3/9/13

Οἱ τρεῖς συντέλειες τοῦ κόσμου - π. Ἀστέριος Χατζηνικολάου





Απομαγνητοφωνημένη ομιλία, Ιούνιος 2013
 
Μέ αἰσθήματα δοξολογίας πρός τόν Τρισάγιον Κύριον, τόν δοτήρα παντός Ἀγαθοῦ φθάνουμε μέ τήν ἀποψινή ἐκδήλωση στό τέλος τῆς σειρᾶς τῶν έκδηλώσεων τοῦ Μεγάλου Βασιλείου τοῦ τομέως ἐπιστημόνων πού παρακολουθήσαμε ὅλοι αύτή τή χρονιά. Τό θέμα τῆς ἀποψινῆς όμιλίας εἶναι: «Οί τρεῖς συντέλειες τοῦ κόσμου». Καί βέβαια στό νοῦ ὅλων μας μία συντέλεια ἒρχεται εὒκολα, ή κατά τούς ἐσχάτους χρόνους συντέλεια τοῦ κόσμου. Θά πρέπει νά καθορίσουμε τό θέμα καί νά δοῦμε ποιές εἶναι αύτές οί τρεῖς συντέλειες πού θά μᾶς ἀπασχολήσουν σήμερα. Τί σημαίνει ή λέξη συντέλεια; Βέβαια δέ σημαίνει αύτό τό όποῖο οί περισσότεροι έννοοῦν καταστροφή. Ή λέξη συντέλεια σημαίνει συντέλεση, ἐπιτέλεση, συμπλήρωση, τελείωση, ὁλοκλήρωση.
 

Οἱ τρεῖς συντέλειες τοῦ κόσμου, ὅπως θά ἐξηγήσουμε στή συνέχεια συμπίπτουν μέ τούς τρεῖς μεγαλύτερους σταθμούς στήν ἱστορία τοῦ κόσμου. Τήν ἀρχή, τή μέση καί τό τέλος τῆς ἱστορίας. Θά μᾶς δωθῆ ἑπομένως ή δυνατότητα μέ τό σημερινό μας θέμα νά ἔχουμε μία πανοραμική θέα ὅλης τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου, νά παρακολουθήσουμε τό δρᾶμα τοῦ κόσμου σέ τρεῖς πράξεις, νά μελετήσουμε σάν ἐξωτερικοί παρατηρητές τήν ἀρχή τοῦ κόσμου, τήν πορεία του μέσα στό χρόνο καί τό τέλος του. Ἰδιαίτερα τό βαθύτερο νόημα ὅλης τῆς ἱστορίας. Βεβαίως δέν προλαβαίνουμε ν’ ἀσχοληθοῦμε ἀναλυτικά μέ τήν κάθε συντέλεια ὅπως αὐτή παρουσιάζεται στήν ίστορία τοῦ κόσμου. Θά ποῦμε ὅμως λἰγα λόγια γιά τήν κάθε μία ἐξηγῶντας καί γιατί τήν ὀνομάζουμε συντέλεια. Θά ἐπιμείνουμε ὅμως περισσότερο στή σχέση πού ἒχουν οὶ τρεῖς συντέλειες μεταξύ τους πού εἶναι τόσο στενή ὅσο τελικῶς νά μιλοῦμε γιά μία πράξη πού νά νοηματοδοτεῖ τήν ίστορία ὅλου τοῦ κόσμου καί τήν πορεία του μέσα στὀ χρόνο. Στό Α΄ κεφ. τῆς Γενέσεως ό θεόπτης Μωυσής ἐκθέτει μέ γλώσσα λιτή, άπλή καί μεγαλοπρεπή τή δημιουργία τοῦ κόσμου πού ἒγινε σέ ἕξι μέρες. Ό τελευταῖος στίχος τοῦ Α΄ κεφ. παρουσιάζει τόν παντοδύναμο καί πάνσοφο δημιουργό νά ἐπιθεωρῆ μέ τήν ἀνέκφραστη σοφία του τά κτίσματα καί λέει: «καί εἶδεν ό Θεός τά πάντα ὅσα ἐποίησε καί ἰδού καλά λίαν. Καί ἐγένετο έσπέρα καί ἐγένετο πρωί ήμέρα ἕκτη». Τό Β΄ κεφ. τῆς Γενέσεως άρχίζει μέ λόγους πού δηλώνουν τό τέλος τῆς Δημιουργίας. Καί συνετελέσθησαν.... Ἐδῶ εἶναι ή πρώτη συντέλεια. Συνετελέσθησαν δηλ. συμπληρώθηκαν, όλοκληρώθηκαν ό ούρανός καί ή γῆ καί πᾶς ό κόσμος αύτῶν. Καί συνετέλεσεν, όλοκλήρωσεν ό Θεός έν τῆ ήμέρα τῆ ἕκτη τά ἒργα Αύτοῦ ἃ ἐποίησε καί κατέπαυσε, σταμάτησε τῆ ήμέρα τῆ έβδόμη ἀπό πάντων τῶν ἒργων Αύτοῦ, ὦν έποίησε. Καί εύλόγησεν ό Θεός τῆ ήμέρα τῆ Έβδόμη καί ήγίασεν αύτήν, ὃτι έν αύτῆ κατέπαυσεν ἀπό πάντων τῶν ἒργων Αύτοῦ ὦν ἢρξατο ό Θεός ποιῆσαι. Ἒχουμε λοιπόν τήν πρώτη συντέλεια, τήν όλοκλήρωση τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου πού ή παντοδυναμία, ή παναγαθότητα καί ή πανσοφία τοῦ Θεοῦ ἒφερε στήν ὒπαρξη ἀπό τό μηδέν. Ἒχουμε τήν κατάπαυση τοῦ Θεοῦ κατά τήν έβδόμη ήμέρα. Ή δημιουργία δηλ. όλοκληρώνεται καί μέ τήν κατάπαυση τοῦ Θεοῦ στίς έπτά ήμέρες. Ὁ άριθμός ἑπτά παρουσιάζει τό τέλειο, τό πλῆρες στήν Άγία Γραφή. Ό Θεός ἒπλασε τόν κόσμο καί τόν ἂνθρωπο καί ὅταν εἶδε τόν κόσμο εἶπε ὅτι εἶναι καλός λίαν καί τόν ἒθεσε σέ πορεία ἀνοδική. Στήν πορεία ὅμως αύτή συνέβη ἕνα τραγικό γεγονός πού εἶναι ή πτώση τῶν Πρωτοπλάστων. Καί ή πτώση αύτή συμπαρασύρει ὅλο τό σύστημα τῆς δημιουργίας στή φθορά, τήν καταστροφή καί τὀν θάνατο.
 


Ό Θεός ὅμως δέν βρίσκεται ἀνέτοιμος ν’ ἀντιμετωπίση αὐτή τή δυσάρεστη τροπή τῶν πραγμάτων. Ἒχει προαιωνίως τό μεγαλειῶδες σχέδιο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου ἐκπονήσει στήν ἀείδοια βουλή Του. Καί στέλνει τόν υίό του στόν κόσμο γιά νά σωθῆ ό κόσμος διά τῆς ἀπολυτρωτικῆς θυσίας του. Τό χρόνο τῆς ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου στόν κόσμο καί τῆς θυσίας Του ή Άγία Γραφή τόν όνομάζει Συντέλεια τῶν αἰώνων. Λέγει ό Ἀπόστολος στήν πρός Έβρ. Ἐπιστ. «νύν δέ ἃπαξ ἐπί συντελεία τῶν αἰώνων εἰς ἀθἐτηση τῆς άμαρτίας διά τῆς θυσίας αὐτοῦ πεφανέρωται». Μιά φορά ἐνηνθρώπησε καί ἐφανερώθη. Στό τἐλος τῶν χρόνων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γιά νά ἐξαληφθῆ ή άμαρτία διά τῆς θυσίας Του. Τό τέλος τῆς πρώτης ἐλεύσεως τοῦ Μεσίου χρονικῆς περιόδου ὀνομάζεται έπομένως συντέλεια τῶν αἰώνων. Εἶναι ταυτόσημη ἒκφραση πρός τήν ἒκφραση πού χρησιμοποιεῖται στόν πρῶτο κιὅλας στίχο τῆς πρός Ἐβρ. ἐπιστολῆς καί λέει «τό ἒσχατον τῶν ἡμερῶν». Ὁ Θεός λέει «ὡς ἐπ’ ἐσχάτω τῶν ἡμερῶν τούτων ἐλάλησεν ἡμῖν ἐν υἱῶ. Ἑπομένως συντέλεια τῶν αἰώνων καί ἒσχατες ἡμέρες εἶναι καί οἱ ἡμέρες κατά τίς ὁποῖες ἒρχεται ό Κύριος γιά νά ἐργαστῆ» τό ἀπολυτρωτικόν του ἒργον ἐπί τῆς γῆς. Εἶναι τό πλήρωμα τοῦ χρόνου τότε ὅπως ὀνομάζεται στήν πρός Γαλάτ. ἐπιστολή ἢ τό πλήρωμα τῶν καιρῶν κατά τούς ὁποίους ὁ Θεός μᾶς ἐγνώρισε τό μυστήριο τοῦ θελήματος Αὐτοῦ, τό μυστήριο τῆς ἀγάπης του τό ἀποκεκρυμένον ἀπό τῶν αἰώνων μέσα στά βάθη τῆς σοφίας καί τῆς ἀγάπης του πῶς θά σώση τόν κόσμο. Παρατηροῦν οἱ ἱεροί ἑρμηνευτές πλήρωμα καιρῶν οἱ ἒσχατοι χρόνοι ἐν οἷς ἡ σωτήριος οἰκονομία γέγονε τῆς ἐνανθρωπίσεως. Πλήρωμα τῶν καιρῶν, ἒσχατοι χρόνοι συντέλεια τῶν αἰὠνων εἶναι τά χρόνια τοῦ Χριστοῦ. Γιά τήν ἐκκλησία λοιπόν συντέλεια δέν εἶναι μόνον ἡ κατά τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ καταστροφή τοῦ κόσμου, ἀλλά εἶναι καί ή κατά τήν Πρώτην παρουσία ἐπί τῆς γῆς τοῦ Κυρίου μας ἀπολύτρωση τοῦ κόσμου. Ἕνα ἀπό τά στιχηρά ἀναστάσημα τοῦ ἑσπερινοῦ τοῦ πλαγίου τοῦ πρώτου ἢχου λέει: «ἑσπερινἠ προσκύνησιν προσφέρομέν σοί τῶ ἀνεσπέρω φωτί....». Σέ σένα Κύριε, πού εἶσαι τό ἀνέσπερο φῶς προσφέρομεν τήν ἑσπερινή λατρείαν καί προσκύνησή μας «τῶ ἐπί τέλει τῶν αίώνων ὡς ἐν ἐσόπτρῳ.διά σαρκός.....» Πρὠτη λοιπόν συντέλεια τοῦ κόσμου εἶναι ἡ Δημιουργία. Δευτέρα συντέλεια εἶναι ἡ Ἀναδημιουργία, ἡ Ἀπολύτρωσις διά τοῦ ἒργου τοῦ Κυρίου. Τό ἒργο τοῦ Χριστοῦ συνεπληρώθη, συνετελέσθη, ὁλοκληρώθη ἐπί τοῦ Σταυροῦ. Ὁ λόγος πού εἶπε ὁ Χριστός πρίν παραδώσει τό πνεῦμα Του πάνω στό σταυρό, τό τετέλεσται τοῦ σταυροῦ δηλώνει τή Δεύτερη συντέλεια τοῦ κόσμου. Κατά τή διάρκεια τῆς δημοσίας δράσεως Του ὁ Κύριος ἒλεγε: «ἐμόν βρῶμα ἐστί ἵνα ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με καί τελειώσω, νά όλοκληρώσω, νά φέρω εἰς πλῆρες πέρας τό ἒργο αὐτοῦ. Καί λίγο πρό τοῦ Πάθους στήν περίφημη ἀρχιερατική Του προσευχή ἀπευθυνόμενος πρός τόν θεόν πατέρα εἶπε: Ἐγώ σέ ἐδόξασα ἐπί τῆς γῆς, τό ἒργον ἐτελείωσα ὅ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω ἒφερα εἰς πλῆρες πέρας τό ἒργο πού μοῦ ἀνέθεσες. Καί πάνω στό Σταυρό λέει αὐτή τή λέξη «τετέλεσται» μέ τό ὁποῖο σφραγίζεται ἡ θυσία Του, ὅλοι οἱ λόγοι Του, τά ἒργα Του καί ἡ ἁγία ζωή Του. Τετέλεσται. Ή λέξη αύτή συνεπώς ἒχει βαθύτατο νόημα. Δέν σημαίνει ἁπλῶς ὃτι τελείωσαν τά παθήματα, οἱ πόνοι, ἡ δοκιμασία τοῦ σταυροῦ, οἱ ταλαιπωρίες, οἱ σωματικές καί ψυχικές, ἡ ἁγία ζωή τοῦ λυτρωτοῦ. Οὒτε ὃτι ἐπληρώθησαν ὅλες οἱ προφητεῖες πού ἀναφέρονται στή ζωή καί τά παθήματά του. 

Κυρίως σημαίνει ὅτι τελείωσε καί ὁλοκληρώθηκε τό ἀπολυτρωτικό ἒργο τοῦ Κυρίου διά τοῦ ὁποίου ἦρθε στόν κόσμο. Τό ἒφερε σέ αἲσιον πέρας. Ὁ μέγας ἀγών ὑπἐρ τῆς ἀνθρωπότητος συνετελέσθη ἐπιτυχῶς. Ἡ βουλή τοῦ πατρός πραγματοποιήθηκε. Ἡ δύναμη τῆς ἁμαρτίας συντρίφτηκε. Ό ἀρχαῖος ἐχθρός κατανικήθηκε. Ὁ Ἂδης νεκρώθηκε. Ὁ Παράδεισος ἂνοιξε. Νέα κατάστασις, νέος κόσμος. Καινή κτήση δημιουργήθηκε. Ὁ ἂνθρωπος καί ὁ κόσμος ἀνακαινίστηκαν. Τό τετέλεσται δέν εἶναι θλιβερός λόγος πού δηλώνει τό τέλος μιᾶς ζωῆς. Εἶναι νικητήρια ἰαχή ἡ ὁποία ἐκφέρεται μετά κραυγῆς ίσχυρᾶς γιά νά δηλώση τό τέλος τοῦ κράτους τοῦ διαβόλου, τό τέλος τοῦ παλαιοῦ κράτους τῆς ἁμαρτίας καί τήν ἀρχή μιᾶς ἂλλης ἐποχῆς, τῆς Καινῆς Διαθήκης, ὅπου τά πάντα γίνονται καινά. Τετέλεσται ὃπως ἒχει γράψει ὁ πατήρ Σωφρόνιος Σαχάρωφ «εἶναι ἂγνωστα εἰς ἡμᾶς τά βάθη τῆς σκέψεως τοῦ Κυρίου, ἀλλά γνωρίζομε ὅτι τότε ἐπῆλθε μεγάλη ἀλλαγή εἰς ὅλον τό κοσμικόν «εἶναι». Ὁ Χριστός ἀπέθανε ἀλλά διά τῆς ὁδοῦ ταύτης ἒκτισεν ὃλον τόν κόσμον. Μετέβαλε ριζιδόν τόν ροῦν τῆς ἱστορίας ἒσωσεν γιά τήν ἀγαθήν αἰωνιότητα δισεκατομμύρια ἀνθρώπους εὐηργέτησε ὅλην τήν κτίσιν.
 

Μέ τόν ὃρον συντέλειαν ὅμως κυρίως ἐννοοῦμε ὃ,τι θά συμβῆ στό τέλος τῆς ἱστορίας κατά τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου καί τήν Παγκόσμιον Κρίσιν. Οἱ μαθητές ἐρωτοῦν τόν Κύριον «τί τό σημεῖον τῆς σῆς παρουσίας διά τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος - ἐδῶ ἡ συντέλεια εἶναι στό τέλος τῆς ἱστορίας- κι ὁ Κύριος πρίν ἀναληφθῆ στούς οὐρανούς δίνει τήν τελευταία ὑπόσχεσή του πρός τούς Ἁγίους μαθητάς Του καί σ’ ὅλους τούς χριστιανούς διά μέσου τῶν αἰώνων ὃταν ὑπόσχεται ὃτι θά εἶναι βοηθός καί συμπαραστάτης τους πάσας τάς ἡμέρας ἓως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Συντέλεια εἶναι τό τέλος τοῦ κόσμου. Εἶναι σαφής ἡ διδασκαλία τῆς Άγίας Ἐκκλησίας μας ὅτι ὁ κόσμος ὑπό τήν παρούσα μορφή θά γνωρίση κάποιο τέλος. Ὁ Ἲδιος ὁ Κύριος εἶπε ὅτι «ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ παρελεύσονται». Ἢδη ἀπό τήν Παλαιά Διαθἠκη, 800 χρόνια π.Χ. ὁ Προφήτης Ἠσαΐας εἶχε προαναγγείλει «τακήσονται πᾶσαι αἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν, καὶ ἑλιγήσεται ὁ οὐρανὸς ὡς βιβλίον, καὶ πάντα τὰ ἄστρα πεσεῖται ὡς φύλλα ἐξ ἀμπέλου καὶ ὡς πίπτει φύλλα ἀπὸ συκῆς». Βέβαια ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου δέν πρέπει νά θεωρεῖται ὡς ἐκμηδενισμός καί ἐξαφάνισις τοῦ κόσμου, ἀλλά ὠς ἀνακαίνιση καί ἀνανέωση τοῦ κόσμου. Ὀ Θεός δέν καταστρέφει ποτέ τά ἃἒργα Του, τά άναβαθμίζει. Ὁ Προφήτης Δαβίδ ἒγραφε «Οἱ οὐρανοί ἀπολοῦνται καί πάντες ὡς ἰμάτιον παλαιοθήσωνται». Ὅλα θά παλιώσουν ὅπως τό ροῦχο. καὶ ὡσεὶ περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτοὺς καὶ ἀλλαγήσονται». Ὅπως τό πανωφόρι τό τυλίγει κάποιος ἒτσι θά τυλίξη καί ὁ Κύριος ὃλον τόν κόσμον καί θά ἀλλάξη ὁ κόσμος. Ἀλλαγήσωνται οἱ οὐρανοί. Αὐτή τήν ἀνανέωση ὁ Κύριος τήν ὀνομάζει παλιγγενεσία. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος μιλῶντας κάπως λεπτομερέστερα γιά τήν καταστροφή καί ἀνακαίνιση τοῦ κόσμου λέει ὅτι κατά τήν ἡμέρα τοῦ Κυρίου ριζιδόν δηλ. μέ βοή καί πάταγο παρελεύσονται, θά χαθοῦν οἱ οὐρανοί. Τά ούράνια σώματα καί ἡ γῆ θά διαλυθοῦν καί κατακαήσονται. Ὁ κόσμος θά καταστραφῆ. Μέσα ὃμως ἀπό αὐτή τή φωτιά τῆς παρουσίας καί τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ νέος κόσμος θά προέλθη ἀπό τόν ὁποῖον θά ἒχει φυγαδευτεῖ τό κράτος τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου καί κάθε σκιά ἁμαρτίας. Σ’ αὐτόν τόν ἂφθαρτον καί αἰώνιον καί ἀθάνατον κόσμο θά ἐγκατασταθῆ ἡ ἒνδοξη βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Πρός αύτόν τόν κόσμον στρέφονται μέ νοσταλγία καί βαθιά προσδοκία τά βλέματα τῶν πιστῶν. Καινούς οὐρανούς καί γῆν καινήν σύμφωνα μέ τήν ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου ἐμεῖς προσδοκοῦμε «....ἐν οἷς δικαιοσύνη, ἀρετή καί ἁγιότητα κατοικεῖ». Αὐτή εἶναι ἡ προσδοκία τῆς ἐκκλησίας μας. Ὅταν λέμε κάθε φορά στό Σύμβολο τῆς Πίστεως «προσδοκῶ άνάστασιν νεκρῶν καί ζωήν τοῦ μέλλοντος» προϋποθέτουμε αὐτή τήν ἀλλαγή καί οἱ νεκροί πού θά ἀναστηθοῦν ἀπό τούς τάφους καί αὐτοί θά ἀλλαγοῦν ὃπως καί ὃλος ὁ κόσμος θά ἀλλαγῆ. Θά καταστραφῆ ὁ κόσμος ὑπό τήν παροὐσα του μορφή καί τήν συντέλειά του αὐτή θά τήν ἀκολουθήση ἡ ἂμεση ἀνακαίνισή του. Ή πορεία του στή φθορά καί στήν ἀφθαρσία. Αὐτές εἶναι ἐν συντομία οἱ τρεῖς συντέλειες τοῦ κόσμου. Εἶναι ὃμως ἐνδιαφέρον νά μελετήσουμε τή σχέση στήν ὁποία βρίσκονται μεταξύ των. Τό δοξαστικό τῶν αἲνων στόν ὂρθρο τοῦ Μεγάλου Σαββάτου λέει: «Τήν σήμερον μυστικῶς ὁ μέγας Μωϋσής προδιετυποῦτο λέγων «καί εὐλόγησεν ὁ Θεός τήν ἡμέραν τήν ἑβδόμην. Τοῦτο γάρ ἐστί τό εὐλογημένον Σάββατον. Αὒτη έστί ἡ τῆς καταπαύσεως ἡμέρα, ἐν ᾗ κατέπαυσεν ἀπὸ πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ, ὁ Μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, διὰ τῆς κατὰ τὸν θάνατον οἰκονομίας, τῇ σαρκὶ σαββατίσας, καὶ εἰς ὃ ἦν, πάλιν ἐπανελθών, διὰ τῆς Ἀναστάσεως, ἐδωρήσατο ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον, ὡς μόνος ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος.». Σ’αὐτό τό πολύ ὡραῖο τροπάριο ὑπάρχουν καί οἱ τρεῖς συντέλειες. Τήν σήμερον ὁ Μέγας Μωυσής μυστικῶς προδιετυποῦτο λέγων «καί εὐλόγησεν ὁ Θεός τήν ἡμέραν τήν ἑβδόμην». Μιλάει ὁ Μωυσῆς γιά τήν ἑβδόμη ἡμέρα τῆς Δημιουργίας τήν ὁποίαν εὐλόγησεν ὁ Θεός. Ἀλλά μέ ἐκείνην τήν ἡμέραν λέει στό τροπάριο ὁ ἱερός ὑμνογράφος προδιετύπωνε τήν σήμερον ἡμέραν.Τήν σημερινήν ἡμέραν τοῦ Μεγάλου Σαββάτου «ἐν ἧ κατέπαυσεν ὁ Υἱός Αὐτοῦ ἀπό πάντων τῶν ἒργων Αὐτοῦ». Τοῦτο γάρ ἐστί τό εὐλογημένον Σάββατο. Αὓτη ἐστίν ἡ τῆς καταπαύσεως ἡμέρα κατά τήν ὁποίαν κατέπαυσεν ἀπό πάντων τῶν ἒργων Αὐτοῦ ὁ μονογενής υἱός τοῦ Θεοῦ διά τῆς κατά τόν θάνατον οίκονομίας τῆ σαρκί σαββατίσας. Σαββατισμός σημαίνει ἡ παῦσις, ὁ ἑορτασμός, ἡ ἀνάπαυσις τῆς ἡμέρας τοῦ Σαββάτου. Ἀνεπαύθη ὁ Κύριος μέ τό τέλος τοῦ ἒργου Του. Μέ τό τετέλεσται είσῆλθε εἰς τήν κατάπαυσή του. Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος πολύ χαρακτηριστικά «Χριστός ἐπί σταυροῦ ἀναπέπαυται». Ἐκεῖ ἀνεπαύθη ὁ Κύριος. Στόν Σταυρό καί τόν Τάφο Του. Αύτή εἶναι ἡ Δευτέρα Συντέλεια. Μέ τό Ἒργο Του ὅμως αὐτό ὁ Κύριος ἐδωρίσατο ἡμῖν ζωήν τήν αἰώνιον. Καί ἐδῶ ἒχουμε τήν κατάπαυσιν στήν ὁποίαν θά είσέλθουν οἱ πιστοί μέ τήν τρίτην συντέλεια.
 

Εἶναι προφανής ἡ σχέση τῶν τριῶν αὐτῶν πράξεων. Ἒχουμε τήν κατάπαυση τοῦ Δημιουργοῦ τήν ἑβδόμη μέρα τῆς Δημιουργίας, ἒχουμε τήν κατάπαυση τοῦ Λυτρωτοῦ τό εὐλογημένον μέγα Σάββατο κι ἒχουμε τήν κατάπαυση τῶν πιστῶν στήν αἰωνιότητα. Ἡ πρώτη προτυπώνει τήν Δεύτερη καί ἡ δεύτερη ἐξασφαλίζει τήν Τρίτη. Ἡ Τρίτη πάλι ἐξασφαλίζει στούς σεσωσμένους τήν ἀνάπαυση ἀπό τά ἒργα τους ὅπως ἀκριβώς ὁ Θεός ἀνεπαύθη ἀπό τά δικά του ἒργα κατά τήν δημιουργία. Τό λέει ό Ἀπόστολος Παῦλος «ἀπολείπεται σαββατισμός στό λαό τοῦ Θεοῦ, ὁ γάρ εἰσελθών εἰς τήν κατἀπαυσιν αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ κι’αὐτός κατέπαυσεν ἀπό τῶν ἒργων αὐτοῦ ὣσπερ ἀπό τῶν ἰδίων ὁ Θεός», ὃπως ὁ Θεός ἀνεπαύθη ἀπό τά ἒργα του ἒτσι θά ἀναπαυθῆ ὁ πιστός ὃταν θά εἰσέλθη στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἰς ἐκείνην τήν κατάστασιν. Ἒχουμε τή δημιουργία καί τήν ἀναδημιουργία, τήν ἀπολύτρωσιν τήν ἐν Χριστῶ διά τῆς ὁποίας γινόμαστε καινοί. Πάλιν ἐξ ἀρχῆς κτιζόμενοι, λένε οἱ πατέρες. Ὁ Θεός διά τῆς ἀπολυτρώσεως τῆς ἐν Χριστῶ ἂνωθεν ἡμᾶς δημιουργεῖ καί κατασκευάζει, μᾶς δημιουργεῖ καί μᾶς ἀνακατασκευάζει. Καί αὐτή ἡ ἀναδημιουργία εἶναι πολύ ὑπεροχώτερη τῆς πρώτης. Τό μέγα Σάββατο, τό πρωί, ἂν θυμᾶστε, πού εἶναι ἠ θεία λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου μαζί μέ τόν ἑσπερινό τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα διαβάζουμε ὡς πρῶτο ἀνάγνωσμα τούς πρώτους στίχους τῆς Γενέσεως. Τότε δηλ. πού ζοῦμε τήν ἀναδημιουργία θυμόμαστε τήν δημιουργία. Τό Μέγα Σάββατο θυμόμαστε τήν Ἑβδόμη ἡμέρα τῆς καταπαύσεως τοῦ Θεοῦ ἀπό τῶν ἒργων τῆς Δημιουργίας. Ἒχουμε τότε τόν πρῶτο Ἀδάμ, ἒχουμε μετά τόν δεύτερο. Ἒχουμε τήν πρώτη παρουσία τοῦ δευτέρου Ἀδάμ καί κατόπιν περιμένουμε τήν Δευτέρα του παρουσία . Βλέπετε τή σχέση αὐτῶν τῶν κορυφαίων γεγονότων στήν ἱστορία τοῦ κόσμου πού εἶναι στήν ἀρχή, στό μέσον καί στό τέλος τῆς ἱστορίας. Στή δημιουργία τοῦ κόσμου πρωτοστατεῖ τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Βέβαια ἡ Δημιουργία θεωρεῖται κοινόν ἒργον καί τῶν τριῶν προσώπων στά ὁποία ὑπάρχει ταυτότητα βουλήσεως καί ἐνεργείας. Εἶναι ὅμως σαφές καί σταθερό δίδαγμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς πατερικῆς διδασκαλίας ὅτι ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο διά τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου Του, «πάντα δι’ Αὐτοῦ ἐγένετο» λέγει ὁ Ἃγιος Εὐαγγελιστής Ἰωάννης. Καί στήν πρός Ἑβρ. ἐπιστ. ἀναφέρεται ὅτι ὁ Θεός διά τοῦ Υἱοῦ καί τούς αἰῶνας ἐποίησε. Ὅλα γίνονται διά τοῦ Υἱοῦ. Ἀλλά καί τήν ἀναδημιουργία ἐργάζεται ὁ Υἱός. Μέ τήν ἐνανθρώπιση τῆς Ἁγίας Τριάδος ἒχουμε τόν Σωτήρα Χριστόν ἐπί τῆς γῆς. Στήν ἀπορία γιατί ἐνηνθρώπησε ὁ Θεός λόγος καί ὂχι ἓτερον ἂλλο ἀπό τά θεῖα πρόσωπα μία ἀπό τἰς ἀπαντήσεις πού δίνουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες εἶναι ὅτι Αὐτός πού ἐτέλεσε τήν πρώτη δημιουργία, Αὐτός πού δημιούργησε τόν ἂνθρωπο κατ’ εἰκόνα Θεοῦ, αὐτός πού εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ τόν κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ἂνθρωπο ἕπρεπε ὁ ἲδιος νά ἀναδημιουργήση νά τόν φέρει στήν πρώτη κατάσταση καί σέ πολύ ἀνώτερη τῆς πρώτης καταστάσεως διότι ἐκεῖ εἶναι τό θαῦμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ὂχι μόνον δέν σαστίζει ὁ Θεός ὃταν βλέπει τό ἒργο του νά καταστρέφεται μέ τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου, μέ τήν πονηρή είσήγηση τοῦ διαβόλου ἀλλά βρίσκει ἀφορμή τήν πτώση γιά νά δώση περισσότερα δωρήματα στόν ἂνθρωπο, γιἀ νά τόν άνεβάση διά τῆς έν Χριστῶ ἀπολυτρώσεως πολύ ψηλώτερα ἀπό κεῖ ἀπ’ ὅπου ἒπεσε .Αὐτή εἶναι ἡ ἀγἀπη τοῦ Θεοῦ, ἠ σοφία καί ἡ παντοδυναμία του. Λοιπόν ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, δημιουργεῖ τόν κόσμο. Διά τοῦ Υἱοῦ τοῡ Θεοῦ σώζεται ὁ κόσμος γιά νά γίνη ἡ άναδημιουργία. Ἀλλά καί στήν Τρίτη συντέλεια τοῦ κόσμου ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ θά ἒρθη γιά νά κρίνη τόν κόσμο. Αὐτός εἶναι λοιπόν ἡ ἀρχή, τό μέσον καί τό τέλος τῆς ἱστορίας. Καί έδῶ εἶναι ἲσως ταιριαστοί οἱ λόγοι τοῦ Ἁγίου Συμεών τοῦ Νἐου Θεολόγου. «Ἀπαρχή Χριστός, μεσότης καί τελειότης ἐν πᾶσι γάρ ὁ ἐν τοῖς πρώτοις, ἔν τε τοῖς μέσοις καί τελευταίοις, ὡς ἐν τοῖς πρώτοις ἐστίν τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός». «Ἐγώ τό ἂλφα καί τό ὠμέγα. Ὁ πρῶτος καί ὁ ἒσχατος.» Ἀρχή καί τέλος, λέει στήν Άποκάλυψη ὁ Ἲδιος. «Εἶμαι τό Α καί τό Ω». Ὁ πρῶτος πού ὑπἀρχει πρὀ πάσης τῆς κτήσεως καί ὁ ἒσχατος πού θά ὑπάρχω πάντοτε. Εἶμαι ἡ ἀρχή καί τό τέλος. Ἡ δημιουργική ἀρχή τοῦ κόσμου ὃλου ἀλλά καί τό τέλος. Ὁ ὓψιστος σκοπός στόν ὁποῖον ὃλος ὁ κόσμος κατατείνει. Ὑπάρχει λοιπόν ἓνα πρόσωπο πού κυριαρχεῖ σ’ ὃλη τήν ἱστορία τοῦ κόσμου, πού εἶναι αὐτός ὁ Κύριος, δημιουργός, λυτρωτής καί ἀνακαινιστής τοῦ παντός στίς τρεῖς συντέλειες τοῦ κόσμου. Εἶναι τόση ἡ σχέση αὐτῶν τῶν τριῶν πράξεων στό δράμα τοῦ κόσμου ὣστε νά μή μπορεῖ τό καθένα νά διατηρῆ τήν αὐτοτέλειά του. Θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὃτι πρόκειται περί ἑνός γεγονότος πού φανερώνει τήν ἂπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὃλα ἑνώνονται σέ μία πράξη πού δέν ἒχει διάρκεια ἀλλά περιπτύσεται τά πάντα. Ὃλα ἑνώνονται στό ἀείδιο σχέδιο τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι πρό πάντων τῶν αἰώνων καταρτισμένον καί δέν συμπληρώνεται καί δέν διαμορφώνεται στή συνέχεια κατά τίς περιστάσεις. Ὃλα εἶναι προαποφασισμένα ἀπό τήν πάνσοφη καί παντοδύναμη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ὁ Ἀπόστολος Πέτρος λέει ὃτι ἒχουμε σωθεῖ «τιμίω αἳματι ὡς ἁγνοῦ ἀμώμου καί ἀσπίλου Χριστοῦ προεγνωσμένου πρό καταβολῆς κόσμου». Ὂχι πρίν πέσει ὁ ἂνθρωπος οὒτε πρίν δημιουργηθεῖ ὁ ἂνθρωπος οὒτε πρίν δημιουργηθεῖ ὁ κόσμος, ἀλλά πρό πάντων τῶν αἰώνων. Πρό καταβολῆς κόσμου. Εἶναι προεγνωσμένος ὁ ἀμνός διά τοῦ τιμίου αἳματος τοῦ ὁποίου θά σωθῆ ὁ κόσμος. Φανερώθηκε ἐπ’ αἰσχάτων τῶν χρόνων δι’ ἡμᾶς. Βλέπετε πάλι οἱ ἒσχατοι χρόνοι εἶναι καί οἱ χρόνοι τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου. Τά Πάθη τοῦ Κυρίου περιγράφονται σάν τετελεσμένα γεγονότα 800 χρόνια πρίν συμβοῦν ἀπό τόν προφήτη Ἠσαΐα. Καί πιό μπροστά ἀπό τόν προφήτη Δανιήλ, ὁ προφήτης Ἠσαΐας λέει «ὡς πρόβατον ἐπί σφαγήν ἢχθη». «οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται». «οὐκ εἶχεν εἶδος οὐδέ κάλλος». Σάν νά βλέπη τά Πάθη Του 800 χρόνια πρίν. Ὁ Μωυσῆς καί ὁ Ἠλίας στή Μεταμόρφωση, στό Ὂρος Θαβώρ ἒλεγον τήν ἒξοδον αὐτοῦ ἣν ἒμελλον εἰδεῖν ἐν Ἱερουσαλήμ. Συζητοῦν γιά τήν ἒξοδόν Του πού θά γίνη ἀργότερα. Ὀ Ἲδιος ὁ Κύριος κατ’ ἐπανάληψιν κάνει λόγον γιά τά παθήματά Του καί τήν Ἀνάστασίν Του στούς μαθητάς Του. Καί πρίν τελειώσει τό ἒργο Του ἀπευθυνόμενος πρός τόν ούράνιο Πατέρα λέγει τό ἒργο ἐτελείωσα «ὃ δέδωκάς μοι ἳνα ποιήσω» . Πρίν τό τελειώσει λέει ὃτι τό τελείωσε. Ἡ δέ θυσία τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἡ ὁποία εἶναι ζωντανή ἀνάμνηση καί πραγματική ἀναπαράσταση καί μυστηριακή ἐπανάληψη τῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ ἀναίμακτος. Ὁ Κύριος τήν προσφέρει στό ‘Υπερῶον τῆς Ἱερουσαλήμ ἀναίμακτον πρίν ἀκόμη συμβῆ, λίγες ὦρες πρίν. Στό ἱστορικό δηλ. ἐπίπεδο ἀγνοεῖται σέ ὃλα αύτά τά γεγονότα ἡ χρονική ἀκολουθία. Τέτοιες χρονικές ἀνακολουθίες καί προθύστερα φανερώνουν ὃτι τά μεγάλα γεγονότα αὐτά δέν ἒχουν τόν πρόσκαιρο χαρακτήρα τῶν ἐπί μέρους συνήθων γεγονότων τῆς ζωῆς. Ἒχουν αἰώνια άξία. Σάν νά συμβαίνουν κάπου ἀλλοῦ ὅπου ὁ ἱστορικός χρόνος ὃπως τόν γνωρίζομε ἒχει καταργηθῆ. 
Ἢδη ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡτοιμασμένη ἡμῖν πρό καταβολῆς κόσμου. Τά ἀναμενόμενα εἶναι ἢδη ἓτοιμα. Τά μέλλοντα ὑπάρχουν πρό αἰωνίως καί συνεπώς εἶναι διαρκώς παρόντα. Στή θεία Λειτουργεία ὅλα ἑνώνονται σέ μία θεωρία καί προσευχή. Ὁ ἱερεύς λέγει στήν εὐχή τῆς Ἀγίας Ἀναφορᾶς ἀπευθυνόμενος πρός τόν θεόν πατέρα: «Σύ ἐκ τοῦ μή ὂντος εἰς τό εἶναι ἡμᾶς παρήγαγες ...» {ἡ Δημιουργία} ἡ πρώτη Συντέλεια, καί «παραπεσόντας ἀνέστησας πάλι...» ἡ δεύτερη Συντέλεια [ ἡ ἐν Χριστῶ ἀναδημιουργία ] «καί οὐκ ἀπέστης πάντα ποιῶν ἓως ἡμᾶς εἰς τόν οὐρανόν ἀνήγαγες καί τήν βασιλείαν σου ἐχαρίσω τήν μέλλουσαν. Ὅλα τά ἒκανες ὅσα χρειάζονταν γιά νά μᾶς ὁδηγήσης μετά τήν Τρίτη συντέλεια στόν ούρανό στή Βασιλεία Του. Σέ μία πρόταση πού ἂν τό ἒργον τοῦ Θεοῦ μέσα στήν ἱστορία τοῦ κόσμου καί ἡ μέλλουσα βασιλεία μᾶς ἒχει ἢδη χαριστεῖ. Ἐχαρίσω τήν μέλλουσαν Βασιλείαν. Λίγο πιό ὓστερα ὁ ἱερεύς κλινόμενος ἐπεύχεται: «Μεμνημένοι τοίνυν τῆς σωτηρίου ταύτης ἐντολῆς καί πάντων τῶν ὑπέρ ἡμῶν γεγενημένων,τοῦ σταυροῦ, τοῦ τάφου, τῆς τριημέρου Ἀναστάσεως, τῆς εἰς οὐρανούς άναβάσεως, τῆς ἐκ δεξιῶν καθέδρας» προσθέτει «τῆς Δευτέρας καί ἐνδόξου πάλιν παρουσίας» . Ἡ Δευτέρα Παρουσία δέν ἒχει γίνει, ἀλλά τήν ἀναφέρει στά γεγενημένα. Τρίτη εἶναι γεγονός πού μαζί μέ ὃλα τά ἂλλα συνοψίζεται στή μία πράξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Τή θεωρεῖ τετελεσμένο γεγονός καί τή Δευτέρα Παρουσία, ἀφ’ ἑνός γιατί εἶναι βέβαιο ὃτι θά συμβῆ, ἀφ’ ἑτέρου γιατί εἶναι συνδεδεμένο μέ ὃλες τίς ἂλλες πράξεις τῆς σωτηρίου οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ. Ὃλη ἡ ἱστορία σάν νά συμπυκνώνεται σέ μιά στιγμή πού διαρκεῖ «νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Αὐτός εἶναι ὁ χρόνος τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτός εἶναι ὁ χρόνος τῆς Θείας Λειτουργείας. Αὐτή εἶναι ἡ αἰωνιότητα ἡ ἀναμενομένη καί παρούσα. Οἱ Τρεῖς Συντέλειες εἶναι τελικά μία Συντἐλεια. Εἶναι ἡ τέλεια καί αἰώνια πράξη πού ἐκφράζει τήν τέλεια καί αἰώνια ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου. Μέχρις ἐδῶ εἲπαμε ποιές εἶναι οἱ τρεῖς Συντέλειες τοῦ κόσμου καί γιατί τίς ὀνομάζουμε ἒτσι μέ βάση τή διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Ἁγίων Πατέρων. Δημιουργία, Ἀναδημιουργία, Ἀνακαίνιση τοῦ Σύμπαντος. Καί εἲπαμε ἀκόμη στή συνέχεια ὃτι αὐτές οἱ τρεῖς ἀποτελοῦν μία πράξη. Τήν πράξη διά τῆς ὁποίας ἐκφρἀζεται πρός τόν κόσμο ἡ ἀγάπη τοῦ Ἀπείρου Θεοῦ κι ὃτι πρωτοστατεῖ καί στίς τρεῖς τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος καί τίς συνδέει στό Ἓνα τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου,τῆς φροντίδος τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου. Σ’ αὐτή τήν πράξη τό ἒργο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου ὑπάρχει κάποιο μέγεθος τό ὁποῖο διατηρεῖται σ’ ὃλες τίς φάσεις ἀπό τίς ὁποῖες περνάει ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου. Δέν τό θίγει κανένας. Τό σέβεται καί ὁ Θεός. Κι ὁ σεβασμός του ἀπό μέρος τοῦ Θεοῦ λάμπει μέσα στήν ἱστορία τοῦ κόσμου τελείως ἀπροσδόκητα καί θαυμαστά. Εἶναι ἡ ἐλευθερία τοῦ κόσμου. Ὁ Θεός ἀπό ἀγάπη θέλει νά δημιουργήση Πνευματική Βασιλεία. Ὁ Θεός γιατί δημιουργεῖ τόν κόσμο καί τόν ἂνθρωπο καί τούς ἀγγέλους, τά ὂντα τά πνευματικά. Τὀ λέει πολύ ὡραῖα ὁ Ἃγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος σέ μιά πρόταση. Δέν ἦταν δυνατόν, λέει, στήν ἀγαθότητα στήν αὐτοαγαθότητα τοῦ Θεοῦ..................νά ζῆ μόνος Του ὁ Θεός τήν μακαριότητα τῆς παναγαθότητάς Του. Ἒπρεπε νά βγῆ αύτή ἠ ἀγαθότητα πρός τά ἒξω.........γιά νά ὑπάρχουν κι ἂλλα ὂντα πού θά εὐεργετηθοῦν. Ὁ Θεός δηλ. δημιουργεῖ κι ἂλλα ὂντα γιά νά τά ἀξιώση νά μετέχουν τῆς δικῆς Του μακαριότητος καί νά ζοῦν ἒτσι ἒνδοξα καί εὐτυχῆ στήν αἰωνιότητα. Ἡ εὐτυχία ὃμως εἶναι πνευματικό μέγεθος, καί γι’αὐτό ὁ Θεός δημιουργεῖ πνευματική βασιλεία. Ἡ πνευματικότητα ὃμως ἀπαιτεῖ ἐλευθερία. Δέν μπορεῖ νά ὑπάρχουν πνευματικά ρομπότ. Ἡ ἐλευθερία ὃμως διακινδυνεύει τό ἒργο τοῦ Θεοῦ. Προσέξτε πῶς πηγαίνουν. Ἡ εὐτυχία ἀπαιτεῖ πνευματικότητα. Ἡ πνευματικότητα ἀπαιτεῖ ἐλευθερία. Ἡ ἐλευθερία μπορεῖ νά διακινδυνεύση τό ἒργο τοῦ Θεοῦ. Ἒτσι ὁ Θεός πού ἢθελε νά χαρίση εὐτυχία διακινδύνευσε τό ἒργο του. Δημιούργησε κόσμο καλόν λίαν καί τοῦ ἒδωσε τήν ἐλευθερία. Ὁ καλός λίαν κόσμος ὃμως ἒπεσε στό κακό. Αὐτό στοίχισε στόν θεόν τόν θάνατον. Ἓναν θάνατον πού παρά τό μεγαλεῖο του καί τήν ἀπροσμέτρητη ἀξία του δέν εἶχε πάρει ὑποχρεωτικές συνέπειες γιά ὃλους. Ὁ ἂνθρωπος καί τήν πρώτη φορά, στήν πρώτη δημιουργία μποροῦσε νά ἀθετήση τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Καί τή δεύτερη φορά στήν ἀπολύτρωση μποροῦσε νά θεωρήση κοινό τό αἷμα τοῦ Λυτρωτῆ, νά περιφρονήση τή Θυσία Του. Πάντα ἒχει τό δικαίωμα ν’ ἀκολουθήση τό δικό του δρόμο. Τήν ἐλευθερία μας κανείς δέν μπορεῖ νά τή θίξη. Πρέπει ὃμως νά ὑπογραμμίσουμε έδῶ ὃτι καί ἡ ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ νά ἐπιτελεῖ τό ἒργο Του δέν θίγεται καθόλου. Καί τήν πρώτη φορά στήν πρώτη δημιουργία δημιουργεῖ ἐλευθέρως. «Ὁ Θεός ἡμῶν ἐν τῶ οὐρανῶ καί ἐν τῆ γῆ πάντα ὃσα ἠθέλησεν ἐποίησε». Καί στή δεύτερη συντέλεια πάσχει ἑκουσίως. Εἶναι θαυμαστός ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο συνδυάζονται στό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ ἡ θεία καί ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία. Οἱ ἂνθρωποι ἐκεῖ, στό Πάθος τοῦ Κυρίου ἀναδεικνύονται τόσο έλεύθεροι ὣστε μποροῦν νά ὁδηγήσουν άκόμη καί τόν θεόν στό θάνατο. Ὁ Θεός εἶναι τόσο ἐλεύθερος ὣστε μ’ αὐτόν τόν θάνατον μπορεῖ νά χαρίση στούς ἀνθρώπους τή ζωἠ. Ἓνα τροπάριο λέγει: «Ἑκουσία Σου βουλή Σταυρόν ὑπέμεινας Σωτήρ καί ἐν μνήματι κενόν ἂνθρωποι ἒθεντο θνητοί τόν διά λόγου τά πέρατα συστησάμενον». Εἶναι φοβερό αὐτὀν πού διά τοῦ λόγου του μόνον, μέ ἓναν λόγον Του συνέστησε τά σύμπαντα, δημιούργησε τό κόσμο, τόν ἒφερε ἀπό τήν ἀνυπαρξία στήν ὓπαρξη, Αὐτόν, τόν παντοδύναμον Θεόν, οἱ θνητοί ἂνθρωποι τόν ἒθεντο ἐν μνἠματι κενῶ. Ὃλα αὐτά ὃμως ἒγιναν μέ τἠν ἑκούσια βουλή Του. Ἡ ἐλευθερία ἀποτελεῖ μέγεθος ἀπαραμοίωτο. Θά μπορούσαμε νἀ μιλήσουμε γιά μία ἀρχή διατηρήσεως τῆς ἐλευθερίας μέσα στήν ἱστορία τοῦ κόσμου, ἀλλά δέν θά εἲμαστε ἀκριβεῖς. Πρέπει μᾶλλον νά ποῦμε γιά μιά ἀρχή ἐξυψώσεως τῆς ἐλευθερίας. Ἒχουμε τήν ἐλευθερία τοῦ ἐπιγείου Παραδείσου στήν Πρώτη Δημιουργία, ἡ ὁποία μᾶλλον εἶναι ἓνα κατώτερο στάδιο ἐλευθερίας, τό ὁποῖο ὑπογραμμίζεται ἀπό τήν δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου νά ἐπιλέγη τό καλό ἢ τό κακό. Ἒχουμε τήν ἐλευθερία «ἣ Χριστός ἡμᾶς ἠλευθέρωτε» μέ τήν ὁποία μᾶς ἐλευθέρωσε ὁ Χριστός. Εἶναι ἡ ἐλευθερία τοῦ ἁγίου πού δέν μπορεῖ νά κάνη τό κακό. Μοιάζει μέ τήν ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ὁ πρῶτος καί μόνος καί ἀπολύτως καί πλήρως ἐλεύθερος, ἀλλά δέν μπορεῖ νά κάνη τό κακό. Δηλαδή ὁ ἂνθρωπος ἀπό τή δυνατότητα πού εἶχε νά μήν ἁμαρτάνη θά ἒπρεπε νά φτάση σέ μιά κατάσταση ὃπου δέν θά ἒχει τήν δυνατότητα νά ἁμαρτάνη. Κι αὐτή εἶναι ἡ ἐν Χριστῶ ἐλευθερία. Καί ἀκολουθεῖ ἡ ἐλευθερία τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐλευθερία τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. Σέ κάθε συντέλεια, σέ κάθε μία ἀπό τίς τρεῖς πράξεις πού εἲπαμε ἒχουμε ἓνα ἀνώτερο ἐπίπεδο ἐλευθερίας. Καί ἡ κτήση ἀκόμη κατακτᾶ τήν ἐλευθερία της. Ἡ Δευτέρα παρουσία καί αὐτή ἐλευθερωθήσεται ἀπό τἠ δουλεία τῆς φθορᾶς εἰς τήν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. Θά ἐλευθερωθῆ ἀπό τήν ὑποδούλωσή της στήν φθορά. Θά γίνη ἂφθαρτη κτήση καί θά μετέχη στή ἒνδοξη κατάσταση τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. Τήν ἲδια ἂνοδο μπορεῖ νά δῆ κανείς στόν κόσμο τῶν ἀγγέλων. Δημιουργοῦνται ἐλεύθεροι μέ δυνατότητα πτὠσεως. Οἱ δαἰμονες εἶναι τάγμα ἀγγελικό πού ἒπεσε. Στή δεύτερη συντέλεια ἀποκτοῦν τό ἂτρεπτο καί μένουν πλέον ἀκίνητοι στό ἀγαθὀ. Δέν μποροῦν πλέον νά πέσουν. Καί στήν τρίτη συντέλεια τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ παύουν πλέον τό ἒργο τῆς διακονίας τῶν ἀνθρὠπων καί δοξάζουν μαζί τους αἰωνίως τόν θεόν. Ἡ ἀντίθετη ἀκριβώς πορεία ἀκολουθεῖται στό σκοτεινό βασίλειο τῶν παγκάκων δαιμόνων. Κι αὐτοί ἐλεύθεροι ἦσαν κι ἒπεσαν στό κακό. Στήν πρώτη συντέλεια φθονοῦν τό πλάσμα τοῦ Θεοῦ, τόν ἂνθρωπο, τόν ρίχνουν στήν ἁμαρτία καί παγιώνονται στό κακό. Στή δεύτερη μέ τό ἒργο τοῦ Κυρίου μας οἱ τὀτε κατά κράτος ὃμως συνεχίζουν τήν περιορισμένη δράση τους καί στήν Τρίτη θά ριχτοῦν στήν λίμνη τοῦ πυρός, τήν καιομένη γιά νά βασανίζονται αἰώνια. Ἡ ἐλευθερία ἒχει δωθῆ σέ ὃλον τόν πνευματικό κόσμο. Οἱ δύο ὃμως κόσμοι πού πορεύεται ὁ καθένας ἐλεύθερα τόν δρὀμο του διαρκῶς ἀπομακρυνόμενοι. Ὁ κόσμος τοῦ Θεοῦ κατακτᾶ διαρκώς μεγαλύτερη ἐλευθερία καί γνωρίζει διαρκεῖς άνόδους, ἐνώ ὁ κόσμος τοῦ Σατανᾶ ὑποδουλώνεται σέ δουλεία διαρκῶς σκληρότερη καί πέφτει ὁλοένα πρισσότερο. Μ’ αὐτή τή διαδικασία τῆς ἐν Χριστῶ ἀπολυτρώσεως ὁ κόσμος ὁδηγῆται ἀπό τήν κατάσταση τοῦ καλά λίαν στήν τελειότητα καί λαμπρότητα τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ὑπάρχει ἓνα ἐρώτημα: «Γιατί ὁ κὀσμος δέν ἒγινε ἐξαρχῆς τέλειος»; Καί βέβαια θά μποροῦσε νά πῆ κανείς καί τό λένε: Ὁ Θεός προγνωρίζοντας τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου στήν ἁμαρτία καί ἑπομένως καί τήν πτώση τοῦ κόσμου μαζί του στή φθορά ἒβαλε μέσα στή δημιουργία τοῦ κόσμου ὁρισμένα στοιχεῖα τά ὁποῖα κατόπιν θά τά χρησιμοποιοῦσε γιά τήν παιδαγωγία τοῦ ἀνθρώπου ἒτσι ὣστε καί μέσα ἀπό τίς δυσκολίες πού θά συναντοῦσε στή ζωή του καί μέσα σ’ αὐτόν τόν καλόν λίαν κόσμον νά ὁδηγῆται στή μετάνοια καί σωτηρία. Ὑπάρχει ὃμως καί μία ἂλλη ἀπάντηση, ὃτι ὁ κόσμος ἒγινε καλός λίαν καί ἂρα δέν εἶναι οὒτε ὁ χείριστος ὃλων ὃπως θά ἢθελεν ὁ πεσιμισμός οὒτε ὃμως καί ὁ ἂριστος ὃλων ὃπως θά ἢθελε ἡ ἂκρατος αἰσιοδοξία. Εἶναι δέ φύσει ἀδύνατον στόν πεπερασμένο κόσμο - πεπερασμένος εἶναι ὁ κόσμος- νά ἐνσωματωθοῦν οἱ τελειὀτητες τοῦ ἀπείρου ἀπό τόν ὁποῖον καί μόνον κανείς δέν μπορεῖ νά σκεφθῆ κάτι τελειότερο καί ἀνώτερο. Ἒπρεπε ἑπομένως νά ἐρθη ὁ ἂπειρος στό πεπερασμένο, νά εἰσέλθη ὁ ἂχρονος στό χρὀνο, νά γίνη ὁ Θεός ἂνθρωπος. Ὃλα αὐτά ἒγιναν μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ καί μέ τήν μεγαλειώδη συγκατάβασή Του αὐτή ἀνέβασε τόν κόσμο ὂχι ἁπλῶς τόν πεπερασμένο ἀλλά τόν πεσμένο καἰ τόν ἀνέβασε ὂχι ἁπλῶς στό καλά λίαν, ἀλλά στήν λαμπρότητα τῆς θείας Του βασιλείας. Καί ἒγινε ὁ χρόνος αἰωνιότητα καί ἡ κτῆσις παράδεισος καί ὁ ἂνθρωπος Θεός κατά χάριν. Χωρίς νά θιγῆ ἡ ἐλευθερία, μέσα ἀπό δρόμο παράδοξο καί μεγαλειώδη ὁδηγηθήκαμε στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Μέ τήν Τρίτη συντέλεια συμπίπτει ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί ἡ παγκόσμια κρίση. Εἶναι θά ἒλεγε κανείς τρἰα πράγματα πού συμβαίνουν στήν τρίτη συντέλεια. Ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου, ἡ Ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί ἡ Παγκόσμια Κρίση. Τί θά ἐπακολουθήση μετά καί πρίν ἀρχίσει ἡ ἀτελεύτητη Βασιλεία. Κάτι θά γίνη μετά. Μιά πράξη, πού εἶναι ἡ τελευταία πράξη, τό «Ἀμήν» τῆς ἱστορίας. Μετά ἀπό τή συντέλεια, τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν τήν παγκόσμια κρίση καί πρίν ἀρχίσει ἡ ἀτελεύτητη βασιλεία. Τί θά γίνη; Τό λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: Εἲτα τό τέλος. Ὃταν ὁ Κύριος παραδῶ τήν βασιλείαν τῶ θεῶ καί πατρί. Ὃταν, ἀφοῦ τελειώσει πλέον τό ἒργο τοῦ Χριστοῦ καί ἀφοῦ συντελεσθῆ ἡ θεία Οἰκονομία τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρὠπων ὁ Χριστός θά παραδώση ὡς ἂνθρωπος τή Βασιλεία στό θεό καί πατέρα. Τότε καί αὐτός «ὑποταγήσεται τῶ ὑποτάξαντι αὐτῶ τά πάντα». Θά ὑποταγῆ κι Αὐτὀς στόν θεό πατέρα ὁ ὁποῖος ὑπέταξε στόν υἱόν τά πάντα. Σημειώνει ὃμως πολύ χαρακτηριστικά ὁ ἀείμνηστος Παναγιώτης Τρεμπέλας «ἁλλά ἡ ὑποταγή αύτή τοῦ Υἱοῦ στόν Θεό Πατέρα μετά τήν ὁλοκλήρωση τοῦ Ἒργου Του δέν ἐνέχει τίποτε τό δουλικόν, ἀλλά εἶναι τέτοια πού ταιριάζει στόν Υἱό καί θεό, ὁ ὁποῖος διατηρεῖ κάθε ἐλευθερία κι ἒχει πάσαν ἐξουσίαν ἐν οὐρανῶ καἰ ἐπί γῆς. Παραδίδει δέ τήν Βασιλείαν εἰς τόν Θεόν «μή ἐκπίπτων Αὐτός ταύτης ἀλλ’ ὡς τό ἒργον τελειώσας «ὃ ὁ πατήρ αὐτῶ ἐνεχείρησε καί κοινωνόν ποιούμενος τόν πατέρα τοῦ ἰδίου κατορθώματος». Παραδίδει τήν βασιλεία καί κατά κάποιον τρόπο κάνει κοινωνόν τοῦ κατορθώματός του τόν θεό Πατέρα. Ἡ ἱστορία σ’ αὐτό τό σημεῖο τελειώνει. Ἡ βουλή τοῦ Θεοῦ ἒχει ἐκπληρωθῆ. Ὁ κόσμος κερδήθηκε. Εἶχε κλωνισθῆ καί ἒπεσε. Ἀλλά ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶχε τόν τρόπο ὂχι μόνο νά τόν ἀναστήση καί πάλι ἀλλά νά τόν ἀναδείξη τελείως νέον. Ἰδού ἒγιναν καινά τά πάντα. Τό μεγαλειῶδες αὐτό ἒργο τό ἐργάστηκε ὁ Υἱός καί λόγος τοῦ Θεοῦ στήν ἱστορία. Τώρα μέ τό τέλος της ἐνίκησε.Πἐτυχε θριάμβευσε καί παρουσιάζει τό ἒργο αὐτό τέλειο καί ὁλοκληρωμένο στόν θεό πατέρα. Παραδἰδει πλέον τήν ἐντολή καί αὐτή ἡ τελευταία πράξη εἶναι τό «’Αμήν» τῆς ἱστορίας. Τίθεται ἡ σφραγίδα τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου καί τή σφραγίδα τἠν θέτει αὐτός πού εἶναι ὁ «’Αμήν». Ὁ μάρτυς, ὁ πιστός καί ὁ ἀληθινός, ἡ αὐτοαλήθεια, ὁ ἀξιόπιστος καί ἀληθής μάρτυς. Γιά τίς ἓξι μέρες τῆς δημιουργίας ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς λέει: καἰ ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωί ἡμέρα Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη... Γιά τήν Ἑβδόμη ἡμέρα δέν λέει κάτι τέτοιο. Γιατί ἡ Ἑβδόμη ἡμέρα δέν ἒκλεισε ἀκόμη. Ζοῦμε στή διάρκειά της. Οἱ τρεῖς συντέλειες πού μᾶς ἀπησχόλησαν σήμερα εἶναι ἡ ἀρχή τό μέσον καί τό τέλος τῆς Ἑβδόμης ἡμέρας . Ἡ Ἑβδόμη ἡμέρα θά κλείση μέ τήν Τρίτη συντέλεια. Μετά θά ἀρχίση ἡ ὀγδόη ἡμέρα τῆς αἰωνίου Βασιλείας πού αὐτή πιά δέν θά ἒχει τέλος. Κάθε μέρα ἀρχίζει ἀπό τήν ἑσπέρα, «καί ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωί .....» καί στήν ἀρχή τῆς Ἑβδόμης ἡμέρας ἦταν ἐκεῖνο τὀ δειλινό ἐκείνη ἡ ἑσπέρα πού οἱ Πρωτόπλαστοι μετά τήν πτώση τους ἀπέφυγαν τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Ἐφοβήθηκαν γιά πρώτη φορά τόν θεό. Ἐμπῆκε στήν ψυχή τους γιἀ πρώτη φορά τό αἲσθημα τοῦ φόβου καί κρύφτηκαν ἀπό τόν θεό. Κατόπιν ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου βυθίστηκε στό σκοτάδι. Ἡ αὐγή τῆς μυστικῆς ὀγδόης ἡμέρας εἶναι ἡ Θεοτόκος, ὃπως λέμε στούς Χαιρετισμούς. «Χαῖρε αὐγή μυστικῆς ἡμέρας». Ἡ Θεοτόκος φέρνει τήν αὐγή τῆς ὀγδόης μυστικῆς ἡμέρας. Τό πρωί θά ἒλθη ὃταν θά λάμψη ὁ ἀστήρ ὁ λαμπρός, ὁ πρωινός, ὁ Χριστός ὃταν θά ἒρθη μέ ὃλη τή δόξα Του κατά τή Δευτέρα Παρουσία. Τότε θἀ μπορέση νά λεχθῆ τό «καί ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωί, ἡμέρα ἑβδόμη». Ὃμως εἲπαμε ὃτι ἡ μέλλουσα ἐκείνη ἐποχἠ ἢδη εἶναι έν μέρει περούσα στή ζωή τῆς ἐκκλησίας μας. Ἡ ὀγδόη ἡμέρα ἢδη ρίχνει στά πρόσωπά μας τό ἀχνό φῶς της. Οἱ ἀκτίνες τοῦ λυκαυγοῦς της ἢδη φωτίζουν τό γεμάτο ἐλπίδες καί προσδοκίες πρόσωπο τῆς ἱστορίας. Ἡ μεταϊστορική ἐποχή, ἡ ὀγδόη ἡμέρα σχεδόν ἂρχισε. Καί αύτή δέν θἂχει τέλος. Σέ κείνη τήν κατάσταση, ὃπως λέει ἡ Ἀποκάλυψη «καί νύξ οὐκ ἒσται ἒτι» θά κατοικοῦμε μακάριοι, ἒνδοξοι καί εὐτυχεῖς στόν οἶκο τοῦ Κυρίου εἰς μακρότητα ἡμερῶν, σέ ἀτελεύτητη διαδοχή ἡμερῶν, ἀνάμεσα στίς ὁποῖες δέν θά παρεμβάλλονται νύχτες.
 

Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς, Σεβαστοί Πατέρες, Ἀξιότιμοι Κύριοι Καθηγηταί, Ἀγαπητοί Ἀδελφοί ἐν Κυρίῳ στή Μεγάλη Περίοδο τοῦ Τριωδίου καί Πεντηκοσταρίου, πού εἶναι ἠ μεγαλύτερη ἑορταστική περίοδος στή διάρκεια τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἒτους θυμηθήκαμε, ζήσαμε καί τίς τρεῖς συντέλειες γιά τίς ὁποῖες σήμερα κάναμε λόγο. Ἢδη κατά τή διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς διαβάζαμε τή Γένεση καί τό πρωί τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, τότε πού εἲμαστε μεταξύ τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τῆς Δευτέρας Συντέλειας, τῆς Ἀναδημιουργίας διαβάζουμε τή Γένεση τή Δημιουργία. Σέ λίγες μέρες γιορτάζουμε τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου κατά τήν ὁποία οἱ Ἂγγελοι πού παρίστανται ἀπευθυνόμενοι στούς παρακολουθούντας ἐκστατικῶς μαθητάς εἶπαν: Τί βλέπετε στόν οὐρανό; Αὐτός, ὁ Χριστός, ὃπως ἦλθε, ὃπως ἀνέβηκε στούς οὐρανούς ἒτσι θά ἒλθη. Σέ σύννεφο, ἒνδοξος. Ἡ Τρίτη Συντέλεια. Εἲδαμε αὐτή τήν περίοδο ὃλη τήν ἱστορία τοῦ σύμπαντος κὀσμου τό Σταυρό τοῦ Κυρίου μας νά εἶναι στήν καρδιά τῆς ἱστορίας μας. Ὃμως ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ λούζεται στό φῶς τῆς Ἀναστάσεως καί καθώς τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως πέφτει ἐπάνω του ἁπλώνει τή σκιά του σ’ ὃλη τή διάρκεια τῆς ἱστορίας. Σ’ ὃλο τό μῆκος τοῦ παρελθόντος καί τοῦ μέλλοντος. Ἀρχίζει ἀπό τούς λόγους τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἀρχαῖον ὂφι, τό Πρωτευαγγέλιον. «Θά σοῦ τηρἠση τήν κεφαλή» πάνω στό Σταυρό. Καί φθάνει στό σημεῖο τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, στά ἒσχατα τῆς ἱστορίας. Τό Σταυρό πού θά προηγεῖται κατά τή Δευτέρα ἒνδοξη ἒλευση τοῦ Κυρίου. Καί προχωρεῖ ἀκόμη πιό μπροστά στό προαιώνιο σχέδιο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία ὃλου τοῦ κόσμου. Στόν ἀμνό τόν προεγνωσμένον πρό καταβολῆς κόσμου καί συνεχίζεται καί μετά τή λήξη τῆς ἱστορίας στήν αἰώνια δόξα τοῦ ἐσφαγμένου ἀρνίου. Μῆκος καί εὖρος Σταυροῦ, οὐρανοῦ ἰσοστάσιον. Ἡ Θεία Χάρη ἁγιάζει τά σύμπαντα. Λέει ἓνα τροπάριο τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ὁ σταυρός ἁγιάζει τά σὐμπαντα. Ὁ Ἀναστημένος Χριστός φωτίζει μέ τό ἀνἐσπερο φῶς τῆς ἀναστάσεώς Του «οὐρανόν τε καί γήν καί τά καταχθόνια». Τό μυστήριον τῆς ἀγάπης Του καλύπτει σύμπασα τήν ἱστορία καί ὃ,τι προηγήθηκε αὐτῆς καί ὃ,τι θά τήν ἀκολουθῆ εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων.-


Πηγή: http://www.tideon.org

Δεν υπάρχουν σχόλια: