έβγαιναν τη νύχτα να πετούσαν στους δρόμους τα τσόφλια από τα κόκκινα αυγά. -θυμάται ο κ. Α. Μαγκλάρας από το Βοδίνο.».

Στους χώρους αυτούς τελούνταν με αυτοσχέδιο τρόπο όλα τα μυστήρια μέχρι ακόμα και τα πάθη της μεγάλης εβδομάδος γιατί το καθεστώς Χότζα γκρέμισε τους ιερούς ναούς της περιοχής ή τους μετέτρεψε σε αποθήκες βγάζοντας τα μάτια των Αγίων και καταστρέφοντας τα τέμπλα. Οι Έλληνες της Αλβανίας είχαν στο σπίτι του ο καθένας από μία εικόνα της Παναγίας σε κρυφό μέρος και άναβαν το καντήλι στις γιορτές.

«Όταν ήταν το Πάσχα δεν μπορούσαμε να πάμε στην εκκλησία για να κάνουμε Ανάσταση εμείς όμως ανάβαμε το καντήλι δίπλα στην εικόνα της Παναγιάς και του Χριστού που είχε η γιαγιά κάτω από το κρεβάτι της. Μερικοί όμως σε απομακρυσμένα χωριά έβαζαν κεριά έξω από τις εκκλησίες προκαλώντας την οργή της Αστυνομίας, η οποία πραγματοποιούσε έρευνες και αν συλλαμβάνονταν αυτός που το έκανε θεωρούνταν εχθρός του λαού και καταδικαζόταν από τρία μέχρι δέκα χρόνια φυλάκιση. 
Ακόμα θυμάμαι το δικασμό του κ. Μ. Μάσιου από την Δερβιτσιάνη με τρία χρόνια φυλάκιση επειδή βρήκαν στην κατοχή του εικόνες θρησκευτικού περιεχομένου - μας διηγείται ο κ. Λ. Μπούνταλης από τους Βουλιαράτες».

Ακόμα και για τα φαγητά που θα έφτιαχναν αυτή την ημέρα έπρεπε να υπάρχει μια δικαιολογία. Το παραδοσιακό φαγητό ήταν και είναι αρνί στη γάστρα πάνω σε κληματόβεργες και λαμπρόψωμο χωρίς αυγό όμως.
Κρυφά οι νοικοκυρές έβαφαν τα αυγά κόκκινα την Μεγάλη Πέμπτη. Επειδή δεν μπορούσαν να αγοράσουν βαφή από το εμπόριο γιατί κινούσαν υποψίες, το βάψιμο των αυγών γινόταν με φυσικά μέσα:

1-τσεφλοκρέμμυδα.
2-φυτό φράξος.
3-βελανίδια.

«Έβραζα τα αυγά μαζί με φλούδες από στεγνά κρεμμύδια. Δεν μπορούσα να αγοράσω βαφή από το μαγαζί γιατί αν με έπιαναν με ρωτούσαν τι την ήθελα και μετά παρακολουθούσαν το σπίτι. -διηγείται η κ.Γ.Ντάκου από την Δερβιτσιάνη».

«Θυμάμαι όταν ήμουν μικρή η γιαγιά έβαφε τα αυγά με τσεφλοκρόμμυδα και μας έλεγε ότι τα έκανε όμορφα για να τα φάμε. Μετά μάζευε τα τσόφλια των αυγών στην ποδιά της και τα έριχνε στο μπάνιο και όχι στα σκουπίδια γιατί μπορεί να τα έβρισκαν. -θυμάται η εγγονή της κ.Ντάκου».
Το κομουνιστικό καθεστώς όπως και για τις άλλες γιορτές είχε φροντίσει να καλύψει το εθιμικό κενό που προκάλεσε η κατάργηση της εορτής του Πάσχα. Λόγω χρονικής εγγύτητας και κοινών λαϊκών παραδόσεων της Πρωτομαγιάς με το Πάσχα γιατί κατά την λαϊκή παράδοση και οι δυο γιορτές φανερώνουν την αναγέννηση της φύσης.

Μετέφερε λοιπόν την γιορτή του Πάσχα στην Πρωτομαγιά καταφέρνοντας ταυτόχρονα να δώσει στην παραδοσιακή πρωτομαγιά την ιδεολογική κομουνιστική χροιά πετυχαίνοντας έτσι μερικούς σκοπούς.

Και οι απλοί όμως άνθρωποι επωφελήθηκαν από αυτό και λόγω της χρονικής εγγύτητος κρατούσαν τα αυγά του Πάσχα για την πρωτομαγιά δικαιολογώντας το χρώμα με την Κόκκινη Πρωτομαγιά.

«Η μητέρα έβαφε τα αυγά την Μεγάλη Πέμπτη, τα φύλαγε και τα έβγαζε την Πρωτομαγιά λέγοντας πως τα έβαψε κόκκινα για τον εορτασμό της εργατικής Πρωτομαγιάς. -θυμάται ο N. Κώτσιας από το Δέλβινο».

Την Καθαρά Δευτέρα δεν είχε μαζική έξοδο, αλλά τα μέλη άρχιζαν την Σαρακοστή μέσα στην οικογένεια που όμως πάλι θα πρέπει να έβρισκαν μια δικαιολογία.

Οι απόκριες δεν είχαν ιδιαίτερη έμφαση στο χώρο μας επειδή είναι μια γιορτή που απαιτεί μαζική και συλλογική έξοδο και δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί.

Η κατάσταση αυτή όμως άλλαξε το 1991, όπου με το άνοιγμα των συνόρων οι Έλληνες της EMM μπορούν να γιορτάζουν την μεγαλύτερη γιορτή της Χριστιανοσύνης, την Ανάσταση του Κυρίου Υμών Χριστού ΕΛΕΥΘΕΡΑ.

ΠΗΓΗ: Έλενα ΚΑΛΟΥΔΗ (Η φωνή της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, Απρίλιος 2009) - από infognomonpolitics


Δεν υπάρχουν σχόλια: