6/3/10

Μην κλαις

Ο Άγιος Ανδρόνικος και Αθανασία ήταν ευλογημένο αντρόγυνο. Ήταν χρυσοχόος ο Ανδρόνικος και είχε πολύ πλούτο. Γι' αυτό με το ένα μέρος του κέρδους έτρεφε την οικογένειά του, άλλο ένα μέρος του κέρδους το έδινε στους φτωχούς και το τελευταίο μέρος του κέρδους το έδινε άτοκα στους ανθρώπους που δεν είχανε χρήματα. 

Το αντρόγυνο αυτό είχε δύο χαριτωμένα κοριτσάκια. Και μια μέρα από μία αρρώστια πέθαναν και τα δύο. Πήγαν και τα έθαψαν και οι δύο. Η Αθανασία η καημένη πάνω στον τάφο έκλαιγε, έκλαιγε, έκλαιγε. Ο Ανδρόνικος έκλαιγε και αυτός αλλά αφού είδε και απόειδε, τράβηξε για το σπίτι. Έμεινε η καημένη η Αθανασία και έκλαιγε πάνω στον τάφο: «Τα παιδιά μου» και «τα παιδιά μου», και κόντευε να βασιλέψει ο ήλιος και να κλείσει το νεκροταφείο. Για μια στιγμή επάνω στη θλίψη της και στη στεναχώρια της, βλέπει και έρχεται ένα μοναχός και της λέει:
 

«Κυρά μου γιατί κλαις;»
«Πως να μην κλαίω πάτερ;» (Αυτή νόμιζε πως ήταν ο παπάς του νεκροταφείου). «Έθαψα τα παιδιά μου, τους δυο αγγέλους μου, τους έβαλα μέσα στον τάφο και έμεινα εγώ και ο άντρας μου εντελώς μόνοι. Δεν έχουμε δροσιά καθόλου».
 

Της λέει: «Τα παιδιά σου είναι στον παράδεισο με τους αγγέλους. Είναι στην ευτυχία και στη χαρά του Θεού και συ κλαις παιδί μου; Κρίμα είσαι και χριστιανή».
 

«Ώστε ζουν τα παιδιά μου; Είναι άγγελοι;»
«Βεβαίως είναι άγγελοι τα παιδιά σου».
 

Ήτανε ο Άγιος της εκκλησίας εκεί. Τελικά έγιναν μοναχοί ο Ανδρόνικος και η Αθανασία και αγίασαν...

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου