(Μικρός με διορατικό χάρισμα)
Τον Σεπτέμβριο του 20... στο ογκολογικό τμήμα του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Ρίου επικρατεί μεγάλη αναστάτωση. Ο μικρός Δημητράκης ζητούσε επειγόντως τον ιερέα του Νοσοκομείου. Ήθελε οπωσδήποτε να κοινωνήσει.
Ήταν 13 ετών… Ένας μικρός πονοκέφαλος τον οδήγησε εκεί. Οι γιατροί διέγνωσαν καρκίνο του εγκεφάλου. Η καταγωγή του ήταν από το Φίερι της Αλβανίας… Αυτός λίγο μετά την είσοδό του στο Νοσοκομείο, θέλησε να βαπτισθεί. Άκουγε για το Χριστό και ήθελε να γίνει «παιδί» Του…
Όλοι τον αγαπούσαν πολύ στην κλινική. Ο καρκίνος είχε προχωρήσει αρκετά και ήδη του είχε στερήσει την όραση… Άκουγε όμως με μεγάλη και θαυμαστή υπομονή. Δεν παραπονιόταν. Έλεγε ότι ο Θεός τον αγαπά πολύ. Προσευχόταν και παρακαλούσε τους γονείς του να κάνουν το ίδιο.
Όσοι τον επισκέπτονταν καταλάβαιναν ότι υπάρχει κάτι διαφορετικό σ’ αυτό το παιδί… Ήταν πάντα ευγενικό και χαρούμενο. Ήθελε να κοινωνά συχνά των Τιμίων Δώρων. Όταν κάποιες φορές η μητέρα του ήταν σε κάποιο άλλο χώρο της κλινικής, φώναζε:
«Μητέρα, έλα γρήγορα. Φτάνει ο παππούλης με το Χριστό. Ανεβαίνει τα σκαλιά. Έλα να με ετοιμάσεις».
Και έτσι γινόταν. Ο ιερέας ερχόταν και έβρισκε το Δημητράκη καθισμένο στο κρεβάτι του, με ανοικτό το στόμα κάνοντας με ευλάβεια το σταυρό του. Ενώ δεν γνώριζε την ακριβή ώρα της προσελεύσεως του ιερέα με τα Τίμια Δώρα, με διορατικό χάρισμα τον έβλεπε να έρχεται, μολονότι παρεμβάλλονταν δυο κλειστές πόρτες…
«κ. Μ… θέλω κάτι να σας πω» της είπε μια μέρα. «Όταν έρχεται ο παππούλης με το Χριστό, τον βλέπω στις σκάλες που ανεβαίνει και δίπλα του υπάρχουν δύο ψηλοί, όμορφοι άνθρωποι με ολόασπρη στολή που γέρνουν προς το άγιο Ποτήριο και με ανοικτά τα χέρια τους το προστατεύουν».
Κάποτε τον ρώτησε ο γιατρός: «Τι κάνεις, Δημητράκη, πώς πάμε;». Του απάντησε: «Κύριε γιατρέ, μπορώ να σας πω από κοντά. Εγώ είμαι καλά. Εσείς μην στενοχωριέστε που έφυγε η γυναίκα σας. Ο θεός θα είναι μαζί σας γιατί είστε καλός άνθρωπος». Ο γιατρός έμεινε ακίνητος. Κανείς δεν ήξερε το γεγονός που είχε συμβεί την προηγούμενη ημέρα στο σπίτι του…
… Την τελευταία φορά που κοινώνησε δεν μπορούσε πλέον να σταθεί καθιστός στο κρεβάτι αλλά υποδέχθηκε με χαρά και λαχτάρα το Χριστό ξαπλωμένος.
«Ευχαριστώ πολύ» ψέλλισε και μετά εκοιμήθη… (Από το βιβλίο ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ, 2008, σελ. 378-380, Ιερόν Ησυχαστήριον Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, Μεταμόρφωσις Χαλκιδικής)
4 σχόλια:
Μέσα από τους πόνους έρχεται η Ελπίδα
ναι, είναι πραγματική ιστορία. την έχω ακούσει και από τον ίδιο τον π. Χ
Παιδιά στο νοσοκομείο υπάρχει η Παναγία η Βοήθεια... Έχω ακούσει τρελά πράγματα... θαυμαστά
Βέβαια, ο Γιώργος Αθανασόπουλος τότε για πολλά χρόνια ήταν αρχηγός του γυμνασίου (κυρίως στην Άγκυρα πριν αυτή καεί).
Δημοσίευση σχολίου