9/8/15

«Τήν Γηροκομίτισσα ἐγκωμιάσωμεν...»


Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν
κ.κ. Χρυσοστόμου



Ἡ Πάτρα ἔχει τήν μεγάλη εὐλογία ἀπό τόν Θεό νά προστατεύεται ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, τήν Γηροκομίτισσα, τῆς ὁποίας τό πανσεβάσμιο Μοναστήρι, παλλάδιο ἱερό, ἰατρεῖο πνευματικό, φάρος ἀειλαμπής, στεφανώνει τήν περικλεῆ καί περιάκουστη πόλη τῶν Πρωτοκλήτου.

Γηροκομίτισσα καί Ἅγιος Ἀνδρέας. Τά μάτια, ἡ καρδιά, ἡ ὕπαρξη ὁλόκληρη τοῦ κάθε Πατρινοῦ, ὅπου καί ἄν εὑρίσκεται, εἶναι στραμμένα σέ αὐτά τά πανσεβάσμια, τά ἅγια πρόσωπα, τῆς Μητρός τοῦ πάντων Βασιλέως ἀφ’ ἑνός καί τοῦ πρώτου στήν κλήση Μαθητοῦ ἀφ’ ἑτέρου, ὁ ὁποῖος μέ τήν διδασκαλία του καί τό μαρτύριό του ἵδρυσε τήν τῶν Πατρέων Ἀποστολική Ἐκκλησία.

Αὐτή τήν χαρά, τήν συγκίνηση, τό δέος, τήν εὐλάβεια ἐξέφρασε ποιητικά ὁ ἀοίδιμος τῶν Πατρῶν Ἀρχιερεύς Διονύσιος, ἐν ἔτει 1541 καί ὡς ἱερόν άτίμητον πνευματικόν θησαυρόν καί ἐκχύλισμα εὐλαβοῦς καρδίας, κατέλιπε εἰς ἡμᾶς τούς ἐπιγενομένους, ὥστε ἐνώπιον τῆς θαυματουργοῦ εἰκόνος τῆς Παναγίας ἱστάμενοι, νά Τήν ἐγκωμιάζωμε καί νά Τήν μακαρίζωμε.


Κάθε χρόνο τήν Κυριακή πρό τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, στό Μοναστήρι τῆς Παναγίας μας, στό Γηροκομειό, λιτανεύομε τήν θαυματουργό καί ἁγία της Εἰκόνα καί ἐναποθέτοντες αὐτήν ἐπί ηὐτρεπισμένου θρόνου, ἱστάμεθα ἐν εὐλαβείᾳ Κλῆρος καί Λαός καί τήν ἐγκωμιάζομε ἐπαξίως, ὡς «μεθόριον μεταξύ κτιστῆς καί ἀκτίστου φύσεως», (Ἃγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς) ὡς γέφυρα μετάγουσα τούς ἐκ γῆς πρός οὐρανόν, ὡς μετά τόκον παρθένον καί μετά θάνατον ζῶσαν.

Χαιρόμεθα ἰδιαιτέρως, διότι κατά τά τελευταῖα ἔτη, τό πλῆθος τῶν εὐσεβῶν Χριστιανῶν, πού ἀνέρχεται στό Μοναστήρι, γιά νά χαιρετίσῃ καί νά μακαρίσῃ τήν Παναγία τήν Γηροκομίτισσά μας, εἶναι ὄντως μέγα, σέ σημεῖο πού νά μή χωροῦν πλέον οἱ πιστοί στόν αὔλειο χῶρο, ἀλλά καί στά πέριξ τῆς Μονῆς. Ἕνα ἀνθρώπινο ποτάμι καταφθάνει στό Μοναστήρι ἀπό ὅλους τούς δρόμους πού ὁδηγοῦν ἀπό τήν πόλη καί τά προάστεια σέ αὐτό.

Κάποιοι ἀποροῦν ἐκφράζοντας τό γιατί καί τό πῶς. Ἐμεῖς γνωρίζοντες τήν θαυμαστή καί φοβερά τῆς Παναγίας μας προστασία, τήν ἀκοίμητη πρεσβεία καί τήν μεγίστη πρός Θεόν παρρησία της, οὐκ ἀποροῦμεν, ἀλλά τόν Θεόν δοξάζωμεν, καί ὑμνολογοῦμεν καί τήν Παναγίαν Αὐτοῦ Μητέρα θερμῶς καθικευτεύομεν καί ἐν δάκρυσι παρακαλοῦμεν, ἳνα ἀδιαλείπτως πρεσβεύῃ ὑπέρ πάντων ἡμῶν τῶν ἐν πολλοῖς δεινοῖς καί ἀνάγκαις ποικίλαις εὑρισκομένων. Γνωρίζομε τήν πολλή Της εὑεργεσία καί ἀκούομε τούς παλμούς τῆς καρδίας πρωτίστως τῆς ἰδικῆς μας, ἀλλά καί τῶν ἄλλων, ἀφοῦ ἡ καρδιά ἔχει τήν δική της λογική καί κινεῖται πέραν τῶν πεπερασμένων ἀνθρωπίνων δυνατοτήτων, γνωρίζουσα τήν θεοείδεια τοῦ ἀνθρώπου.

Ἔτσι, λοιπόν, τήν Κυριακή 9 Αὐγούστου καί ὥρα 7 τό ἀπόγευμα, θά ἀνέλθωμε στό Μοναστήρι τῆς Παναγίας μας στό Γηροκομειό, γιά νά Τῆς ψάλλωμε τά Ἐγκώμια καί νά ράνωμε τό θαυματουργό, περίπυστο καί πανσεβάσμιο Εἰκόνισμά Της, μέ τά δάκρυά μας καί τά μῦρα τῆς καρδιᾶς μας.

Ἐνώπιόν τῆς γλυκυτάτης μορφῆς Της, ἡ ὁποία παρηγορεῖ τήν ὕπαρξή μας, θά ἐπαναλάβωμε μαζί μέ τόν Ἱερό Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας, Ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό, ὁ ὁποῖος περιπαθῶς ἠγάπησε τήν Παναγία μας καί ἀπό καρδίας τήν ὕμνησε.

«...Καρδία καθαρά καί ἀμόλυντος, ὁρῶσα καί ποθοῦσα Θεόν τόν ἀόρατον. Γαστήρ ἐν ᾗ ὁ ἀχώρητος ὤκησε, καί μαστοί γάλακτος ἐξ’ ὧν ἐτράφη Θεός, τό παιδίον Ἰησοῦς. Πύλη Θεοῦ ἀειπαρθενεύουσα, χεῖρες Θεοῦ φέρουσαι καί γόνατα θρόνος τῶν χερουβίμ ὑψηλότερος, δι’ ὧν ἴσχυσαν χεῖρες ἐνειμέναι καί γόνατα παραλελυμένα. Πόδες, ὡς λύχνῳ φωτός τῷ τοῦ Θεοῦ ποδηγούμενοι νόμῳ καί ὀπίσω αὐτοῦ ἀνεπιστρόφως τρέχοντες, ἕως πρός τήν ποθοῦσαν τόν ποθούμενον εἵλκυσαν. Ὅλη παστάς τοῦ πνεύματος. Ὅλη πόλις Θεοῦ ζῶντος, ἣν εὐφραίνουσι τοῦ ποταμοῦ τά ὁρμήματα, τῶν τοῦ πνεύματος χαρισμάτων τά κύματα. Ὅλη καλή, ὅλη πλησίον Θεοῦ. Αὓτη γάρ ὑπεραναβᾶσα τά Χερουβίμ καί τά Σεραφίμ ὑπεραρθεῖσα πλησίον Θεοῦ ἐχρημάτισεν. ( Ελλ. Πατρολογία, ΚΕΠΕ, τόμ.96, 676).

Ἀδελφοί μου, μέσα σέ ἕνα δύσκολο κόσμο, γεμάτο πόνο, θλίψεις, πικρίες, ἀπογοητεύσεις ποικίλες ἐξ’ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας, τῆς ἀποστασίας δηλ. ἀπό τόν Θεό καί τῆς εἰδωλοποιήσεως τοῦ ἀνθρώπου, μόνη παραμυθία εἶναι καί παραμένει ἡ Θεοτόκος. Τό βλέμμα Της ἐνώνεται στίς στιγμές τῆς μοναξιᾶς καί τῆς ὀδύνης μέ τά δικά μας δακρυσμένα μάτια. Τά ἄχραντα χέρια Της ἁπλώνονται καί μᾶς ἀγκαλιάζουν προστατεύοντάς μας θαυμαστά. Τά ὦτα Της γοργά ἀκούουν τά πολλά αἰτήματά μας καί τό ἅγιο στόμα Της τά μεταφέρει ἐνώπιόν τοῦ Κυρίου μας, ὥστε οἱ δικές μας ἱκετηρίες, κατά τήν χαρακτηριστική ρήση τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, νά λαμβάνουν τίς σωτήριες ἀπό τόν Οὐρανό ἀπαντήσεις.

● Ἐλᾶτε ἀδελφοί μου, προστρέξατε, βιαστεῖτε νά φθάσωμε καί πάλι στήν ἱερά μάνδρα καί αὐλή Της, ἐκεῖ στό Γηροκομειό, ὃπου εὑρίσκεται θησαυρισμένο τό πανάγιο καί θαυματουργό ἐκτύπωμα τῆς μορφῆς Της καί ἀφοῦ ἀφήσωμε τήν ὅλη μας ὕπαρξη νά γονατίσῃ εὐγνωμόνως ἐνώπιόν Της, ἄς Τήν παρακελέσωμε 

● Γιά τήν ἰδική μας πνευματική προκοπή, τήν ἐν γένει πρόοδο καί σωτηρία.

● Γιά τίς οἰκογένειές μας, καί τούς ἐμπεριστάτους ἀδελφούς μας πού δέν ἔχουν ἀπαντοχή ἄλλη στόν κόσμο.

● Γιά τούς ἀσθενεῖς, πού βρίσκονται στοῦ πόνου τό κρεββάτι, ὥστε νά εὕρουν τήν ψυχοσωματική τους ὑγεία.

● Γιά τούς πένητες, πού ἁπλώνουν ἱκετευτικά τά χέρια τους γιά λίγη στοργή καί ἀγάπη.

● Γιά τούς νέους μας, πού ἔχουν φορτωθῆ τό βάρος μιᾶς ἁμαρτωλῆς κοινωνίας καί θαλασσοδέρνονται στῆς ζωῆς τό πέλαγος ψάχνοντας γιά λιμάνι ὑπήνεμο καί σανίδα σωτηρίας.

● Γιά τούς γονεῖς, πού σηκώνουν τό βαρύ σταυρό τῆς ἀνατροφῆς τῶν παιδιῶν τους μέσα σέ μιά τόσο σκληρή, δύσκολη καί ἀπαράκλητη ἐποχή.

● Γιά τούς πεπλανημένους, πού ἀρνήθηκαν τήν Ὀρθόδοξη καί ἁγία μας πίστη καί χάνονται μέσα στό ψέμα καί τίς καταστροφικές ἑτεροδιδασκαλίες, ὥστε νά βροῦν τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς καί νά ἐπανενταχθοῦν στήν μία καί μόνη σώζουσα ποίμνη, στήν Ἁγία μας, δηλ. Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία.

● Γιά τούς πενθοῦντες καί ἰδιαίτερα γιά τούς γονεῖς, πού προέπεμψαν τά παιδιά τους στήν αἰωνιότητα, ὥστε νά γλυκάνῃ ἡ μεγάλη μας Μάνα, ἡ Παναγία, τόν πόνο τους καί νά γίνεται ὁ Κύριος, Κυρηναῖος στήν ἄρση τοῦ Σταυροῦ τους.

● Γιά τούς ξηνητεμένους ἀδελφούς μας, ὥστε στούς ξένους τόπους πού βρίσκονται νά αἰσθάνωνται τήν γλυκυτάτη θαλπωρή καί παρηγοριά τῆς Παναγίας μας, τόν ἐπιστηριγμό καί τήν πνευματική ἐνίσχυση.

● Γιά τούς κλυδωνιζομένους ἀπό τούς ποικίλους πειρασμούς τοῦ διαβόλου καί ὡς καλάμῳ ὑπό τοῦ παμπονηροτάτου καί μισοκάλου δαίμονος σαλευομένους, ὥστε νά νικοῦν, μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ τάς μηχανάς τοῦ ἀρχεκάκου ἐχθροῦ.

● Ἀλλά, καί γιά τήν Πατρίδα μας, ἀδεφλοί μου, νά παρακαλέσωμε τήν Παναγία μας, τήν Ὑπέρμαχο Στρατηγό τοῦ Γένους μας, νά μή μᾶς ἀφήσῃ ἰδιαίτερα τώρα, αὐτή τή στιγμή, σ’ αὐτή τήν δύσκολη καμπή τῆς ἱστορίας μας, ἀλλά νά προστρέξῃ σπλαγχνικά, καί νά μᾶς σκεπάσῃ στοργικά. Νά παρίδῃ τίς πολλές μας ἁμαρτίες καί νά ὑψώσῃ χεῖρας ἱκέτιδας πρός Υἱόν καί Θεόν Της, προκειμένου νά μᾶς ἐλεήσῃ καί νά μᾶς σώσῃ, ὡς Ἒθνος καί ὡς Λαό, νά μᾶς στηρίξῃ στήν ἀδυναμία μας, νά δώσῃ ἐλπίδα στήν ἀπελπισία μας, νά χαρίσῃ γλυκασμό στήν καρδιά μας καί ἔξοδο ἀπό τά δεινά μας.


Γνωρίζομε ἀδελφοί μου, ὅτι εἴμαστε ἁμαρτωλοί καί τρισάθλιοι. Ὅμως δέν ἀγνοοῦμε ὅτι, «ὅπου ὑπερεπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ἐκεῖ ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις» καί, «πολύ ἰσχύει δέησις Μητρός πρός εὐμένειαν Δεσπότου».

Δεν υπάρχουν σχόλια: