27/3/23

Γ. Δ. Μαρκάκης: Με ενέχυρο το είναι

 


Όταν εκείνο το βράδυ της 24ης Ιουνίου ο μπόγιας απέτυχε να πνίξει τον κρατούμενο Ρήγα Βελεστινλή κι έτσι ένας από τους φρουρούς αναγκάστηκε να τραβήξει την πιστόλα του και να τον πυροβολήσει κατάστηθα γράφοντας τον επίλογο της επίγειας ζωής του ο θρύλος λέει, πως ο πεσμένος στο έδαφος Ρήγας Φεραίος ψέλλισε τα τελευταία του λόγια: “Αρκετόν σπόρον έσπειρα”. 

Το ημερολόγιο έδειχνε 1798 και θα χρειάζονταν 23 χρόνια ακόμα για να φανεί ότι η θυσία εκείνη στον Πύργο Νεϊμπόντα του Βελιγραδίου δεν είχε πάει χαμένη. 

Μα αν εμείς, σεβασμιώτατε, κυρίες και κύριοι, γνωρίζουμε το ευτυχές τέλος του εθνοαπελευθερωτικού αγώνα, αν απολαμβάνουμε τους ευκλεείς καρπούς εκείνης της θυσίας, αν γιορτάζουμε σήμερα το δέντρο της λευτεριάς που ποτίστηκε από το αίμα του πρωτοπόρου Ρήγα που τα χάρισε όλα σε μιαν ιδέα, την ιδέα της λευτεριάς της πατρίδας, εκείνος δεν είχε αυτό το προνόμιο, δεν είχε τη δυνατότητα να σιγουρευτεί πως η θυσία του δεν θα πάει χαμένη.

Κι όμως αγόγγυστα, με λεβεντιά και θάρρος, προχώρησε στη δικιά του προσωπική κατάθεση για την εθνική υπόθεση. Δίνοντας τα πάντα: ζωή, περιουσία, κόπο, χρόνο, κάθε δυνατότητα για μία προσωπική, ανθρώπινη ευτυχία. Γιατί ο Ρήγας αν και πονούσε το ίδιο με μας, υπέφερε, αγαπούσε, είχε μία τεράστια δίψα για ζωή οι στόχοι αυτοί παραμερίστηκαν για να υπηρετήσει τη μεγάλη του ιδέα: την πίστη στη λευτεριά όλων των λαών της Βαλκανικής και κυρίως των Ελλήνων.

Όμως δεν ήταν μόνος του, δεν ήταν ο μοναδικός που είχε το θλιβερό “προνόμιο” να φεύγει από τη ζωή, χωρίς να είναι σίγουρος ότι θυσία του δεν θα πάει χαμένη. Ο ιερομάρτυρας επίσκοπος Διονύσιος Φιλόσοφος που γδάρθηκε ζωντανός, ο παπα Θύμιος Βλαχάβας σαν γινόταν θύμα της τουρκικής αγριότητας, ο Γεωργάκης Ολύμπιος σαν βύθιζε το δαυλό του στο μπαρούτι της μονής του Σέχου, μέχρι τέλος ο Παπαφλέσσας και τα παλικάρια του που στάθηκαν εκεί, στο Μανιάκι περιμένοντας τα στίφη του Ιμπραήμ με τη βεβαιότητα ότι αυτοί, εκεί, θα πεθάνουν, όλη η ατελείωτη σειρά των πρωτοπόρων και ηρώων που καταθέτουν, χωρίς καμία σιγουριά, το είναι τους στην τράπεζα του μέλλοντος για να εισπράξουμε εμείς κεφάλαιο και τόκους είχαν κοντά σε όλα τα άλλα μαρτυρία να αντιμετωπίσουν και το σαράκι του ερωτήματος “Θα βγει κάτι από τη θυσία μου;”

Ας σταθούμε λοιπόν σήμερα, μπροστά στο άγαλμα της εμβληματικής μορφής του Παλαιών Πατρών Γερμανού κι ας αναλογιστούμε για μια στιγμή, πως όλοι αυτοί δεν υπήρξαν πλάσματα εξωτικά, δεν ήταν από μάρμαρο ή μέταλλο όπως τα αγάλματα και οι αδριάντες τους. Ήταν άνθρωποι που σήκωσαν λεβέντικα το ανάστημά τους κόντρα στο ρου της ιστορίας που επί τετρακόσια χρόνια βοούσε με τον πιο εμφατικό τρόπο πως οι Έλληνες θα μείνουν για πάντα σκλάβοι, απέναντι στις συμβουλές της λογικής, απέναντι στην εμπειρία των αμέτρητων αποτυχιών βάζοντας σύνορό τους το όνειρο. Κωδικοποιώντας την απόφασή τους σε τρεις λέξεις: Ελευθερία ή θάνατος! 

Ή θάνατος! Είναι ακριβή η τιμή της αποτυχίας σ ένα μεγάλο στοίχημα!

Κυρίες και κύριοι τέτοιους χρειαζόμαστε σε κάθε εποχή, οραματιστές, έτοιμους να βάλουν πρώτα απ’ όλα ενέχυρο τον εαυτό τους για ένα αύριο καλύτερο. 

Την καλοπέραση και το βόλεμά τους πρώτα. Την φήμη και την προσωπική τους υπόληψη ύστερα. Τα κάθε είδους προνόμια, τον, καλώς ή κακώς εννοούμενο, εγωισμό τους. Τις γνώσεις τους, το χρόνο της ζωής τους. Τα παιδιά και τους/τις συζύγους. Χρειαζόμαστε ως έθνος, ως κοινωνία ως ανθρώπινος -πανανθρώπινος- πολιτισμός επενδυτές. 

Όχι επενδυτές χρηματικών κεφαλαίων αλλά επενδυτές θυσίας. Με όραμα και ελπίδα για μια κοινωνία που ενώ ζει στην άνεση και την ευζωία -κατά ένα ποσοστό τουλάχιστον- μοιάζει να έχει χάσει το δρόμο σε έναν ατέλειωτο δικαιωματισμό, σε μια παραζάλη αναζήτησης αξιών όπου συχνά τα πρώτα γίνονται έσχατα και τα έσχατα πρώτα. 

Αν η σημερινή εκδήλωση, αν η φετεινή επέτειος καταφέρει να παρακινήσει κάποιους, έστω λίγους, έστω ελάχιστους προς αυτή την κατεύθυνση τότε οι θυσίες εκείνων δεν πήγαν χαμένες. Εκείνη η ύστατη αγωνία μπροστά στο αβέβαιο της επιτυχίας, που αν και δεν εκστομήθηκε ποτές είναι σίγουρο ότι υπήρχε θα έχει επιτέλους δικαιωθεί. 


Γ. Δ. Μαρκάκης 

Το παρόν αποτελεί σύντομη ομιλία που εκφωνήθηκε στην πλατεία Υψηλών Αλωνίων της Πάτρας την 24η Μαρτίου 2023 στα πλαίσια του επίσημου εορτασμού για την εθνική επέτειο.


Δεν υπάρχουν σχόλια: