Πάτερ ἀγαθέ, ἐμακρύνθην ἀπό σοῦ μή ἐγκαταλίπῃς με,
μηδέ ἀχρεῖον δείξῃς τῆς βασιλείας σου·
Καλέ μου Πατέρα, έφυγα από κοντά Σου,
σε παρακαλώ μη με εγκαταλείπεις
ούτε να αποδείξεις ότι είμαι ανάξιος της βασιλείας Σου
ὁ ἐχθρός ὁ παμπόνηρος ἐγύμνωσέ με,
καί ᾖρέ μου τόν πλοῦτον·
τῆς ψυχῆς τά χαρίσματα ἀσώτως διεσκόρπισα,
Ο Παμπόνηρος εχθρός μου με άφησε γυμνό
Και μου πήρε ό,τι πολύτιμο είχα
Κι εγώ ζώντας όπως ο άσωτος
σκόρπισα τα χαρίσματα της ψυχής μου.
ἀναστάς οὖν, ἐπιστρέψας πρός σέ ἐκβοῶ·
Ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου,
Μα θα σηκωθώ και θα επιστρέψω και τότε θα σου φωνάξω:
Κανε με σαν ένα από τους υπηρέτες σου
ὁ δι’ ἐμέ ἐν Σταυρῷ τάς ἀχράντους σου χεῖρας ἁπλώσας,
ἵνα τοῦ δεινοῦ θηρός ἀφαρπάσῃς με,
καί τήν πρώτην καταστολήν ἐπενδύσῃς με, ὡς μόνος πολυέλεος.
Εσύ που άπλωσες για μένα τα άχραντά Σου χέρια πάνω στον Σταυρό
Για να με αρπάξεις από τα δόντια του άγριου θηρίου
Και να με ντύσεις την πρωταρχική μου ενδυμασία
Γιατί είναι ο μόνος πολυέλεος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου