12/10/25

ΕΙΣΗΓΗΣΙΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΚΙΝΣΑΣΑΣ κ. ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ (ΠΑΠΑΣΑΡΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ) - Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κινσάσας κ. Θεοδοσίου

 


ΕΙΣΗΓΗΣΙΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΚΙΝΣΑΣΑΣ κ. ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ (ΠΑΠΑΣΑΡΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ)

(Ἀλεξάνδρεια, Ὀκτώβριος 2025)

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κινσάσας κ. Θεοδοσίου


Μακαριώτατε Πάτερ καὶ Δέσποτα,

Σεπτὰ μέλη τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Πατριαρχείου τῆς Ἀλεξανδρείας,


Ἐπιτρέψτε μου ἐν πρώτοις νὰ ἐκφράσω τὴν μεγάλη μου εὐγνωμοσύνη πρὸς τὴν Α.Θ.Μ. γιὰ τὴν μεγάλη τιμὴ τῆς ἀναθέσεως τῆς παρούσης εἰσηγήσεως γιὰ τὴν ἁγιασμένη μορφὴ τοῦ μεγάλου καὶ φλογεροῦ Ἱεραποστόλου τοῦ Πατριαρχείου μας Ἀρχιμανδρίτου Χρυσοστόμου Παπασαραντοπούλου καὶ μάλιστα ἐνώπιον Αὐτοῦ του Δεσπότου καὶ Αὐθέντου καὶ Πατριάρχου ἠμῶν καὶ τοῦ Ἱεροῦ σώματος τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Πατριαρχείου μας. Εὐλαβικὰ ζητῶ ἐκ τῶν προτέρων τὴν ἐπιείκεια καὶ τὴν συγγνώμη ὅλων σας γιὰ ὅσα θὰ καταθέσω ἐνώπιόν σας.

Ὁ ἁγιασμένος γέροντας, καὶ μεγάλος ἱεραπόστολος ἀρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Παπασαραντόπουλος ἀκολούθησε τὸν δρόμο τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, μετέβη στὴν κατὰ Ἀφρικὴ Ἐκκλησία, καὶ ἐκεῖ μὲ τὴν ἐνίσχυση τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἔγινε φωτιστής τῶν ἁγνῶν ψυχῶν τῶν Ἀφρικανῶν ἀδελφῶν. Δὲν τὸν ἀποθάρρυνε ἡ σκέψη ὅτι εἶναι μόνος.Τὸν ἐνέπνευσε ὁ λόγος τοῦ Ἱεροῦ Χρυσόστομου «ἀρκεῖ εἷς ἄνθρωπος ζἠλω πεπυρωμένος ὁλόκληρον διορθώσασθαι δῆμον»(PG 49,349).Παρὰ τὶς δυσκολίες ποὺ συναντοῦσε ἡ πορεία του ἦταν σταθερὴ καὶ τὸ  ἱεραποστολικό του φρόνημα ἄκαμπτο,διότι βίωνε τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ σὲ κάθε του βῆμα.Ἄλλωστε ὅλη του τὴ ζωὴ τὴν θεμελίωσε εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εἶπε: «χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδὲν» (Ἰωάν. 15,5)

Ὁ π. Χρυσόστομος Παπασαραντόπουλος γεννήθηκε τὸ 1903 στὸ γραφικὸ χωριὸ Βασιλίτσιον τῆς ἐπαρχίας Πυλίας τοῦ Νομοῦ Μεσσηνίας. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Θεόδωρος καὶ καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Ροϊνὸ τῆς Ἀρκαδίας καὶ ἦταν κτηνοτρόφος. Ἡ πρώτη σύζυγός του ἀπέθανε νεαρὰ καὶ ἀναγκάστηκε νὰ ἔλθει σὲ δεύτερο γάμο μετὰ τῆς Σταυρούλας Τρυγουρέα μετὰ τῆς ὁποίας ἀπέκτησε τρία τέκνα, τὸν Βασίλειο, τὴν Παναγιώτα καὶ τὸν Χρῖστο (αὐτὸ ἦταν τὸ κοσμικὸ ὄνομα τοῦ π. Χρυσοστόμου). Ὁ π. Χρυσόστομος σὲ μικρὴ ἡλικία μένει ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα καὶ ἡ μητέρα του μόνης της μὲ τρία παιδιά.

Τὴν προστασία τῆς οἰκογενείας ἀναλαμβάνει ὁ μεγαλύτερος γιὸς τῆς χήρας Σταυρούλας, ὁ ὁποῖος, προκειμένου νὰ ἀντιμετωπίσει τὶς οἰκονομικὲς ἀνάγκες καὶ χωρὶς νὰ λαμβάνει ὑπόψιν του τὶς ἄριστες γραμματικὲς ἐπιδόσεις τοῦ μικροῦ Χρίστου ποὺ τότε φοιτοῦσε στὴ Γ΄ τάξη τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου, τὸν ἀποσύρει καὶ τοῦ ἀναθέτει νὰ βόσκει τὰ πρόβατα. Ὁ μικρὸς Χρῖστος διαμαρτύρεται, ἐπειδὴ φλεγόταν ἡ ψυχή του γιὰ μάθηση ἀλλὰ ὁ ἀδελφός του παρέμενε ἀνένδοτος. Ἡ φιλομάθειά του τὸν ἀνάγκασε στὸν ποιμενικό του σάκκο, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ λιτὸ φαγητό του, νὰ βρίσκει κανεὶς βιβλία, περιοδικά, ἐφημερίδες, τὰ ὁποία μελετοῦσε μὲ πάθος. Ἐπειδὴ τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ παραμελεῖται ἡ ἐργασία γιὰ τὸ κοπάδι καὶ τὰ πρόβατα νὰ προκαλοῦν ζημιές, ὁ ἀδελφός του τὸν τιμωροῦσε συχνά. Αὐτὸς ὅμως, ἰδιαίτερα τὶς νυχτερινὲς ὧρες κάτω ἀπὸ τὸ θαμπὸ φῶς  τοῦ λυχναριοῦ καὶ μέσα στὴν ἀπόλυτη ἡσυχία τῆς νύκτας, ἐπεδίδετο στὴν μελέτη. Ὅλοι θαύμαζαν τὴν ἰσχυρὰ μνήμη, τὴν πολύπλευρες γνώσεις καὶ τὶς εὔστοχες ἀπαντήσεις του. 

Σὲ ἡλικία 15 ἐτῶν ἐγκαταλείπει τὸ κοπάδι, καὶ κρυφὰ ἐγκαθίσταται στὸ μοναστήρι τῆς Κορώνης γιὰ ἀπερίσπαστη προσευχὴ καὶ μελέτη. Ἡ οἰκογένεια ποὺ πληροφορήθηκε τὸν νέο τόπο διαμονῆς τοῦ νεαροῦ Χρίστου, τὸν πίεζε νὰ ἐπιστρέψει στὸ σπίτι καὶ ἐκεῖνος προκειμένου νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὶς συνεχόμενες πιέσεις, ἀναγκάζεται νὰ ἀποχωρήσει ἀπὸ τὸ μοναστήρι τῆς Κορώνης καὶ νὰ ἐγκατασταθεῖ στὸ φημισμένο μοναστήρι τοῦ Παναγουλάκη. Τὰ χρόνια περνοῦσαν καὶ ὁ νεαρὸς Χρῖστος προέκοπτε στὴν ἄσκηση, στὴν προσευχή, στὴν ἀγρυπνία, στὴν μελέτη, στὴν ὑπακοὴ καὶ σὲ ὅλες τὶς ἀρετές.

Ἦλθε ἡ ὥρα ποὺ ἐκλήθη νὰ ὑπηρετήσει τὴν Πατρίδα ὡς στρατιώτης. Ἐκεῖ ὅλοι ἔβλεπαν ἕναν διαφορετικὸ στρατιώτη, συνετό, ἥσυχο, ὑπάκουο, προσεκτικὸ σὲ κάθε του κίνηση, στρατιώτης ποὺ ἀναζητοῦσε χρόνο καὶ γιὰ τὴν προσευχή. Ὁ χρόνος κύλησε καὶ ὁ Χρῖστος ἀπολύθηκε ἀπὸ τὸν στρατὸ καὶ ἐπανέρχεται στὴν Μονὴ Παναγουλάκη, ὅπου ἀρχίζει μὲ περισσότερο ζῆλο τὴν ἄσκηση καὶ τὴν αὐτομόρφωσή του. Ὁ νεαρὸς Χρῖστος καλεῖται ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Μεσσηνίας Μελέτιο νὰ γίνει μοναχὸς καὶ νὰ χειροτονηθεῖ κληρικός. Τὴν 4η Μαΐου τοῦ ἔτους 1926 χειροτονεῖται Διάκονος καὶ ἐν συνέχεια πρεσβύτερος μὲ τὸ ὄνομα Χρυσόστομος. Διορίζεται ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γαρδικίου ὅπου πῆρε μαζί του καὶ τὴν μητέρα του νὰ τὸν περιποιεῖται τὴν ὁποία καὶ ἔκειρε μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Σεβαστιανή.

Μεταβαίνει καὶ στὰ χωριὰ Βρωμοβρύση καὶ Λυκότραφον ὡς προσωρινὸς ἐφημέριος, τὰ ὁποῖα δυστυχῶς εἶχαν κατακλυσθεῖ ἀπὸ πολλοὺς χιλιαστὲς καὶ ὁ π. Χρυσόστομος ξεκινάει ἕναν μεγάλο ἀγώνα ἀφενὸς νὰ φέρει σὲ μετάνοια αὐτοὺς ποὺ εἶχαν γίνει χιλιαστὲς ἀλλὰ καὶ νὰ προστατεύσει τοὺς ὑπολοίπους χωριανούς. Ὁ π. Χρυσόστομος ἄνοιξε κατ΄ αὐτῶν τὸ πῦρ τῶν γνώσεών του καὶ κατέκαυσε-κατέρριψε κάθε ἰσχυρισμὸ τῶν χιλιαστῶν, οἱ ὁποῖοι ταπεινωμένοι τράπηκαν σὲ φυγή.

Ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Γαρδικίου κατόπιν δικῆς του ἐπιθυμίας μεταβαίνει στὴν Μονὴ Χρυσοκελλαριᾶς ἀναλαμβάνοντας νά ἐξυπηρετεῖ καὶ τὰ πλησιέστερα χωριά. Ἀνέλαβε μάλιστα τὰ κατηχητικὰ τῶν παιδιῶν, τὰ ὄποια μάθαινε καὶ νὰ ψάλλουν τὰ γνωστὰ τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας. Ἐξομολογοῦσε μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ συγκαταβατικότητα τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς συμβούλευε νὰ κάμουν μόνο ὅ,τι διδάσκει τὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο καὶ οἱ Ἱεροὶ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ π. Χρυσόστομος ἀργότερα πῆγε στὴν Ἀθήνα καὶ συγκεκριμένα στὴν Μονὴ Πετράκη καὶ ἐνεγράφη ὡς ἀδελφός της Μονῆς. Μέχρι τότε εἶχε πάρει μόνο τὸ ἀπολυτήριό του Δημοτικοῦ Σχολείου μὲ ἐξετάσεις, χωρὶς νὰ φοιτήσει στὸ σχολεῖο, διότι εἶχε ἄριστη αὐτομόρφωση. Ἦταν ἀφιλοχρήματος, δίδασκε πὼς ἡ ἀκτημοσύνη εἶναι χαρὰ καὶ ἐλευθερία, πράγμα τὸ ὁποῖο ἐφάρμοσε ὁ ἴδιος δίδοντας τὸ δικό του μερίδιο ἀπὸ τὴν πατρική του περιουσία στὴν φτωχότερη ἀδελφή του Παναγιώτα.

Οἱ θεολογικές του γνώσεις, ἂν καὶ δὲν εἶχε σπουδάσει ἀκόμα τὴν Θεολογικὴ ἐπιστήμη, ἦταν τέτοια ποὺ κατατρόπωνε πολλοὺς αἱρετικούς. Κάποιος συγχωριανός του ποὺ νοσηλευόταν σὲ νοσοκομεῖο τῶν Ἀθηνῶν πληροφόρησε τὸν π. Χρυσόστομο, γιὰ τὴν καθημερινὴ ἐνόχληση ἀπὸ κάποιον Ἑβραῖο ποὺ ἐπισκεπτόταν τοὺς θαλάμους καὶ ἔκανε ἀντιχριστιανικὰ κηρύγματα προκαλώντας σύγχυση στοὺς ἀνθρώπους. Ὁ π. Χρυσόστομος ἀμέσως ἐπισκέφθηκε τὸ νοσοκομεῖο καὶ τόνωσε τὴν πίστη τῶν ἀσθενῶν, διότι μὲ τὶς θεολογικές του γνώσεις ἀνέτρεψε τὰ ἐπιχειρήματα τοῦ Ἑβραίου, ὁ ὁποῖος καὶ ἀναγκάσθηκε νὰ ἀποχωρήσει ἀπὸ τὸ νοσηλευτικὸ ἵδρυμα.

Τὴν περίοδο τῆς κατοχῆς ὑπηρετεῖ στὴν Ἔδεσσα ὡς Πρωτοσύγκελλος. Στὰ δύσκολα ἐκεῖνα χρόνια της Ἑλλάδος ὁ π. Χρυσόστομος προσφέρει μεγάλες ὑπηρεσίες στὸν δοκιμαζόμενο λαό. Μὲ θυσία διδάσκει, νουθετεῖ, ἐξομολογεῖ, παρηγορεῖ, ἐμψυχώνει, στηρίζει τοὺς χριστιανοὺς ποὺ κινδυνεύουν νὰ καμφθοῦν ἀπὸ τὰ δεινά της ἐποχῆς ἐκείνης.

Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ π. Χρυσόστομος, προικίζεται ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ πολλὰ χαρίσματα καὶ μεταξὺ αὐτῶν μὲ τὸ χάρισμα τὸ προορατικό. Ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης Κινσάσας κυρὸς Νικηφόρος ποὺ συνδεόταν στενὰ τόσο ἡ οἰκογένειά του ὅσο καὶ ὁ ἴδιος προσωπικά,ἔλεγε τὸ ἑξῆς περιστατικό: Ὅταν ὁ μακαριστὸς Νικηφόρος στὴ νηπιακὴ ἡλικία ἦταν συνεχῶς ἄρρωστος, οἱ γιατροὶ ἔλεγαν πὼς δὲν θὰ ζήσει. Κάποια μέρα ὅμως ἀρρώστησε καὶ πέθανε ἕνα ἀδελφάκι τελείως ξαφνικά. Ὁ πατέρας του πῆγε καὶ ἐπισκέφθηκε τὸν π. Χρυσόστομο, τὸν βρῆκε στὸν κῆπο νὰ σκαλίζει. Ὁ πατέρας ἄρχισε νὰ κλαίει γιὰ τὴν ἀπώλεια τοῦ παιδιοῦ του. «Πατέρα Χρυσόστομε, γιατί ὁ Θεός μοῦ πῆρε τὸ ὑγιὲς παιδὶ καὶ ὄχι τὸ ἄρρωστο, τὸν Γιῶργο; (δηλαδὴ τὸν π. Νικηφόρο)». «Παιδί μου, τοῦ λέει ὁ  π. Χρυσόστομος, ὁ Θεὸς τὸν ἄφησε τὸν Γιῶργο γιατί θὰ σώζει πολλὲς ψυχὲς στὸν κόσμο».

Σχετικὰ μὲ τὸν τομέα τῶν σπουδῶν ὁ π.Χρυσόστομος μετά τό Δημοτικό Σχπλεῖο φοίτησε στὸ κατώτερο ἐκκλησιαστικὸ φροντιστήριο τῆς Κορίνθου. Τὸ πτυχίο τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν τὸ ἔλαβε στὴν ἡλικία τῶν 55 ἐτῶν. Ἐπὶ πλέον κατεῖχε τὴν γαλλική, ἀγγλική, λατινικὴ καὶ ἑβραϊκὴ γλώσσα. Ἡ ἐντολὴ τοῦ Κυρίου πρὸς τοὺς Μαθητὲς «μὴ κτήσασθε χρυσόν, μηδὲ ἄργυρον, μηδὲ χαλκὸν εἰς τὰς ζώνας ὑμῶν … » εἶχε καταστεῖ βίωμά του. Δὲν ἀγάπησε τὰ χρήματα, ἀλλὰ ζοῦσε πάντοτε λιτὰ καὶ ὅ,τι χρήματα ὑπῆρχαν στὴν τσέπη του τὰ διέθετε σὲ φτωχούς, ἀρρώστους καὶ ἐμπερίστατους ἀδελφούς.

Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ γνωρίζεται μὲ φοιτητὲς ἀπὸ τὴν Οὐγκάντα, ἰδιαιτέρως μὲ τὸν Θεόδωρον Νιγκιάμαν μετέπειτα Ἀρχιερέα τοῦ Πατριαρχείου μας. Ἀπὸ ὅσα ἀκούει σχηματίζει τὴν πεποίθηση, ὅτι ὑπάρχει ἐκεῖ ἔδαφος ἱεραποστολικῆς ἐργασίας. Μέσα του ἀνάβει ἡ φλόγα τῆς Ἱεραποστολῆς. Αὐτὴ ἡ φλόγα , αὐτὴ ἡ εὐσεβὴς ἐπιθυμία, κατατρώγει πλέον τὴν καρδιά του. Μία φωνὴ ἀκούγεται στὴν καρδιά του, μία φωνὴ ποὺ τὸν παροτρύνει νὰ ἐγκαταλείψει τὴν πατρίδα του καὶ νὰ μεταβεῖ στὴν Οὐγκάντα καὶ νὰ ἀφιερώσει τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς του στοὺς Ἀφρικανοὺς ἀδελφούς. Ἀφοῦ προσευχήθηκε καὶ νήστεψε πολλὲς ἡμέρες, ἀφοῦ παρακάλεσε τὸν Θεὸ νὰ τοῦ ἀποκαλύψει τὸ θέλημα Του με τους στίχους τοῦ ψαλμωδοῦ: «Γνώρισόν μοι, Κύριε, ὁδὸν ἐν ἦ πορεύσομαι ὅτι πρὸς σὲ ἦρα τὴν ψυχήν μου. Δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τὸ θέλημά σου. Τό πνεῦμα Σου τὸ ἀγαθὸν ὁδηγήσει με ἐν γῆ εὐθεία … », πῆρε τὴν γενναία καὶ τολμηρὴ ἀπόφαση. «Μὲ καλεῖ ὁ Θεός, τὰ ἀφήνω ὅλα πίσω μου, θὰ πάω νὰ βοηθήσω τοὺς ἐκεῖ ἀδελφοὺς ».

Πολλοὶ προσπάθησαν νὰ τὸν ἀποτρέψουν, κυρίως λόγω τῆς εὔθραυστης ὑγείας του, γιὰ νὰ λάβουν ὅλοι τὴν στερεότυπη ἀπάντησή του: «Μνήματα ὑπάρχουν καὶ ἐκεῖ».

Πρῶτα θέλησε ὁ π. Χρυσόστομος νὰ μεταβεῖ στὰ Ἱεροσόλυμα, ἐκεῖ ὅπου ἔζησε, δίδαξε, θυσιάσθηκε καὶ ἀναστήθηκε ὁ Ἀρχηγὸς τῆς Πίστεώς μας. Ἐκεῖ, ἄκουσε καὶ ὁ π. Χρυσόστομος τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος…(Μάτθ. 28, 19)» Ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Χριστοῦ φέρνει μία ἐπανάσταση στὴν καρδιά του, παρακαλεῖ τὸν Κύριο νὰ τὸν ἐνισχύσει στὴν νέα του διακονία καὶ ἀποφασιστικὰ φθάνει στὸ κέντρο τοῦ Πατριαρχείου μας. γιὰ νὰ ἐμπιστευθεῖ τὴν ἐπιθυμία τῆς καρδιᾶς του στὸν Πατριάρχη Χριστοφόρο, νὰ ζητήσει τὴν εὐλογία του, τὴν ἄδειά του καὶ τὶς εὐχές του. Ὁ πατὴρ Χρυσόστομος ἦταν ἄνθρωπος, μοναχὸς καὶ κληρικὸς, ποὺ πάντοτε ἐνεργοῦσε μὲ τὴν εὐλογία τοῦ ἐπισκόπου του. Καὶ σὲ αὐτὴ τὴν περίπτωση δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ξεκινήσει κάποια ἱεραποστολικὴ ἐργασία, χωρὶς τὴν εὐλογία τοῦ Πατριάρχου Χριστοφόρου. Ὁ Πατριάρχης βλέποντας μπροστά του ἕναν μικροκαμωμένο, ἡλικιωμένο καὶ φιλάσθενο κληρικὸ φοβήθηκε μὴ ἀποκάμει, μὴ ἀσθενήσει γρήγορα καὶ ἀποθάνει. Βλέποντας ὅμως τὸν ὑπέρμετρο ζῆλο τοῦ δίνει τὴν εὐχή του νὰ πορευθεῖ ἐκεῖ ὅπου τὸν πληροφοροῦσε ἡ καρδιά του νὰ ἐργασθεῖ ἱεραποστολικά.

Ὁ π. Χρυσόστομος βρίσκεται πλέον στὴν Καμπάλα, τὴν πρωτεύουσα τῆς Οὐγκάντα. Οἱ δυσκολίες μεγάλες, τὰ χρήματά του ἐλάχιστα, οἱ ἀνάγκες πολλές, ὁ ἴδιος ὅμως δὲν καταβάλλεται. Γράφει παντοῦ ἐπιστολὲς καὶ ζητάει ἐνισχύσεις. Τὸν ἐνισχύουν φίλοι καὶ γνωστοί, διάφορα  σωματεῖα, ἀργότερα καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἡ ὁποία καὶ ἐκτίμησε τὴν πολύτιμη ἐργασία του . Τὸ 1963 ἱδρύθηκε στὴν πόλη τῆς Θεσσαλονίκης ὁ ἱεραποστολικὸς Σύλλογος μὲ τὴν ἐπωνυμία «Οἱ Φίλοι της Οὐγκάντας» ἀπὸ τὰ πνευματικά του παιδιὰ καὶ φίλους. Οἱ πρωτόγνωρες ἐμπειρίες καὶ οἱ ἐπιτακτικὲς ἀνάγκες ποὺ ἀντιμετώπισε ἀνάγκασαν τὸν π. Χρυσόστομο νὰ γράψει σὲ πνευματικούς του φίλους: «Βοηθῆστε με. Ὁ κόσμος ἐδῶ διψᾶ γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, γιὰ τὸ Χριστό, καὶ συγχρόνως πεινᾶ».

Ἀμέσως ἀνταποκρίθηκαν σὲ αὐτὸ τὸ κάλεσμα καὶ συγκρότησαν τὸ πρῶτο ἱεραποστολικὸ σωματεῖο στὴν Ἑλλάδα μὲ σκοπὸ νὰ τὸν στηρίξουν ἠθικὰ καὶ ὑλικὰ στὴν ἐκπλήρωση τοῦ ἱεραποστολικοῦ του ἔργου. Ἐξ ἀρχῆς, ἡ κύρια δραστηριότητά τους ὑπῆρξε ἡ συγκέντρωση καὶ ἀποστολὴ χρημάτων γιὰ τὶς ἀνάγκες τῆς Ἱεραποστολῆς, ἀλλὰ καὶ ἡ διάδοση τοῦ μηνύματος τῆς Ἱεραποστολῆς στὴν ἑλληνικὴ κοινωνία. Τὸ 1978, τὸ Σωματεῖο πῆρε τὸ σημερινό του ὄνομα καὶ μὲ διευρυμένο τὸν σκοπὸ του συνεχίζει νὰ προσφέρει ἠθικὴ καὶ ὑλικὴ συμπαράσταση στοὺς Ὀρθόδοξους ἱεραποστόλους στὴν Ἀφρική, τὴν Ἀσία, τὴν Ὠκεανία καὶ τὴν Ἀμερική.

Εἶναι ἀκούραστος, παρὰ τὴν κλονισμένη ὑγεία του, τρέχει παντοῦ προκειμένου νὰ μεταφέρει τὸ λυτρωτικὸ μήνυμα τῆς Ὀρθοδοξίας σὲ ὅλο καὶ περισσότερους τόπους. Στὴν ἱεραποστολική του δράση τὸν βοηθᾶ ἐξαιρετικὰ ὁ Θεόδωρος Νιγκιάμα μετέπειτα Ἐπίσκοπος Τανζανίας.

Μὲ τὴν ἐκμάθηση τῆς γλώσσας Σουαχίλι ἐπιδίδεται στὴν μετάφραση τῆς Θείας Λειτουργίας, στὶς Ἀποστολικὲς καὶ Εὐαγγελικὲς περικοπὲς καὶ  σὲ διάφορες ἀκολουθίες. Ἐπίσης μετάφρασε καὶ Ὀρθόδοξη κατήχηση, πολύτιμο σύγγραμμα γιὰ τοὺς κατηχουμένους καὶ τοὺς βαπτιζομένους.

Τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ ὅμως πολλὲς φορὲς εἶναι διαφορετικὸ ἀπὸ τὶς δικές μας σκέψεις καὶ ἐπιθυμίες. Ἡ ἕδρα τῆς Μητροπόλεως μεταφέρεται στὸ Ναϊρόμπι, πρωτεύουσα τῆς Κένυα καὶ συνεχίζει καὶ ἐκεῖ μὲ τὸν ἴδιο ζῆλο τὴν ἱεραποστολική του δράση. Ἐπεκτείνεται σὲ πολλὰ χωριὰ τῆς ὑπαίθρου. Οἱ ἐξορμήσεις του συνεχίζονται καὶ στὴν Τανζανία. Οἱ ἀποστάσεις τεράστιες, ὁ γέροντας ἱεραπόστολος τρέχει δὲν ὑπολογίζει κούραση, δυσκολίες, κινδύνους. Τὸν ἀναπαύει ποὺ καρποφορεῖ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Σὲ αὐτὸ συντελεῖ καὶ τὸ δικό του φωτεινὸ παράδειγμα, «Ὅλα γιὰ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων». Σὲ τί διαφέρει τὸ δικό του παράδειγμα ἀπὸ τὶς ἱεραποστολικὲς δράσεις τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων!!! Οἱ Ἀφρικανοὶ ἀδελφοὶ πείθονται στοὺς λόγους τοῦ πατρός, ἐγκαταλείπουν τὴν εἰδωλολατρία καὶ μεταβάλλονται σὲ τέκνα φωτόμορφα τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἀκούραστος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου διανύει ἀποστάσεις, κατηχεῖ, βαπτίζει, παρηγορεῖ, στηρίζει καὶ προσφέρει τὰ πάντα στοὺς ἀγαπητούς του ἀδελφοὺς Ἀφρικανούς.

Ὁ π. Χρυσόστομος ὄμως φρόντιζε νά ἀναζητᾶ τούς ἀνθρώπους ἐκείνους πού θά τόν ἐνίσχυαν στήν ἀνέγερση Ἱερῶν Ναῶν. Στήν Κένυα ἀνέλαβε καί τήν ἀνέγερση τοῦ Ἰεροῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου. Στά ἐγκαίνια τοῦ Ἱεροῦ αὐτοῦ Ναοῦ, ὅπου οἱ ἄνθρωποι εἶχαν ἐνθουσιαστεῖ ἀπό τό πρωτόγνωρο γιά αὐτούς γεγονός, ὀ πατήρ ὐποσχέθηκε στούς πιστούς «ἐάν ὀ Θεός μᾶς βοηθήση, θά τίς ἐκατοστίσωμε, σέ τούτη τή χώρα». Ὁ π. Χρυσόστομος καί κτίτωρ τῶν Ἱερῶν Ναῶν ὑπῆρξε, ἀλλά σέ αὐτό συνέβαλε καί ὁ σήμερα ἱεραπόστολος Μητροπολίτης Γέρων  Ναϊρόμπι κ. Μακάριος, ὄπως καί οἱ Ἀρχιερεῖς τῆς Τανζανίας ὅπου πέρασε ὁ π. Χρυσόστομος ἀλλά καί ὄλων τῶν ἐπαρχιῶν τοῦ Θρόνου,οἰ ὀποῖοι ἀδιακόπως κτίζουν Ἰερούς Ναούς πρός δόξαν Θεοῦ καί σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.

Πολλὲς φορὲς οἱ ἀνθρώπινες ἀδυναμίες ἀποτελοῦν ἀφορμὲς ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ νὰ μεταφερθεῖ καὶ σὲ ἄλλες περιοχὲς καὶ χῶρες. Ὁ π. Χρυσόστομος δὲν κάμπτεται ἀπὸ ἐμπόδια ποὺ ἀναφύονται ἐμπρός του καὶ μὲ συνοδεία τὸν ἱεραποστολικό του ζῆλο φθάνει μέχρι τὸ τότε γνωστὸ Ζαΐρ, ποὺ σήμερα λέγεται «Λαϊκὴ Δημοκρατία τοῦ Κογκὸ». Οἱ ἀνάγκες μεγάλες τότε στὸ Κογκό, λίγοι ὅμως οἱ ἄνθρωποι ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ στηρίξουν τὸ ἔργο. «Ὁ θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργᾶται ὀλίγοι». Ὁ γέροντας ὑπῆρξε ὁ θεμελιωτὴς τῆς Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολῆς στὴν Λαϊκὴ Δημοκρατία τοῦ Κογκό. Τὸ Κολουέζι, ἡ Κασέγκα, ἡ Κινσάσα, ἡ Κανάγκα ἔχουν πολλὰ νὰ ποῦνε.

Φθάνει στὸ Κολουέζι τὸν Νοέμβριο τοῦ 1970 καὶ ξεκινᾶ τὸ ἱεραποστολικό του ἔργο. Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ ὁ Μητροπολίτης Κεντρώας Ἀφρικῆς Κυπριανὸς τὸν στέλνει στὴν Κατάγκα ὅπου ἐργάσθηκε τόσο γιὰ τοὺς Ἕλληνες ὅσο καὶ γιὰ τοὺς Ἰθαγενεῖς. Ἀπὸ τὴν Κανάγκα ἰθαγενεῖς προτεστάντες πληροφορήθηκαν γιὰ τὴν παρουσία τοῦ π. Χρυσοστόμου στὴν Κατάγκα καὶ ἔσπευσαν ἀρκετοὶ ἀπὸ αὐτοὺς νὰ τὸν παρακαλέσουν καὶ νὰ τοῦ ζητήσουν νὰ μεταβεῖ στὴν Κανάγκα καὶ νὰ μεταφέρει καὶ ἐκεῖ τὴν Ὀρθοδοξία. Τοῦ μίλησαν καὶ τοῦ εἶπαν πὼς τὸν περίμεναν χιλιάδες ἄνθρωποι, ὅπως ἔγραφε στὸν τότε Ἱερομόναχο Νικηφόρο Μικραγιαναννίτη καὶ μετέπειτα Μητροπολίτη Κινσάσας. Ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Κινσάσας διατηροῦσε ἀπὸ φοιτητὴς ἐπικοινωνία μὲ τὸν π. Χρυσόστομο, μὲ συνεχόμενη μεταξύ τους ἀλληλογραφία (ἐπιστολὲς του ὑπάρχουν στὸ ἀρχεῖο τῆς Μητροπόλεως Κινσάσας) καὶ μὲ τὴν προσπάθεια τῶν δύο ὁ π. Νικηφόρος νὰ κατέβει καὶ νὰ τὸν βοηθήσει. Ὁ λόγος ποὺ δὲν κατάφερε ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης Κινσάσας νὰ κατέβει κοντὰ στὸν ἅγιο γέροντα, ἦταν ἀνεξάρτητοί τῆς θελήσεώς του.

Ὁ ἅγιος γέροντας πέρασε ἀπὸ τὴν Κινσάσα τὸ 1971 γιὰ λίγο καιρὸ καὶ οἱ τότε Ἕλληνες προσπάθησαν νὰ τὸν κρατήσουν κοντά τους. μὰ ὁ π. Χρυσόστομος εἶχε πεισθεῖ πὼς ἔπρεπε νὰ μεταβεῖ στὴν Κανάγκα. Ἔγραφε τότε στὸν μακαριστὸ Κινσάσας Νικηφόρο, « παρὰ τὰ γεράματα καὶ τὴν κούρασιν κάτι μπορῶ νὰ κάμω ἀκόμη. Σᾶς δίδω τὴν πληροφορίαν γιὰ νὰ χαρεῖτε, προσευχηθεῖτε δὲ ὅλοι οἱ πατέρες καὶ οἱ ἀδελφοὶ ἰδιαιτέρως θερμά. Ἦλθαν καὶ ξαναῆλθαν ἀπὸ τὰ ἐνδότερά του Κογκὸ ἐπιτροπὲς καὶ μὲ ζήτησαν νὰ πάω κοντὰ των γιὰ νὰ προσχωρήσουν ὁμαδικὰ στὴν Ὀρθοδοξίαν. ….. Εὔχεσθε καὶ προσεύχεσθε».

Ὁ π. Χρυσόστομος ἔφθασε μὲ τὸ τρένο στὴν Κανάγκα ἀρχὲς Ὀκτωβρίου 1972 συνοδευόμενος ἀπὸ τὴν ἀδελφὴ Ὄλγα. Τότε ὅπως ἔγραφε ὁ μικρὸς τότε καὶ μετέπειτα ἱερεὺς π. Κύριλλος, κάλεσε τοὺς ἀρχηγοὺς τῶν σεκτῶν καὶ ἔκανε μία συνεδρία, παρόντος τοῦ τοπικοῦ ὑπουργοῦ τῆς δικαιοσύνης καὶ τοὺς μίλησε γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία λέγοντας μεταξὺ τῶν ἄλλων « Ἀναζητήσατε τὴν ἀλήθειαν καὶ σήμερον τὴν εὐρήκατε». Σημειώνει ὁ μακαριστὸς πλέον π. Κύριλλος «ἦταν τόσο πειστικός. Τὸ κήρυγμα του ἦταν σὰν γάλα καὶ μέλι ποὺ δὲν εἶχαν ξανακούσει οὔτε ἀπὸ τοὺς Καθολικοὺς οὔτε ἀπὸ τοὺς Προτεστάντες.»

Ὁ π. Χρυσόστομος ξεκίνησε ἀμέσως τὶς πρῶτες κατηχήσεις, βαπτίσεις, γάμους, Θεῖες Λειτουργίες καὶ ἱεραποστολικὲς ἐξορμήσεις. Στὶς 13 Δεκεμβρίου ὁ π. Χρυσόστομος συνοδευόμενος ἀπὸ τὴν ἀδελφὴ Ὄλγα ἀνεχώρησε γιὰ τὸ Μπουζουμᾶι. Κατὰ τὴν διαδρομὴ τὸ αὐτοκίνητο κόλλησε στὴν ἄμμο καὶ προσπαθοῦσαν νὰ τὸ ξεκολλήσουν. Ὁ π. Χρυσόστομος ἀποτραβήχθηκε λίγα μέτρα γιατί δὲν ἔνιωθε καλά. Μία στιγμὴ ἡ ἀδελφὴ Ὄλγα τὸν ἀναζήτησε καὶ τὸν βρῆκε νὰ αἱμορραγεῖ. Τὸν μετακίνησαν σὲ ἕνα ἰατρεῖο στὸ πλησιέστερο χωριὸ καὶ στὴν συνέχεια ἐπανῆλθαν στὴν Κανάγκα, γιὰ νὰ λάβει ὁ π. Χρυσόστομος κατάλληλη ἀγωγή. Ἡ κατάσταση τῆς ὑγείας του βελτιώθηκε λίγο, τὴν 25η Δεκεμβρίου, τέλεσε μὲ πολλή δυσκολία τὴν Θεία Λειτουργία μὲ τὴν ταλαιπωρημένη φωνή του νὰ ὑποδηλώνει τὴν σοβαρότητα τῆς καταστάσεώς του. Τὴν Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου τὸ πρωὶ εἰσήχθη στὴν Κλινική της Κανάγκας. Τὴν 29η Δεκεμβρίου παρέδωσε τὴν ἁγιασμένη ψυχή του στὸν ἐκλεκτό της καρδιᾶς του, Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό.

Οἱ Καναγκαῖζοι πιστοὶ ἀνέλαβαν τὰ τῆς κηδείας του, μὲ ὅποιες προσευχὲς γνώριζαν, μὲ τὰ παραδοσιακά τους τραγούδια καὶ ἔθιμα. Δὲν βρέθηκε ὀρθόδοξος ἱερεὺς νὰ τελέσει τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία του. Πραγματοποιήθηκε αὐτὸ ποὺ ἔλεγε σὲ ὅσους τοῦ ἔλεγαν νὰ γυρίσει στὴν Ἑλλάδα «Καλύτερα νὰ πεθάνω ἄδοξος στὴν Ἀφρικὴ παρὰ ἔνδοξος στὸ κελλί μου, στὴν ἡσυχία μου. Δὲν μπορῶ νὰ φύγω ἀπὸ ἐδῶ, δὲν θέλω, κάτι μὲ κρατᾶ». Πηγαίνοντάς τον στὸ κοιμητήριο τῆς πόλης Καθολικοὶ ἱερεῖς τοὺς σταμάτησαν καὶ τοὺς παρεκάλεσαν νὰ κάνουν αὐτοί μία προσευχὴ στὸν πατέρα Χρυσόστομο ἀφοῦ δὲν ὑπῆρξε ἱερεύς. Μετὰ ἀπὸ μέρες ἦρθε ἀπὸ τὸ Λουμπουμπάσι ὁ Γενικὸς Ἀρχιερατικὸς Ἐπίτροπος π. Ἐμμανουὴλ  Ζοππᾶς καὶ διάβασε ἐπὶ τοῦ τάφου τὴν νεκρώσιμη ἀκολουθία λέγοντας στοὺς νεοφωτίστους πιστοὺς «ἀδελφοί μου, ὁ νεκρὸς εἶναι ζῶν … αὐτὸ ποὺ συνέβη ἦταν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ».

Πράγματι ἔφυγε ὡς μάρτυρας. Ἔλεγε ὁ ἴδιος, «Ἐδῶ χρειάζεται νὰ μαρτυρήσουν μερικοὶ γιὰ νὰ ξεκινήσει ἡ ἱεραποστολή μας». Ὁ ἴδιος ὄχι ἁπλῶς ἔδωσε τὸ αἷμα του, ἀλλὰ κάθε κόπος, κάθε δυσκολία, κάθε πειρασμός, ὑπῆρξε καὶ ἕνα μαρτύριο τοῦ ἁγίου πατρός.

Τὸ ἔργο τοῦ ὅμως δὲν ἔμεινε στὸ κενό. Ὁ π. Χαρίτων Πνευματικάκις, μὲ τὸν ὁποῖον εἶχε φιλικὴ καὶ πνευματικὴ σχέση ἀπὸ τὰ παλαιά, ἀπὸ τότε ποὺ ὑπηρετοῦσαν μαζὶ στὴν Ἔδεσσα, ἀδελφὸς τῶν Θεολόγων «Ο ΣΩΤΗΡ» καὶ Ἱεροκῆρυξ τῆς Μητροπόλεως Πατρών, τὸν διαδέχθηκε στὸ θεάρεστο αὐτὸ ἔργο τῆς Κανάγκας.

Σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ τελευταία του γράμματα, στὶς 7 Νοεμβρίου τοῦ 1972 ἔγραφε στὸν τότε π. Νικηφόρο καὶ μετέπειτα Μητροπολίτη Κινσάσας «Μὰ ἂν ἤξερες τὴν δεινὴν θέσιν ποὺ βρίσκομαι – γέρων πλέον καὶ πολὺ κουρασμένος – ἐδῶ, θὰ τὰ παρατοῦσες ὅλα καὶ ἀκόμη θὰ ζητιάνευες γιὰ νὰ βρεῖς τὰ ἔξοδα νὰ ἔλθεις κοντά μου. Βρίσκομαι τώρα σχεδὸν στὸ κέντρον τῆς ἀπέραντης αὐτῆς χώρας καὶ ἑβδομήντα καὶ ἑκατόν, χιλιάδες Ἀφρικανῶν ζητοῦν νὰ εἰσέλθουν στὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μας. Τί νὰ πρωτοκάμω – μάλιστα τόσον ἀδύνατος – σ’ αὐτὸ τὸ πλῆθος; Καὶ δὲν εἶναι ὅλοι μαζὶ σὲ μία ἐνορία, ὅπως στὴν Ἀθήνα καὶ Θεσσαλονίκη, ἀλλὰ σκορπισμένοι σὲ μεγάλη ἔκταση. Ἐγὼ βέβαια μὲ τὸ ἔλεος καὶ τὴν δύναμι τοῦ Σωτῆρος μᾶς Χριστοῦ θ’ ἀγωνισθῶ διαθέτοντας καὶ τὶς τελευταῖες μου δυνάμεις στὴν ἔπαλξιν αὐτὴν καὶ ἴσως πεθάνω μαχόμενος στὴν πρώτη γραμμή. Μὰ σύ, σὰν παλικάρι, ἀνάλαβε τουλάχιστον νὰ εἰπῆς σ’ ὅλους τους φοιτητὲς καὶ ἱεροσπουδαστές μας, εἰς σ’ ὅλους τους νεωτέρους ἀγάμους κληρικούς μας, τὸν παρακάτω στίχον τοῦ παλαιοῦ Τυρταίου στοὺς πολεμιστὲς τῆς ἀρχαίας Σπάρτης. Τὸν διάβασα σὲ νεοελληνικὴ μετάφραση, ὅταν ἤμην μαθητὴς τοῦ Δημοτικοῦ καὶ τὸν θυμᾶμαι : “Ἐντροπή σας!

Ἐντροπή σας ἀπὸ πίσω νάναι ὁ νιός,

Καὶ ὁ ἀδύνατος ὁ γέρος νὰ πεθαίνει μπροστινὸς “.

Ὄχι πὼς ἀξίζω ἢ πὼς προσφέρω τίποτε, ἕνας μηδαμινὸς καὶ ἀνάξιος ἐργάτης τοῦ Κυρίου, ποὺ εἶμαι. Ἀλλὰ γιατί ἔπρεπε πολλοὶ ἀπὸ τοὺς φλογεροὺς νέους, ποὺ ἀφοσιώνονται στὸν Χριστὸν - ἡ τουλάχιστον κάποιοι - νὰ βρίσκονται ἐδῶ. Τὶς πολλὲς εὐχές μου στοὺς συμφοιτητές σου καὶ καλὴ ἐπιτυχία καὶ πρόοδο. Ὁ ἀγώνας σας δὲν εἶναι γιὰ μιὰ θεσούλα μὲ ἕνα πτωχὸ μισθάριον, ἀλλὰ γιὰ κάτι ὑψηλὸν καὶ αἰώνιον.»

Αὐτὸ ἦταν τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἦθος τοῦ ἁγίου πατρός, πνευματικό, ταπεινό, μὲ ὁλοκληρωτικὴ ἀφοσίωση στὸ ἔργο ποὺ τοῦ φανέρωσε ὁ Θεός, μὲ ὑπακοὴ στὴν Ἐκκλησία, μὲ ὑπομονή, ἕτοιμος νὰ πεθάνει γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, καταφρονώντας κάθε τί κοσμικό. Ὅλα γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.

Γιὰ τὸν π. Χρυσόστομο γράφει χαρακτηριστικὰ ὁ διάδοχός του καὶ συνεργάτης ἀπὸ τὰ παλαιὰ στὴν πόλη τῆς Ἔδεσσας, ὁ μεγάλος καὶ ἁγιασμένος ἱεραπόστολος Ἀρχιμανδρίτης Χαρίτων Πνευματικάκις. «Μισὸς ἄνθρωπος αὐτός, μὲ κλονισμένη ὑγεία, μὲ σαρκίο ἀσθενικό, ἰσχνόφωνος καὶ βραδύγλωσσος, στερημένος ἐξωτερικῶν ἐντυπωσιακῶν προσόντων, ἐχρειάζετο ἀπέραντη τόλμη νὰ διαθέτη καὶ ἄλλη τόση αὐταπάρνηση γι’ αὐτὸ τὸ παράτολμο τόλμημά του. Τὴν εἶχε καὶ τὴν διέθεσε. Γι’ αὐτὸ «Θείω καλυφθείς ὁ βραδύγλωσσος γνόφω. Ἐρρητόρευσε τὸν θεογράφον νόμον» μεταξὺ τῶν μαύρων καὶ ἐπεβλήθη στὴν Μαύρη Ἤπειρο καὶ ἀνεδείχθη ὁ «ὁ παπποὺς» καὶ ὁ Ἅγιος της Ἀφρικῆς. Ὅμως τότε καὶ πάντοτε δὲν ἐπηρεάζει, καὶ κατακτᾶ ἡ εὐγλωττία καὶ ἡ ρητορεία, ἡ ρώμη καὶ ἡ ὑγεία, τὸ παράστημα καὶ τὰ ἄλλα ἐξωτερικὰ φανταχτερὰ προσόντα, ἀλλὰ τὸ πνεῦμα, ἡ ἁγιότης, ὁ ζῆλος, ἡ ἀρετή, ἡ κατὰ Θεὸν ζωή, τὸ παράδειγμα». Συνεχίζει ὁ π. Χαρίτων, «Ὅταν, πρὸ ἐτῶν, τὸ 1965, ἐπῆγε στὴν Οὐγκάντα ἡ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Θεσσαλονίκης μὲ τὸν Κοσμήτορά της, τὸν τότε κ. Ἱερώνυμο Κοτσώνη, καὶ Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος, σὲ μία δεξίωση στὴν Καμπάλα, ἕνας τῆς ἀκολουθίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς παρετήρησε ὅτι ὁ π. Χρυσόστομος ἦταν πολὺ καταβεβλημένος καὶ ἐξέφρασε τὴν γνώμη, ὅτι θὰ ἔπρεπε νὰ ἐπιστρέψει στὴν Ἑλλάδα πιά. Τότε ὁ Ἀφρικανὸς Ὀρθόδοξος ταγματάρχης τῆς Ἀστυνομίας Ἰωνάθαν Σεντεγκέγια, παρεμβαίνων, εἶπε: «Ὄχι, νὰ μὴ φύγει ὁ π. Χρυσόστομος, νὰ μείνει ἐδῶ, νὰ πεθάνει στὴν χώρα μας, γιὰ νὰ ἔχουμε καὶ ἐμεῖς ἕνα ἅγιο λείψανο, γιατί ὁ π. Χρυσόστομος εἶναι ἅγιος». ταῦτα ἔλεγε καὶ ἔγραφε στὸ περιοδικὸ “Πρωτόκλητος”, τοῦ Συλλόγου Ὀρθοδόξου Ἐξωτερικῆς Ἱεραποστολῆς τῶν Πατρῶν.

Ὁ π. Χαρίτων στὸ περιοδικὸ «ΔΡΑΣΙΣ» τῆς Χ.Φ.Δ. τὸ ἔτος 1973 ἔγραφε τὰ ἑξῆς γιὰ τὸν πατέρα Χρυσόστομο: «Τώρα ἔχουν καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι Ἀφρικανοὶ ἀδελφοί μας ἕνα ἅγιον λείψανο! Αὐτὸ τὸ λέγουν ἐκεῖνοι, ποὺ τὸν ἔζησαν περισσότερον παντὸς ἄλλου, ποὺ τὸν ἠγάπησαν καὶ τοὺς ἠγάπησε περοσσότερον παντὸς ἄλλου.»

Ἐπίσης ὁ μακαριστὸς Θεολόγος Αθανάσιος Φραγκόπουλος τῆς ἀδελφότητος Θεολόγων “Ο ΣΩΤΗΡ” ἔγραφε «Ὑπεδέχθησαν εἰς τὸν οὐρανὸν τὴν μακαρίαν ψυχήν του, πλῆθος ἀγγέλων καὶ ἀργαγγέλων, διὰ νὰ τὸν ἐντάξουν εἰς ὑην χορείαν τῶν μεγάλων ἀγωνιστῶν τῆς πίστεως καὶ ἀποστόλων τοῦ Εὐαγγελίου. Τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως καὶ ἀνταποδόσεως αἳ ψυχαὶ τῶν μαύρων ἀδελφῶν μας, αἳ ὁποῖαι ὑπὸ τοῦ πατρὸς Χρυσοστόμου ἀνεγεννήθησαν διὰ τοῦ Βαπτίσματος καὶ ἐτράφησαν μὲ τὸν Ἄρτον τῆς Ζωῆς καὶ ἐγαλουχήθηκαν μὲ τὰ νάματα τῆς Ὀρθοδοξίας, θὰ ἀποτελοῦν στέφανον περίλαμπρον, ὁ ὁποῖος θὰ τὸν κοσμῆ καὶ τὸν ὁποῖον μαζὶ μὲ τοὺς εἴκοσι τέσσαρας πρεσβυτέρους τῆς Ἀποκαλύψεως ( δ’ 10 – 11 ) θὰ καταθέση καὶ ἐκεῖνος «ἐνώπιον τοῦ καθημένου ἐπὶ θρόνου» διὰ νὰ καθήση καὶ αὐτὸς εἰς θρόνους οὐρανίας δόξης καὶ τιμῆς «περιβεβλημένος ἐν ἰματίοις λευκοῖς» ἀπολαύων τοιουτοτρόπως «τὸν μισθὸν τῶν πιστῶν καὶ φρονίμων οἰκονόμων», δὶ’ ὅσα ὑπὲρ τῆς δόξης τοῦ Οὐρανίου Ἀρχηγοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐπὶ τεσσαρακοντετίαν ὅλην ἀόκνως ἱερατικῶς διηκόνησεν».

Ἔχουμε λοιπὸν ἂφ ἑνὸς μὲν τὴν συνείδηση τῶν ἐν Ἀφρικὴ Ὀρθοδόξων ὅτι ὁ π. Χρυσόστομος εἶναι Ἅγιος, ἀφετέρου δὲ τὴν πίστη καὶ τὴν πεποίθηση μεγάλων ἐκκλησιαστικῶν μορφῶν ἀλλὰ καὶ γενικότερα τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας περὶ τῆς ἁγιότητος τοῦ πατρός. Ἀπὸ ὅπου καὶ ἐὰν πέρασε ὁ π. Χρυσόστομος ἄφησε φήμη ἁγίου μοναχοῦ, κληρικοῦ καὶ ἱεραποστόλου. Ἡ ζωὴ του ἦταν πεντακάθαρη σὰν τὸ ἀπάτητο χιόνι, ἔλαμπε ὡς χρυσὸς καὶ ὡς διαμάντι. Τὸ πρόσωπο του ἀκτινοβολοῦσε φῶς, τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ. Τὸ πέρασμα του σκορποῦσε εὐωδία, τὴν εὐωδία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ πνευματικὸς λόγος του ἦταν πύρινος ἀλλὰ καὶ γλυκὺς καὶ 16 παρήγορος καὶ ἀναπαυτικός. Οἱ Ἀφρικανοὶ ἀδελφοί μας τὸν ἀγάπησαν ὡς πραγματικό τους πατέρα, γιατί ἦταν πατέρας, γιατί γιὰ αὐτοὺς ξενιτεύτηκε, τὰ ἄφησε ὅλα πίσω ὅπως καὶ οἱ Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ, νὰ κερδίσει τὶς ἁγνὲς καρδιὲς τῶν Ἀφρικανῶν, μᾶλλον ὁ Χριστὸς νὰ τὶς κερδίσει. Ἔδωσε ἐξετάσεις ὡς ἱεραπόστολος ὁ π. Χρυσόστομος καὶ πέρασε μὲ ἄριστα !!!

Ἀκολούθησε πιστά τους λόγους τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσόστομου «ὁ σπουδάζων ἑξαρπᾶσαι ἀδελφὸν ἐκ τῆς φάρυγγος τοῦ διαβόλου μιμεῖται τὸν Θεὸν» (Κατηχ.ΣΤ,19) καὶ «ὑπεύθυνος γὰρ ἕκαστος ἠμῶν τῆς τοῦ πλησίον σωτηρίας ἐστί» (ΕΠΕ 29, 316). Ὁ π. Χρυσόστομος κατέστη πρότυπο προσφορᾶς και θυσίας. Ἡ ἀπαίτηση γιὰ πρότυπα εἶναι πόθος καὶ αἴτημα δυνατὸ κάθε ἀνθεωπου . κάθε τόπου καὶ κάθε ἐποχῆς. Ἔτσι ἡ Ἀφρικανικὴ Ἤπειρος δύναται νὰ ἀτενίζει εἰς τὴν μορφὴν τοῦ ἅγιου ἀνδρὸς καὶ νὰ ἀντιγράφει τὴν χριστομίμητη πολιτεία του, διότι ἡ ἁγιότητα εἶναι δυνατὴ σὲ ὅλους μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ἐντός τῆς Ἐκκλησίας ἡ ὁποία εἶναι ἐργαστήριο ἁγιότητος.

Ἕνας ἄνθρωπος, ὅπως ὁ π. Χρυσόστομος, ὁ ὁποῖος τήρησε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ «ἅγιοι ἔσεσθε ὅτι ἅγιος ἐγώ Κύριος ὁ Θεός» (Λευιτ.19,2) καί δίδαξε «λόγω καὶ ἔργω» τὴν πορεία ἀπὸ τὸ «κατ΄ εἰκόνα» εἰς τὸ «καθ ὁμοίωσιν», ἀξίζει νὰ τεθεῖ «ἐπὶ τὴν λυχνίαν», ἴνα «λάμπη πᾶσι τοῖς ἐν τῆ οἰκία, ὅπως ἴδωσιν οἱ ἄνθρωποι τὰ καλὰ (ἱεραποστολικὰ) ἔργα αὐτοῦ καὶ δοξάσωσι τὸν Πατέρα αὐτῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ.ε,14-16).

Ἀσφαλῶς καὶ στὴν ἀγαπῶσα καρδιὰ τοῦ Πατριάρχου μας καὶ ὅλων ἠμῶν τῶν συγκροτούντων τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τοῦ παλαιφάτου Πατριαρχείου μας, τὸ Πατριαρχεῖο τοῦ Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοὺ Μάρκου, στὶς καρδιὲς ὅλων μας, ἡ φωνὴ τοῦ Κυρίου μᾶς φωνάζει, ὅτι ὁ π. Χρυσόστομος εἶναι ἅγιος. Τὸ Πατριαρχεῖο μας ποὺ ἀπὸ τὸν πρῶτον αἰώνα ἕως σήμερα εὐαγγελίζεται καὶ κηρύσσει «Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ τοῦτον Ἐσταυρωμένον καὶ Ἀναστάντα» τὸ Πατριαρχεῖο μας τὸ ὁποῖο ἀνέδειξε χιλιάδες Ἁγίους (Ἱεράρχες, Ὁμολογητές, Ἀσκητές, Μάρτυρες), συνεχίζει νὰ ἀναδεικνύει , οἱ ὁποῖοι καὶ στολίζουν τὸ Πατριαρχεῖο μας καὶ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας.

Πρoσωπικά, ἐκζητῶ τὴν ἐπιείκειά Σας γιὰ ὅσα πιθανῶς – ἀθελήτως πάντως - ἀστόχησα στὴν ταπεινή μου κατάθεση ἐνώπιόν του Μακαριωτάτου καὶ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καὶ σᾶς παρακαλῶ νὰ εὔχεσθε ὥστε «Ἡ Θεία Χάρις, ἡ πάντοτε τὰ ἀσθενῆ θεραπεύουσα καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῦσα» νὰ κραταιώνει ὅλους μας, καὶ διὰ πρεσβειῶν τοῦ Ὁσίου Ἀρχιμανδρίτου καὶ μεγάλου Ἱεραποστόλου Χρυσοστόμου Παπασαραντοπούλου, νὰ μᾶς ἐνισχύει εἰς τὴν διακονία ἀναρίθμητων ἀνθρώπων τοῦ πανσέπτου Πατριαρχείου ἠμῶν, οἱ ὁποῖοι διψοῦν γιὰ τὴν Ἀλήθεια καὶ τὴν Ὀρθοδοξία.

«Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, μεγάλε Ἱεραπόστολε καὶ φωτιστὰ τῆς ἐν Ἀφρικῆ Ἐκκλησίας πρέσβευε τῷ Ἐλεήμονι Θεῶ ἴνα πταισμάτων ἄφεσιν παράσχη ταῖς ψυχαῖς ἠμῶν».


Δεν υπάρχουν σχόλια: