Παιδιά μου εὐλογημένα,
Mέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἐφθάσαμε στήν Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Ἡ περίοδος αὐτή εἶναι χρόνος πνευματικῶν ἀγωνισμάτων, προσευχῆς, νήψεως, νηστείας καί πνευματικῆς καί Μυστηριακῆς ζωῆς, ὣστε ἐν χαρᾷ καί ἀγαλλιάσει, νά φθάσωμε νά προσκυνήσωμε τά σεπτά καί Ἃγια Πάθη τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί νά Τόν δοξολογήσωμε Ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν.
Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή μᾶς προσφέρει θαυμάσιες λατρευτικές εὐκαιρίες, προκειμένου νά ἀτενίσωμε τόν ἐσωτερικό μας κόσμο, νά διαπιστώσωμε τίς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες μας, νά δοῦμε τίς πνευματικές μας πληγές, τίς ὁποῖες δημιουργεῖ ἡ πολυδιάστατη ἁμαρτία, ἀλλά καί νά χρησιμοποιήσωμε τά ἀπαραίτητα φάρμακα ὡς καί τά πνευματικά ἐπιθήματα, γιά τήν θεραπεία αὐτῶν τῶν πληγῶν.
Τό κέντρο τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία. Σύνοδο οὐρανοῦ καί γῆς ὀνομάζει τήν φρικτή Μυσταγωγία, τήν Θεία Εὐχαριστία, ὁ Ἱερός Χρυσόστομος. Πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα, προσφέρεται, θυσιάζεται, μελίζεται καί διαμερίζεται ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ, ὁ μελιζόμενος καί μή διαιρούμενος, ὁ ἐσθιόμενος καί μηδέποτε δαπανώμενος, ἀλλά τούς μετέχοντας ἁγιάζων, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός δηλαδή, καί ἐμεῖς γινόμεθα ὃμαιμοι καί σύσσωμοι Αὐτοῦ.
Καθ’ ὃλην τήν διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, μᾶς παρέχει τήν δυνατότητα πνευματικοῦ ἀνεφοδιασμοῦ, μᾶς ἐνισχύει καί μᾶς ἐνδυναμώνει στόν ἀγῶνα ἐναντίον τοῦ διαβόλου.
Οἱ ἱερές Ἀκολουθίες εἶναι κατανυκτικές, ἀναγωγικές καί σωτήριες. Ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἡ Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων, οἱ Κατανυκτικοί Ἑσπερινοί, τό Μέγα Ἀπόδειπνο, οἱ Χαιρετισμοί πρός τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, συγκινοῦν, χαροποιοῦν, μεταμορφώνουν τόν ἂνθρωπο, τόν ὁδηγοῦν στήν νηφάλιο μέθη, ὃπως ἐμπειρικά μιλοῦν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Τά ὃπλα τά ὁποῖα παρέχει ἡ Ἐκκλησία μας, ὣστε νά φθάσωμε νικηφόροι στό τέρμα, μετά ἀπό ἓνα δύσκολο ἀγῶνα, εἶναι τά ἲδια πού χρησιμοποίησαν καί θά χρησιμοποιοῦν οἱ θεούμενοι ἀπό τῆς ἀρχῆς καί μέχρι τῶν ἐσχάτων.
Ὡραιότατα μέσα ἀπό ἓνα τροπάριο δίδει αὐτό τό μήνυμα ἡ Ἐκκλησία, ἰδιαιτέρως κατά τήν κατανυκτική περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς: «Τὸ στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέωκται, οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι εἰσέλθετε, ἀναζωσάμενοι τὸν καλὸν τῆς Νηστείας ἀγῶνα, οἱ γὰρ νομίμως ἀθλοῦντες, δικαίως στεφανοῦνται, καὶ ἀναλαβόντες τὴν πανοπλίαν τοῦ Σταυροῦ, τῷ ἐχθρῷ ἀντιμαχησώμεθα, ὡς τεῖχος ἄῤῥηκτον κατέχοντες τὴν Πίστιν, καὶ ὡς θώρακα τὴν προσευχήν, καὶ περικεφαλαίαν τὴν ἐλεημοσύνην, ἀντὶ μαχαίρας τὴν νηστείαν, ἥτις ἐκτέμνει ἀπὸ καρδίας πᾶσαν κακίαν. Ὁ ποιῶν ταῦτα, τὸν ἀληθινὸν κομίζεται στέφανον, παρὰ τοῦ Παμβασιλέως Χριστοῦ, ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς Κρίσεως». Δηλαδή,
«Ἢδη ἂνοιξε τό στάδιο τῶν ἀρετῶν, ὃσοι θέλετε νά ἀγωνισθῆτε, εἰσέλθετε στό στάδιο, ἀφοῦ ζωσθῆτε τόν ὡραῖον ἀγῶνα τῆς νηστείας. Ὃσοι ἀθλοῦνται νομίμως, δικαίως λαμβάνουν τόν στέφανον τῆς νίκης. Καί ἀφοῦ ἀναλάβομε τοῦ Σταυροῦ τήν πανοπλία, ἂς ἀγωνισθοῦμε ἐναντίον τοῦ ἐχθροῦ, ἒχοντες ὡς τεῖχος ἀπόρθητο τήν πίστη καί ὡς ἀσπίδα τήν προσευχή, ὡς περικεφαλαία τήν ἐλεημοσύνη, ἀντί μαχαίρας τήν νηστεία, ἡ ὁποία ἀφαιρεῖ ἀπό τήν καρδιά μας κάθε κακία. Ὃποιος ἀγωνίζεται κατ’ αὐτόν τόν τρόπο λαμβάνει τόν ἀληθινό στέφανο τῆς νίκης, ἀπό τόν Παμβασιλέα Χριστόν, κατά τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως».