10/3/20

Επιστήμονας και ψευδοεπιστήμονας – Ποια μάνα αδιαφορεί για τα παιδιά της;

Επιστήμονας και ψευδοεπιστήμονας – Ποια μάνα αδιαφορεί για τα παιδιά της;

Του Πρωτοπρ. Χριστοφόρου Χρόνη, Κληρικού της Ι.Μ. Αιτωλίας – 
Δρ. Θεολογίας – Μ.Α. Φιλοσοφίας

Εντύπωση αρνητική προκάλεσε η δήλωση πρώην υπουργού υγείας-επιστήμονα ιατρού, ο οποίος από το βήμα του Ελληνικού Κοινοβουλίου, χαρακτήρισε χριστιανοταλιμπανισμό το να κοινωνούν οι χριστιανοί (χριστιανοταλιμπάν κατά τον πρώην) από το ίδιο κουταλάκι, επειδή θα μολυνθούν από τη μεταδοτική ασθένεια του κορονοϊού (https://www.newsit.gr/politikh/polakis-xristianotalimpanismos-na/2988748/).

Ακόμη αρνητικότερη εντύπωσε προκάλεσε η επίσημη ανακοίνωση της Ομοσπονδίας Ενώσεως Νοσοκομειακών Ιατρών Ελλάδος (έγγραφο με Α.Π. 10145/6-3-2020, https://www.reader.gr/news/koinonia/322244/polemos-gia-ti-theia-koinonia-kai-ton-koronaio-antidroyn-oi-nosokomeiakoi), με αφορμή τη γενναία δήλωση της καθηγήτριας Λοιμωξιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Ελένης Γιαμαρέλου, η οποία υποστήριξε ότι κανένα μικρόβιο δεν μεταδίδεται με τη Θεία Κοινωνία (https://www.ethnos.gr/ygeia/92415_gnosti-loimoxiologos-osoi-theloyn-na-laboyn-theia-koinonia-na-min-foboyntai-gia).  Οι νοσοκομειακοί ιατροί με τη δήλωσή τους, υποστηρίζουν, με δογματικό τρόπο, ότι τέτοιες απόψεις είναι σκοταδιστικές, αντιεπιστημονικές και με την επιστημονική τους αλήθεια, θα προστατέψουν τον κόσμο από αυτό το σκοταδισμό.

Ποιοί από τους παραπάνω είναι επιστήμονες και ποιοι ψευδοεπιστήμονες; Θα επιχειρηθεί μια προσέγγιση, όχι τόσο με θεολογικούς όρους, όσο με επιστημονικούς, αφού αναφερόμαστε σε επιστήμονες, οι οποίοι αρνούνται ή υποτιμούν ή απλώς ανέχονται τον θεολογικό λόγο. Θα επικαλεστούμε έναν από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους της Επιστήμης, τον Καρλ Πόπερ (1902-1994) γνωστό και σεβαστό στους επιστήμονες που σέβονται την επιστήμη και τον εαυτό τους.

Η επιστήμη αρχικά στηρίζεται στην επαγωγή δηλαδή από την παρατήρηση ενός γεγονότος καταλήγουμε σε κάποια γενική αρχή ή θεωρία. Η επαγωγή όμως δεν μας εξασφαλίζει ασφαλή γνώση. Παρατηρούμε ότι τα κοράκια είναι μαύρα και διατυπώνουμε το συμπέρασμα ότι όλα τα κοράκια είναι μαύρα, όμως δεν υπάρχει καμία λογική εγγύηση ότι το επόμενο κοράκι που θα παρατηρήσουμε δεν θα είναι άσπρο.

Το πιο γλαφυρό παράδειγμα, που καταδεικνύει την αδυναμία της επαγωγής, το οφείλουμε στον διάσημο φιλόσοφο Μπέρναρντ Ράσελ (1872-1970). Είναι το παράδειγμα της επαγωγίστριας γαλοπούλας. Η συγκεκριμένη γαλοπούλα παρατήρησε ότι την πρώτη ημέρα στο αγρόκτημα, την τάισαν στις 9 το πρωί. Όμως σαν καλή επαγωγίστρια, δεν έβγαλε βιαστικά συμπεράσματα. Παρατήρησε ότι για πολλές ημέρες την τάιζαν στις 9 το πρωί και κατάληξε στο συμπέρασμα «με ταΐζουν κάθε ημέρα στις 9 π.μ.». Δυστυχώς το συμπέρασμά της κατέληξε να είναι ψευδές διότι την παραμονή των Χριστουγέννων βρέθηκε στο φούρνο με πατάτες (A.F. Chalmers, Τι είναι αυτό που το λέμε Επιστήμη;,Παν/κές Εκδ. Κρήτης, Ηράκλειο 2007, σ.21).



Η ιστορία των επιστημών είναι διάσπαρτη από συνεχείς ανατροπές θεωριών, νόμων και αρχών (Θ. Πελεγρίνης, Φιλοσοφία και Αμφισβήτηση, Ελλ. Γράμματα, Αθήνα 1996, σ. 208). Ο Πόπερ αντέστρεψε τους όρους. Υποστήριξε ότι οι επιστήμονες, αντί της επαγωγής χρησιμοποιούν την παραγωγή, δηλαδή πρώτα διατυπώνουν μια γενική αρχή ή θεωρία και μετά ακολουθεί η παρατήρηση. Σε κανένα στάδιο της επιστημονικής έρευνας δεν αρχίζει ο επιστήμονας χωρίς την προϋπόθεση κάποιας θεωρίας η οποία καθοδηγεί τις παρατηρήσεις του, υποστηρίζει ο Πόπερ (K. Popper, ThePovertyofHistoricism, Routledge&KeganPaul 1961, σ. 134).

Ο Πόπερ συνεχίζει υποστηρίζοντας, ότι επιδίωξη του επιστήμονα δεν είναι να επιβεβαιώσει τη θεωρία του, παρατηρώντας τα πράγματα, αλλά να τη διαψεύσει και να την αντικαταστήσει από μία άλλη, ακριβέστερη. Αυτό έκανε π.χ. ο Αϊνστάιν, διαψεύδοντας την περί χρόνου θεωρία του Νεύτωνα, αντικαθιστώντας τη με την ορθότερη θεωρία της σχετικότητας, μέχρι και αυτή να διαψευστεί από μία άλλη πληρέστερη και ούτω καθεξής.

Το κριτήριο για να ξεχωρίσει η επιστήμη από την ψευδοεπιστήμη και ο επιστήμονας από τον ψευδοεπιστήμονα είναι αυτό: ο ψευδοεπιστήμονας είναι δογματικός ενώ ο επιστήμονας είναι κριτικός. Ο δογματικός ψευδοεπιστήμονας θεωρεί ότι υπάρχουν αλήθειες που ποτέ δεν μπορούν να αμφισβητηθούν ενώ ο κριτικός επιστήμονας είναι έτοιμος να εγκαταλείψει τη θεωρία που ασπάστηκε ως αληθινή, για χάρη μιας νέας ακριβέστερης. Ο ψευδοεπιστήμονας πιστεύει στην ύπαρξη της απόλυτης και παντοδύναμης γνώσης ενώ ο επιστήμονας θεωρεί, ότι η γνώση έχει σχετική δύναμη και η πορεία για την κατάκτησή της είναι συνεχής και αιώνια (Θ. Πελεγρίνης, Εισαγωγή στην Φιλοσοφία, Πεδίο, Αθήνα 2010, σ. 238).

Σύμφωνα με τα παραπάνω, οι επιστήμονες που υποστηρίζουν ότι με τη Θεία Κοινωνία μεταδίδονται ασθένειες, προφανώς κατέληξαν στο συμπέρασμα αυτό επαγωγικά, παρατηρώντας δηλαδή και διαπιστώνοντας, ότι πράγματι μολύνθηκαν και πέθαναν άνθρωποι, κοινωνώντας το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Το παράδοξο είναι ότι μέχρι σήμερα, ποτέ δεν έχει αναφερθεί τέτοιο γεγονός. Ουδείς πιστός μολύνθηκε από τη Θεία Κοινωνία, στο διάβα των αιώνων μέχρι σήμερα. Οι επιστήμονες αυτοί αυθαιρετούν, είναι δογματικοί, άρα ψευδοεπιστήμονες.

Ο κριτικός επιστήμονας θα υποστήριζε ότι πράγματι μέχρι σήμερα δεν έχει αναφερθεί τέτοιο γεγονός μολυσμού ή θανάτου από τη Θεία Κοινωνία. Αν στο μέλλον υπάρξει, τότε θα διαψευστεί η θεωρία «η Θεία Κοινωνία δεν μεταδίδει ιούς» και θα αντικατασταθεί από τη νέα θεωρία «η Θεία Κοινωνία είναι επικίνδυνη δια τη μετάδοση ασθενειών». Ποιος επομένως είναι σκοταδιστής και δογματικός; Την επιστήμη και τους κριτικούς επιστήμονες τους σεβόμαστε, τους συμβουλευόμαστε και ασπαζόμαστε τις απόψεις τους. 

Την ψευδοεπιστήμη και τον όχλο των ψευδοεπιστημόνων τους απορρίπτουμε ως επικίνδυνους για την πρόοδο της κοινωνίας και της επιστήμης αφού, όπως υποστηρίζει ο Βρετανός συγγραφέας Τέρρυ Πράτσετ: «Το IQτου όχλου ισούται με το IQ του πιο ανόητου που βρίσκεται μέσα σ’ αυτόν διαιρεμένο δια του πλήθους του» (Μαξ Έξελμαν, 61 Μαθήματα καθημερινής ζωής από τους Στωικούς, Πατάκη, Αθήνα 2017, σ. 17).

Η Εκκλησία είναι μάνα και μάνα λογική. Εάν μεταδιδόταν ασθένειες με τη Θεία Κοινωνία, η μάνα Εκκλησία δεν θα προφύλασσε τα παιδιά της; Θα τα άφηνε να ασθενήσουν;Επίσης ποιος εχέφρων ιερέας θα διακινδύνευε τη ζωή του και τη ζωή των μελών της οικογένειάς του;

Η Εκκλησία ποτέ δεν επιθυμεί την ασθένεια. Πολλοί άγιοι ήταν ιατροί. Η Εκκλησία πρωτοστάτησε στην ποιμαντική των ασθενών και στην ανάπτυξη και εξάπλωση των πρώτων νοσηλευτηρίων, με εκπληκτική μάλιστα επιστημονική μέθοδο, πρωτοποριακή για την εποχή. Ενδεικτικά αναφέρουμε το νοσοκομείο του Παντοκράτορος (1136 μ.Χ.), όπου ήταν ιατρικό κέντρο, με τη σημερινή χρήση του όρου. Είχε εξωτερικά ιατρεία, ψυχιατρική κλινική, τμήμα για ηλικιωμένους ασθενείς και άλλες πέντε κλινικές για διάφορες ασθένειες. Το προσωπικό έπλενε και σιδέρωνε τα ρούχα των ασθενών, τους έκαναν μπάνιο δύο φορές την εβδομάδα ενώ τα στρώματα άλλαζαν κάθε χρόνο. Οι ιατροί πληρώνονταν πολύ ικανοποιητικά και απαγορευόταν να ασκήσουν το λειτούργημά τους εκτός νοσοκομείου. Για 61 ασθενείς του νοσοκομείου υπήρχαν 35 ιατροί!!! Υπήρχε νοσοκομειακός ναός, με δύο ιερείς, όπου τελούσαν τη Θεία Λειτουργία τέσσερις φορές την εβδομάδα, ενώ εξυπηρετούσαν όλες τις πνευματικές ανάγκες των ασθενών(π. Δημήτριος Κωνσταντέλος, Βυζαντινή Φιλανθρωπία και Κοινωνική Πρόνοια, Φως, Αθήνα χ.χ., σ.σ. 230-233).

Ορθά η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, στη συνεδρίαση της 9ης Μαρτίου 2020, συνέστησε, μαζί με άλλες επισημάνσεις, στις υγειονομικώς ευπαθείς κοινωνικά ομάδες να μένουν στις οικίες τους. Τα μέλη της Συνόδου διατύπωσαν τη διαχρονική αλήθεια και το διαχρονικό γεγονός περί της μη μεταδόσεως ασθενειών από το ιερό δισκοπότηρο. Πράγματι στο ποτήριο της Ζωής, βρίσκεται ο τέλειος Χριστός και σαν τέλειος που είναι, μεταδίδεται τέλεια στον κάθε πιστό, όπως ακριβώς μεταδίδονται τέλεια από τον τέλειο Χριστό, τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, μέσω του ιερού Βαπτίσματος: ««Χριστός δέ τέλειος Θεός ὤν, τελείαν τοῖς βαπτισθεῖσι τήν χάριν τοῦ Πνεύματος δεδώρηται» (Μάρκος ο ερημίτης, Φιλοκαλία των Νηπτικών και Ασκητικών, τ. 13ος , ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 183).

Καμία ατέλεια δεν υπάρχει στην τελειότητα και καμία ασθένεια στη Θεότητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: