Η εισήγηση - παρουσίαση της εκδηλώσεως στην Κόνιτσα για την αείμνηστο ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟ έγινε από τον κ. Βασίλειο Μάλιακα.
Ο Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης Σεβαστιανός – από την κοίμηση του οποίου συμπληρώθηκαν φέτος 20 ολόκληρα χρόνια - υπήρξε μια από τις σημαντικότερες εκκλησιαστικές φυσιογνωμίες του 20ου αιώνα, που συνέδεσε το όνομά του – στο πλαίσιο της ενασχόλησης της Εκκλησίας της Ελλάδος με τα Εθνικά Ζητήματα – με το θέμα της Βορείου Ηπείρου, το οποίο και επανέφερε δυναμικά στο προσκήνιο της ελληνικής πολιτικής σκηνής, ιδιαίτερα στις δεκαετίες του 1980 και 1990.
Ο Σεβαστιανός πάνω απ’ όλα, και πρώτα απ’ όλα, ήταν Ιερωμένος. Αυτό απέδειξε τόσο η ζωή του – ασκητική και λιτή – όσο και ο θάνατός του. Το μόνο που άφησε κληρονομιά ήταν η πνευματική του παρακαταθήκη. Υλικό πλούτο, περιουσία και χρήματα, όπως αποδείχθηκε άλλωστε, δεν απέκτησε και ούτε και επεδίωξε να αποκτήσει.
Παράλληλα με την εκκλησιαστική του δράση και διακονία, και τον θεολογικό – κηρυγματικό και ποιμαντικό του λόγο, άρθρωσε λόγο κατ’ εξοχήν εθνικό, με την κυριολεκτική σημασία του όρου.
Ο Σεβαστιανός με συνεχείς παρεμβάσεις προς την πολιτική ηγεσία της χώρας αλλά και διεθνή κέντρα εξουσίας, επεδίωξε την επίλυση του βορειοηπειρωτικού ζητήματος. Ενός εθνικού ζητήματος το οποίο ο ίδιος συνέδεε με την όλη του αρχιερατική υπόσταση. Ήταν μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, και ένα κομμάτι της εκκλησιαστικής του δικαιοδοσίας – όπως ο ίδιος συχνά συνήθιζε να υπογραμμίζει - ήταν υπό Αλβανική κυριαρχία. Μάλιστα την εποχή εκείνη που στην Αλβανία η Εκκλησία ήταν υπό απηνή διωγμό, και δεν υπήρχε καμία εκκλησιαστική αρχή σ’ ολόκληρη τη χώρα - και κατά συνέπεια ούτε στην περιοχή της Βορείου Ηπείρου - ο Σεβαστιανός ως «υπέρτιμος και Έξαρχος πάσης Βορείου Ηπείρου» μητροπολίτης του Οικουμενικού Θρόνου, σήκωσε στους ώμους του την ευθύνη για την υπεράσπιση των δικαίων του ορθοδόξου πληρώματος, που στην περιοχή της Βορείου Ηπείρου ταυτιζόταν με την Ελληνική Εθνική Κοινότητα.
Όλη του η δράση στην ακριτική Μητρόπολη της Κόνιτσας, είναι συνυφασμένη με τους αγώνες του για τον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό. Το γεγονός αυτό του προσέδωσε εθναρχικό ρόλο στο Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα, χωρίς όμως ο ίδιος να χρησιμοποιήσει ποτέ τον όρο αυτό, για να χαρακτηρίσει τους αγώνες και τις προσπάθειες του γι’ αυτό το θέμα.
Η Κόνιτσα, η μικρή κωμόπολη στη μεθόριο με τη Βόρειο Ήπειρο και την Αλβανία, έγινε το κέντρο ενός αγώνα για το Βορειοηπειρωτικό, που απλώθηκε σε ολόκληρη την Ελλάδα, και σε ολόκληρο τον κόσμο· όπου υπήρχαν Έλληνες ή όπου υπήρχαν διεθνείς οργανισμοί που θα μπορούσαν να δώσουν κάποια λύση στην δραματική κατάσταση που ζούσε η Βόρειος Ήπειρος.
Η τοπική Εκκλησία της Κονίτσης, βίωνε και σε εκκλησιαστικό επίπεδο την δραστηριότητα αυτή του Επισκόπου της. Σε κάθε ευκαιρία, σε κάθε κήρυγμα ή ομιλία, ο λόγος του Μητροπολίτη Σεβαστιανού θα περιέκλειε και κάποια αναφορά στο Βορειοηπειρωτικό ζήτημα και στις εξελίξεις περί αυτού. Ακόμη και στο επίπεδο των Λατρευτικών Συνάξεων, η προσευχή υπέρ των Βορειοηπειρωτών ήταν παρούσα. Η προσθήκη στα «Ειρηνικά» της Θείας Λειτουργίας του «ὑπὲρ τῶν ἐν Βορείῳ Ἠπείρῳ δεινῶς χειμαζομένων ὁμοδόξων αδελφῶν ἡμῶν, και τῆς σωτηρίας αὐτῶν, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν», την οποία καθιέρωσε ο Σεβαστιανός, και η οποία μέχρι και σήμερα ακούγεται σε κάθε λειτουργία που τελείται στην εκκλησιαστική δικαιοδοσία της Ιεράς Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης, είναι μια απτή απόδειξη της πραγματικότητας αυτής.
Ο Σεβαστιανός βίωνε τον αγώνα για τη δικαίωση του Βορειοηπειρωτικού ελληνισμού ως καθήκον και υποχρέωση δική του. Η μελέτη των κειμένων του, των ομιλιών του, των επιλογών του και γενικότερα της ζωής του, αποδεικνύουν τη βιωματική αυτή προσέγγιση του αγώνα του, γεγονός που τον έκανε να είναι μαχητικός και ανυποχώρητα διεκδικητικός – πολλές φορές απόλυτος – στις θέσεις και τις απόψεις του.
Και η σύγκρουσή του με τον πολιτικό κόσμο ήταν απόρροια αυτού του χαρακτήρα του, ο οποίος δεν μπορούσε να δεχθεί «εκπτώσεις» στην αλήθεια. Μια αλήθεια την οποία προσέγγιζε ιδανικά, μέσα από τις ιστορικές αποδείξεις και τις μαρτυρίες που είχε στη διάθεσή του, και όχι πολιτικά, διπλωματικά και συγκυριακά όπως οι πολιτικοί.
Ο λόγος του Σεβαστιανού έχει σαφή στοιχεία εθναρχικού λόγου. Χαρακτηρίζεται κυρίως από δύο άξονες. Από τη μια μεριά την καταπάτηση των θρησκευτικών δικαιωμάτων και ελευθεριών των ορθοδόξων της Βορείου Ηπείρου - οι οποίοι ανήκαν στο ποίμνιο του - και από την άλλη, την καταπάτηση των δικαιωμάτων του Βορειοηπειρωτικού ελληνισμού σε ό,τι αφορά το δικαίωμα της γλώσσας και της αυτοδιάθεσης.
Ο Σεβαστιανός παίρνει πρωτοβουλίες και οργανώνει τις ενέργειές του με κύριο γνώμονα τη δικαίωση του Εθνικού Ζητήματος της Βορείου Ηπείρου. Συσπειρώνει γύρω του νέους ανθρώπους που η δυναμικότητά τους και το αγωνιστικό τους φρόνημα μπορούν να στηρίξουν τις διεκδικήσεις του για το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα. Για παράδειγμα η δημιουργία και ίδρυση της Συντονιστικής Φοιτητικής Ένωσης Βορειοηπειρωτικού Αγώνα, της γνωστής στο πανελλήνιο ως «ΣΦΕΒΑ», τον σκοπό αυτό επιτελούσε. Συγκέντρωσε δίπλα του νέους ανθρώπους, που δυναμικά στήριξαν τον αγώνα που έκανε για το Βορειοηπειρωτικό Εθνικό Ζήτημα, πρωτοστατώντας με παλμό σε συλλαλητήρια, πορείες κ.τ.λ. Γι’ αυτό και ο Σεβαστιανός, σε κάθε ευκαιρία αναφερόταν στα «ηρωικά παλληκάρια της Σ.Φ.Ε.Β.Α.», κάνοντας μάλιστα ιδιαίτερη μνεία γι’ αυτά στη Διαθήκη του.
Ο Σεβαστιανός, στη προσπάθειά του να προωθήσει το ζήτημα της Βορείου Ηπείρου, και εφαρμόζοντας τον Παύλειο λόγο «τοῖς πᾶσι γέγονα τα πάντα, ἵνα πάντως τινας σώσω» (Α΄ Κορ. 9, 22), επιλέγει να εμπλακεί με τους πολιτικούς, για να καταφέρει να επαναφέρει το Βορειοηπειρωτικό στο πολιτικό προσκήνιο της Ελλάδας. Επικροτεί κάθε προσπάθεια ανάδειξης του ζητήματος, καταδικάζει κάθε αντίθετη προσπάθεια. Βρίσκεται απέναντι σε όσους εξ ορισμού είναι αντίθετοι στην επίλυση του Βορειοηπειρωτικού ζητήματος, γιατί απλά εξ ιδεολογίας θεωρούν ότι αυτό δεν υφίσταται, και συνομιλεί με εκείνους που δείχνουν προθυμία να συνδράμουν στην επίλυσή του, ακόμη και όταν βλέπει πως η προθυμία αυτή μπορεί να κρύβει και λόγους σκοπιμότητας (πολιτικά οφέλη).
Με αυτή την προοπτική πορεύτηκε ο Σεβαστιανός. Με συνεχείς οχλήσεις προσπάθησε να «αναστήσει» στην νεοελληνική κοινωνία το ζήτημα της Βορείου Ηπείρου, και να κινητοποιήσει λαό και πολιτικούς σε ένα αγώνα για την εξασφάλιση για τον ελληνισμό της Βορείου Ηπείρου, του αυτονόητου, για όλο τον υπόλοιπο πολιτισμένο κόσμο, σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Σ’ αυτήν την προσπάθειά του ο Σεβαστιανός απέκτησε αρκετούς συνοδοιπόρους, πολλούς φίλους και ορκισμένους «εχθρούς». Φίλους που στάθηκαν δίπλα του σε κάθε προσπάθεια και με κάθε θυσία, αλλά και αντιπάλους - ακόμη και μέσα από το χώρο της Εκκλησίας - που εναντιώθηκαν στις επιλογές του και αμφισβήτησαν την αγνότητα των ελατηρίων και η ανιδιοτέλεια των επιλογών του.
Ο ίδιος σημειώνει χαρακτηριστικά στη Διαθήκη του: «Ζητῶ, τώρα, συγγνώμην ἀπό ὅλους, ὅσους ἐλύπησα ἤ ἐπίκρανα καθ’ οἱονδήποτε τρόπον. Παρέχω δέ καί ἐγώ τήν ἐξ ὅλης ψυχῆς καί καρδίας μου συγχώρησιν εἰς ὅσους, ἄθελά τους, μέ ἐλύπησαν καί μάλιστα ἐξ αἰτίας τοῦ ἐθνικοῦ θέματος τῆς Β. Ἠπείρου. Τώρα, ἀσφαλῶς, ὅπως ἐξελίχθησαν τά πράγματα, ὅλοι, ὑποθέτω, θά ἀντελήφθησαν τήν ἁγνότητα τῶν προθέσεών μου».
Ο Σεβαστιανός από την ενασχόλησή του με το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα ούτε χρήματα απέκτησε, ούτε πολιτική αναγνώριση, αλλά ούτε και κάποια εκκλησιαστική εξέλιξη επιζήτησε. Η δήλωσή του στον τότε δημοσιογράφο της «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ» και μετέπειτα Υπουργό, Πάνο Παναγιωτόπουλο ότι την Μητρόπολη στην Κόνιτσα «δεν την αλλάζω με καμία άλλη σε ολόκληρη την Ελλάδα. Μία μόνο κίνηση δέχομαι. Να φύγω από την Κόνιτσα και να μεταφέρω την έδρα μου εκεί πού ήταν και πριν. Στο Αργυρόκαστρο!» δείχνει για μια ακόμη φορά ότι για τον Σεβαστιανό το Βορειοηπειρωτικό ήταν ζήτημα ηθικής, εθνικής και εκκλησιαστικής τάξης. Τίποτε περισσότερο. Τίποτε λιγότερο.
Αυτόν τον «υψιπέτη αετό», το «φωτεινό αστέρι» που λάμπρυνε το Έθνος και την Εκκλησία μας, χρεωστικώς τιμούμε σήμερα, 20 χρόνια από την εις Κύριον εκδημία του, εμείς που η χάρις του Θεού, μας αξίωσε να τον έχουμε Ποιμένα και Πνευματικό μας Πατέρα.
Κόνιτσα, 14 Δεκεμβρίου 2014
Βασίλειος Π. Μάλιακας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου