Ξημέρωνε ἡ ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, Μητροπολίτου Πενταπόλεως τοῦ θαυματουργοῦ, ὅταν ἄφηνε τὴν τελευταία του πνοὴ ὁ Μητροπολίτης Πενταπόλεως Ἰγνάτιος στὸ Νοσοκομεῖο «Ἀλεξάνδρα», πλησίον τοῦ Ἀρεταίειου Νοσοκομείου, ὅπου ἐκοιμήθη ὁ μεγάλος θαυματουργὸς Ἅγιος τοῦ 20οῦ αἰώνα.
Ἡ ἐκδημία του βύθισε σὲ πένθος ὅσους τὸν γνώρισαν καὶ συνδέθηκαν μαζί του στὴν Ἑλλάδα, καθὼς καὶ τὰ πολυπληθὴ τέκνα του στὴν Ἀφρική. Μιὰ ζωὴ ἀγώνων, θυσίας, πολύτιμης προσφορᾶς καὶ ἀγάπης, μιὰ ζωὴ δοσμένη ἐξ ὁλοκλήρου στὸν Θεὸ τελείωνε στὴ γῆ, γιὰ νὰ συνεχισθεῖ δοξασμένη καὶ λουσμένη στὸ φῶς τοῦ Θεοῦ στοὺς οὐρανούς.
Ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης κυρὸς Ἰγνάτιος (κατὰ κόσμον Γεώργιος Μαδενλίδης) γεννήθηκε τὸ 1930 στὴν Ἔδεσσα ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὸν Θεόδωρο καὶ τὴν Ἑλένη, μικρασιατικῆς καταγωγῆς. Νεαρὸς μαθητὴς εἶχε κατηχητή του τὸν μακαριστὸ ἀρχιμανδρίτη Χαρίτωνα Πνευματικάκι, τὸν μετέπειτα φλογερὸ ἱεραπόστολο τῆς Ἀφρικῆς.
Τὸ 1948 ἦλθε στὴν Ἀθήνα γιὰ νὰ σπουδάσει τὴν ἱερὴ ἐπιστήμη τῆς Θεολογίας καὶ συνεδέθη μὲ τὴν Ἀδελφότητα Θεολόγων ἡ «Ζωή».
Ὑπηρέτησε ὡς ἔφεδρος σημαιοφόρος στὸ Πολεμικὸ Ναυτικὸ καὶ μετὰ τὸ τέλος τῆς θητείας του (τὸ 1950) ἐνετάχθη στὴν Ἀδελφότητα ἡ «Ζωή». Μετέσχε στὴν ἵδρυση τῆς Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», τῆς ὁποίας ὑπῆρξε πιστὸ καὶ ἀφοσιωμένο μέλος μέχρι τῆς τελευταίας του πνοῆς.
Ἀπὸ τὰ νεανικά του χρόνια καὶ μέχρι τὸ βαθύ του γῆρας τὸν διέκρινε ἡ ὁλοκληρωτικὴ ἀφοσίωση στὸν Χριστὸ καὶ ὁ φλογερὸς πόθος γιὰ τὴν διάδοση τοῦ λυτρωτικοῦ μηνύματός Του καὶ τὴν ἐπέκταση τῆς Βασιλείας Του.
Ὡς λαϊκὸς στὴν ἀρχὴ ἱεροκήρυκας περιόδευσε σὲ πολλὰ μέρη τῆς Ἑλλάδος. Ἐργάσθηκε πιὸ συστηματικὰ στὴν ἀκριτικὴ Μητρόπολη Χίου καὶ ἀπὸ τὸ 1961 στὴ Μητρόπολη Λαρίσης. Χειροτονήθηκε διάκονος τὸ 1968 καὶ πρεσβύτερος τὸ 1969, ὁπότε καὶ ἔλαβε τὸ ὀφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτου καὶ διορίσθηκε ὡς ἐπίσημος ἱεροκήρυκας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λαρίσης.
Κατὰ τὴν μακρὰ παραμονή του στὴ Λάρισα μέχρι τὴν συνταξιοδότησή του (1997), ἐργάσθηκε ἀκαταπόνητα, μὲ πίστη, μὲ ζῆλο, μὲ ἀφοσίωση καὶ σύστημα τὸ κατηχητικό, κηρυκτικὸ καὶ πνευματικό του ἔργο, μὲ θαυμαστὴ ἀπόδοση καὶ πλουσιότατους καρπούς. Γενιὲς νέων πέρασαν ἀπὸ τὰ χέρια του, διδάχθηκαν τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ στηρίχθηκαν στὴν ζωὴ τὴν σύμφωνη μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἀξέχαστες τοὺς μένουν οἱ γλαφυρὲς καὶ συναρπαστικὲς κατηχήσεις του, οἱ ὄμορφες ἐμπειρίες τῶν ἐκδρομῶν, τῶν ἐξορμήσεων, τῶν κατασκηνώσεων, ποὺ μὲ ἰδιαίτερη ἐπιμέλεια ὀργάνωνε, οἱ ἐνδιαφέρουσες συζητήσεις, οἱ ὁποῖες ἄνοιγαν τὰ μάτια τους στὸ θαυμαστὸ κόσμο τῆς ἀλήθειας τῆς Πίστεως καὶ τοὺς ὁδηγοῦσαν σὲ συνειδητὴ συμμετοχὴ στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.
Στὰ λειτουργικά του κηρύγματα καὶ στὶς ἀπογευματινὲς ὁμιλίες ὁ λόγος του συνήρπαζε μικροὺς καί μεγάλους. Ἄλλοτε προσφερόταν σὲ ἤπιους τόνους, διδακτικός, καὶ κυλοῦσε ἤρεμος σὰν τὸ ἥσυχο ρυάκι, καὶ ἄλλοτε κατέβαινε σὰν τὸν χείμαρρο ὁρμητικὸς καὶ συγκλόνιζε τὶς ψυχὲς τῶν ἀκροατῶν του, ποὺ κρέμονταν κυριολεκτικὰ ἀπὸ τὰ χείλη του. Πάντοτε ἦταν λόγος οἰκοδομητικός, λόγος πνευματικὸς καὶ καθοδηγητικὸς στὴν ἀλήθεια καὶ στὴ ζωὴ τῆς Πίστεως.
Ὡς πνευματικὸς ἐργάσθηκε μὲ ἐπιμέλεια καὶ στάθηκε μὲ πολλὴ στοργὴ καὶ πατρικὴ ἀγάπη στὶς ψυχὲς ποὺ κατέφευγαν στὸ πετραχήλι του. Εἶχε προσωπικὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὰ πνευματικά του τέκνα, τὰ στήριζε στὸν ἀγώνα τους, σήκωνε τὸν πόνο τους, συμμετεῖχε στὶς ἀγωνίες καὶ στὶς δοκιμασίες τους καὶ βοηθοῦσε μὲ κάθε τρόπο στὴν ἀντιμετώπισή τους.
Στὴ Λάρισα ἐργάσθηκε περὶ τὶς τέσσερις δεκαετίες. Πάρα πολλοὶ τὸν εὐγνωμονοῦν γιὰ τὴν ἀνεκτίμητη προσφορά του, τὴν ὁποία κατοχύρωνε ἡ ἀκεραιότητα τοῦ ἤθους του, ἡ ἀνεπίληπτη συμπεριφορά, ἡ ἀπόλυτη ἀφοσίωση στὸ ἔργο του. Ζοῦσε γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του.
Ἀπὸ τὸ 1981 ἄνοιξε μπροστά του νέα μεγάλη θύρα ἱεραποστολῆς. Κάθε χρόνο καὶ γιὰ τέσσερις μῆνες μετέβαινε στὴν Κανάνγκα τοῦ Κονγκὸ γιὰ νὰ βοηθεῖ τὸν πνευματικὸ τῶν νεανικῶν του χρόνων, τὸν π. Χαρίτωνα Πνευματικάκι, ὁ ὁποῖος τὸ 1973, μετὰ ἀπὸ ἐπίμονες ἐκκλήσεις τοῦ ἀειμνήστου ἱεραποστόλου ἀρχιμανδρίτου Χρυσοστόμου Παπασαραντοπούλου, παρέλαβε ἀπὸ ἐκεῖνον τὴν σκυτάλη τῆς ἐξωτερικῆς ἱεραποστολῆς στὴν Ἀφρική. Ὁ π. Χρυσόστομος εἶχε μόλις ξεκινήσει τὴν διακονία του στὴν Κανάνγκα, ὅταν τὸν κάλεσε κοντά Του ὁ Κύριος, καὶ τὸ κενὸ ἀναπλήρωσε ὁ π. Χαρίτων. Κοντά του ἐρχόταν τώρα κατὰ διαστήματα καὶ βοηθοῦσε ὁ π. Ἰγνάτιος.
Τὸ 1997, καθὼς ὁ π. Χαρίτων ἔφθανε σὲ βαθὺ γῆρας, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κεντρῴας Ἀφρικῆς κυρὸς Τιμόθεος ἀνέθεσε τὴν εὐθύνη τῆς ἱεραποστολῆς τῆς Κανάνγκα στὸν τότε ἀρχιμανδρίτη π. Ἰγνάτιο.
Ὁ π. Ἰγνάτιος συνέχισε καὶ ἀνέπτυξε περισσότερο τὸ ἔργο τῆς ἱεραποστολῆς, ὥστε, ὅταν ἐπισκέφθηκε τὴν Κανάνγκα ὁ μακαριστὸς Πατριάρχης Πέτρος Ζ΄, ἐκτιμώντας τὸ ἔργο του θέλησε νὰ τὸν ἀναβιβάσει στὸ ἀρχιερατικὸ ἀξίωμα. Ὁ π. Ἰγνάτιος, συναισθανόμενος τὸ βάρος τοῦ ἀξιώματος, ἐπεκαλέσθη ταπεινὰ τὴν ἀδυναμία του καὶ πέτυχε νὰ πείσει τὸν Πατριάρχη νὰ παραιτηθεῖ ἀπὸ τὰ σχέδιά του. Ὅταν ὅμως ἐκοιμήθη ὁ Μητροπολίτης Κεντρῴας Ἀφρικῆς Τιμόθεος, ὁ Πατριάρχης ἐπανῆλθε καὶ ἐπέμεινε ἀνυποχώρητα, διότι ἤθελε, ὅπως εἶχε πεῖ, ὁ π. Ἰγνάτιος νὰ ἐπεκτείνει σὲ ὅλο τὸ Κονγκὸ τὸ ἔργο ποὺ ἔκανε στὴν Κανάνγκα, ὥστε τὸ ἔργο αὐτὸ νὰ ἀποτελέσει ὑπόδειγμα γιὰ ὅλες τὶς ἱεραποστολὲς τῆς Ἀφρικῆς.
Τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ 2003 ὁ π. Ἰγνάτιος χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Κεντρῴας Ἀφρικῆς στὸν πάνσεπτο Πατριαρχικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Σάββα στὴν Ἀλεξάνδρεια. Ἡ μητροπολιτική του περιφέρεια περιελάμβανε τότε ἐκτὸς τοῦ Κονγκὸ καὶ τὰ μικρότερα κράτη Ρουάντα, Μπουρούντι καὶ Κονγκό-Μπραζαβίλ.
Ἡ ἀνάρρησή του στὸ ἀρχιερατικὸ ἀξίωμα δὲν ἐπηρέασε τὸ φρόνημά του. Στὴν Ἀδελφότητά μας παρέμενε ὡς ἁπλὸς ἀδελφός, ἐξακολουθοῦσε νὰ ζεῖ μὲ ἀπόλυτη ὑπακοὴ σὲ ὅλα, συνανεστρέφετο μὲ πολλὴ ἁπλότητα μὲ ὅλους, ὅσες φορὲς ἄφηνε τὴν ἔπαλξή του καὶ ἐρχόταν γιὰ λίγη ξεκούραση καὶ ἀνανέωση τῶν δυνάμεών του στὴν Πατρίδα. Κατὰ τὴν ἐδῶ παραμονή του μᾶς δίδασκε μὲ τὸ παράδειγμά του, τὸν ἁπλὸ καὶ οὐσιαστικὸ λόγο του, τὴν ταπείνωση καὶ καταδεκτικότητά του.
Ἀξιοποιώντας τὴν πολύτιμη ἐμπειρία του ἀπὸ τὴν διακονία του στὴν Κανάνγκα, ἐργάσθηκε ἀκαταπόνητα στὴ νέα του ἀποστολή, μὲ ἀποστολικὸ φρόνημα καὶ νεανικὸ ζῆλο, παρὰ τὴν προχωρημένη πλέον ἡλικία του. Πραγματοποίησε πάνω ἀπὸ τετρακόσια ἀεροπορικὰ ταξίδια στὴν ἀχανὴ ἔκταση τῆς Μητροπόλεώς του. Κήρυξε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἵδρυσε νέες κοινότητες Ὀρθοδόξων σὲ πολλὰ μέρη, βάπτισε πλήθη Ἀφρικανῶν ἀδελφῶν μας, χειροτόνησε ἱερεῖς, κατήρτισε κατηχητές, ἔκτισε περὶ τοὺς τριάντα ναούς, ἔκτισε σχολεῖα, ἵδρυσε φάρμες, ἔστησε τέσσερις ραδιοφωνικοὺς σταθμούς (στὴν Κανάνγκα, στὴν Κινσάσα, πρωτεύουσα τοῦ Κονγκὸ καὶ ἕδρα τῆς Μητροπόλεως, στὸ Κολουέζι καὶ στὸ Πουάντ-Νουὰρ τοῦ Κονγκό-Μπραζαβίλ). Τὰ διάφορα ἔργα του φέρουν τὴν σφραγίδα τῆς προσωπικῆς του ἐπιβλέψεως καὶ φροντίδος. Οἱ τεχνικές του γνώσεις καὶ ἡ καλλιτεχνική του εὐαισθησία τὸν βοηθοῦσαν ὥστε νὰ «φιλοκαλῇ μετ’ εὐτελείας», μὲ ἁπλὰ μέσα νὰ φτιάχνει ὄμορφες κατασκευές, ποὺ στόλιζαν τοὺς ναοὺς καὶ τὰ σχολεῖα, στὴν ἀνέγερση τῶν ὁποίων συμμετεῖχε συχνὰ καὶ μὲ προσωπικὴ ἐργασία.
Σπουδαιότατο ἔργο του εἶναι ὁ νέος Ναὸς τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου στὴν Κανάνγκα, ὁ μεγαλύτερος Ὀρθόδοξος ναὸς στὴν ἀφρικανικὴ ἤπειρο. Ἐπίσης ἡ Θεολογικὴ Σχολὴ στὴν Κινσάσα, τὸ πρῶτο Ὀρθόδοξο Πανεπιστήμιο τῆς Ἀφρικῆς, ποὺ διαθέτει οἰκοτροφεῖο τῶν φοιτητῶν, ἐπίσημη αἴθουσα ἐκδηλώσεων, σύστημα τηλεδιδασκαλίας, ποὺ ἐφαρμόσθηκε ἐκεῖ γιὰ πρώτη φορὰ στὰ πανεπιστήμια τοῦ Κονγκό. Στὸ κέντρο τοῦ συγκροτήματος δεσπόζει ὁ περικαλλὴς βυζαντινὸς Ναὸς τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου, ποὺ κτίσθηκε μὲ δωρεὲς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Οἱ ἀπόφοιτοι (μετὰ πενταετὴ φοίτηση) τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς βοηθοῦν ἤδη ὡς κληρικοί, κατηχητὲς καὶ στελέχη τῆς Ἐκκλησίας τὸ ἔργο τῆς ἱεραποστολῆς.
Ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης, λόγῳ τῆς προχωρημένης πλέον ἡλικίας του, παραιτήθηκε ἀπὸ τὴν ἕδρα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κεντρῴας Ἀφρικῆς τὸ 2010, ὁπότε τοῦ ἐδόθη τιμητικῶς ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας ὁ τίτλος τοῦ Μητροπολίτου Πενταπόλεως. Συνέχισε ὅμως τὶς ἱεραποστολικές του δραστηριότητες μὲ κέντρο τὴν Κανάνγκα, ἐπισκεπτόμενος συχνὰ τὴν Θεολογικὴ Σχολή, ὅπου δίδασκε μέχρι τέλους.
Ὅλα τὰ ἔργα του προχώρησαν μὲ τὴν βοήθεια ἱεραποστολικῶν Συλλόγων καὶ Ἀδελφοτήτων ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα καὶ ἀπὸ τὶς γενναῖες προσφορὲς πολλῶν μεμονωμένων πιστῶν. Πέρασαν πολλὰ χρήματα ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου, αὐτὸς ὅμως ἔμεινε ἄθικτος, καθαρός, ἕνας φτωχὸς καὶ ἁπλὸς μοναχός, ἀνεπηρέαστος καὶ ἀπὸ τὸ ἀξίωμα καὶ ἀπὸ τὸν «Μαμωνᾶ», ταπεινὸς δοῦλος καὶ ἀφοσιωμένος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ.
Ἦταν πάντοτε ὁ ἄνθρωπος ὁ ἁπλὸς στὴ ζωὴ καὶ στὴν ἀναστροφή του, προσηνής, καταδεκτικός, εὐγενής, ἤπιος, διακριτικός, γλυκὺς καὶ φιλικὸς μὲ ὅλους. Μποροῦσε νὰ δεχθεῖ κριτικὴ καὶ ἀπὸ πολὺ μικροτέρους του καὶ νὰ θαυμάζει καὶ προβάλλει τοὺς λιγότερο ἱκανοὺς καὶ ἄξιους, νὰ τιμᾶ καὶ νὰ σέβεται τοὺς πάντες.
Συγχρόνως ἦταν τολμηρός, ἄφοβος, ἀνυποχώρητος στὰ θέματα τῆς Πίστεως, πρωτοπόρος, ριψοκίνδυνος, ἀποφασιστικός. Τὸν περασμένο Μάρτιο, κατὰ τὸν ὁποῖο βρέθηκε στὴν Ἑλλάδα, τοῦ ὑπεδείχθη ἀπὸ τὴν Ἀφρικὴ νὰ μὴν κατεβεῖ, διότι λόγῳ πολιτικῆς ἀναστατώσεως στὸ Κονγκὸ ἡ κατάσταση ἐκεῖ ἦταν ἐκτὸς ἐλέγχου, μὲ σκληρὲς ἀντιπαραθέσεις μεταξὺ κυβερνώντων καὶ ἀντιπολιτευομένων, πυροβολισμούς, σφαγές, θανάτους κλπ. «Θὰ κάνω τὸν σταυρό μου καὶ θὰ πάω. Δὲν μπορῶ νὰ ἀφήσω μόνους τοὺς ἀνθρώπους μας», εἶπε καὶ ἔφυγε ἀποφασισμένος γιὰ ὅλα.
Δὲν φοβήθηκε οὔτε τὶς τροπικὲς ἀσθένειες, οὔτε τὶς ἐπιβουλὲς τῶν «ἀντικειμένων», οὔτε τὶς στερήσεις τῶν ἀναγκαίων, οὔτε τὶς ταλαιπωρίες καὶ τοὺς κινδύνους τῶν πολλῶν μετακινήσεων σὲ συνθῆκες τριτοκοσμικές. Σὲ αὐτοκινητιστικὸ ἀτύχημα τὸ 2005 ὑπέστη κάταγμα στὸ χέρι καὶ ἦλθε καὶ χειρουργήθηκε στὴν Ἑλλάδα. Τὸ 2008 σώθηκε ἀπὸ θαῦμα μὲ ἐλάχιστους ἄλλους σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ ἀεροπορικὰ ταξίδια του, ὅταν τὸ ἀεροπλάνο σὲ πόλη τοῦ ἀνατολικοῦ Κονγκὸ δὲν μπόρεσε νὰ ἀπογειωθεῖ καὶ ἀνεφλέγη βγαίνοντας μέ μεγάλη ταχύτητα ἀπὸ τὸν διάδρομο ἀπογειώσεως. Ἡ ἀφορμὴ τῆς ἐκδημίας του ἦταν πάλι ἀπὸ ἀτύχημα, ὅταν ἐπιβλέποντας στὰ 87 του χρόνια τὴν ἀποπεράτωση τοῦ τελευταίου, ὅπως ἔλεγε, ναοῦ ποὺ θὰ ἔκτιζε, ἔπεσε καὶ ὑπέστη κάταγμα τοῦ ἰσχίου. Σὲ δύο ἡμέρες προσεβλήθη ἀπὸ ἑλονοσία, ποὺ κατέβαλε τὸν ὀργανισμό του. Ἡ μὲ κόπο καί μεγάλη ταλαιπωρία μεταφορά του στὴν Ἑλλάδα, τὰ προβλήματα τῆς καρδιᾶς καὶ τοῦ ἀναπνευστικοῦ ἐπιδείνωσαν τὴν κατάσταση καὶ προμήνυαν τὸ τέλος, καθὼς μάλιστα ἔχασε ἐπὶ ἡμέρες τὴν ἐπαφὴ μὲ τὸ περιβάλλον. Ἀνένηψε γιὰ λίγες ἡμέρες κατὰ θαυμαστὸ τρόπο. Δόξασε τὸν Θεό, ζήτησε ταπεινὰ τὸ ἔλεός Του, κοινώνησε τὰ Ἄχραντα Μυστήρια, ἐπικοινώνησε μὲ τοὺς ἀδελφοὺς τῆς Ἀδελφότητος, ζήτησε συγγνώμη ἀπ’ ὅλους, ἐπεκαλέσθη τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, προεῖπε τὸ τέλος του καὶ ἀνεχώρησε πλήρης ἔργων ἀγαθῶν καὶ ἐλεημοσυνῶν, κατάφορτος ἀπὸ καρποὺς ζηλευτῆς ἱεραποστολικῆς διακονίας στὴν Ἑλλάδα καὶ στὴν Ἀφρική.
Λίγες ἡμέρες πρὶν ἀπὸ τὸ ἀτύχημα ποὺ τὸν ὁδήγησε στὸ θάνατο καὶ ἐπειδὴ ἦταν πλέον φανερὴ ἡ ἀστάθειά του στὸ βάδισμα, τοῦ συνέστησαν νὰ ἐπιστρέψει στὴν Ἑλλάδα. «Σεβασμιώτατε, νὰ γυρίσετε στὴν Ἑλλάδα. Θὰ πέσετε». Ἐκεῖνος ὅμως ἀπάντησε ἀποφασιστικά: «Αὐτὸ θέλω κι ἐγώ: νὰ πέσω πάνω στὸ καθῆκον». Καὶ ἔπεσε. Ἀλλὰ ἡ πτώση αὐτὴ ὁδήγησε στὴν ἀνάσταση, στὸ δικό του «πάσχα», στὸ θριαμβευτικὸ πέρασμα στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποία πόθησε καὶ γιὰ τὴν ὁποία μόχθησε μὲ πολλοὺς ἀποστολικοὺς κόπους ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια τῆς νεότητός του μέχρι τὸ βαθύ του γῆρας.
Στὰ σκηνώματα τοῦ οὐρανοῦ ἀσφαλῶς τὸν ὑποδέχθηκε τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς του ὁ ἅγιος Νεκτάριος, Μητροπολίτης Πενταπόλεως ὁ θαυματουργός.
Ὁ Ἅγιος Θεὸς ἂς ἀναπαύει τὴν ἁγιασμένη ψυχὴ τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Πενταπόλεως Ἰγνατίου «ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητος».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου