Κάποιος ξένος που είχε αντιληφθεί την πολλή καλοσύνη του Αγίου Ιωάννου, σκέφτηκε να δοκιμάσει εκείνον που ήταν ανώτερος από κάθε δοκιμασία. Ντύθηκε λοιπόν με κουρέλια και πλησίασε τον Άγιο την ώρα που πήγαινε στο νοσοκομείο. Γιατί συνήθιζε να επισκέπτεται τους αρρώστους δύο και τρείς φορές την εβδομάδα.
- Ελέησέ με, δέσποτα, τον αιχμάλωτο! του είπε θρηνητικά.
Ο Άγιος πρόσταξε τον ταμία του να του δώσει έξι νομίσματα. Μόλις τα πήρε ο ξένος, έτρεξε, άλλαξε ρούχα και παρουσιάστηκε σε άλλο σημείο του δρόμου, ξαναζητώντας ελεημοσύνη. Ο ταμίας όμως, που τον αναγνώρισε, έσκυψε στο αυτί του μεγάλου Ιωάννου και του έκανε γνωστό, πως ο ζητιάνος εκείνος ήταν ο ίδιος, που λίγο πριν είχε πάρει τα έξι νομίσματα. (Μα ο άγιος δεν επηρεάστηκε απ’ αυτό, και είπε να τον ελεήσει για δεύτερη φορά).
Όταν ο ξένος παρουσιάστηκε υποκριτικά και τρίτη φορά για να πάρει ελεημοσύνη, ο ταμίας σκούντηξε τον πατριάρχη, για να του δείξει πως είναι ο ίδιος. Τότε εκείνος είπε κι έκανε κάτι, που έμεινε ιστορικό.
- Δώσ’ του δώδεκα νομίσματα, πρόσταξε, μην τυχόν είναι ο Κύριος μου και με δοκιμάζει...
Εξαίσιο αδελφοί.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλό υπόλοιπο στάδιο.