Ήταν εκεί άθικτο. Σχεδόν λαχταριστό. Μέσα στον ποικιλόμορφο εκείνο συρφετό έμοιαζε ξένο σώμα, που μια παράξενη ιδέα ενός ζωγράφου το ταίριαξε σ' έναν πίνακα αφηρημένης τέχνης. Ήταν ακόμα μέσα στη χάρτινη ατσαλάκωτη σακκούλα του φούρνου, όταν το εντόπισα εκείνο το πρωινό καθώς κατηφόριζα βιαστικός την οδό Χ...
Το κοίταξα με περιέργεια στην αρχή, με λύπη και παράπονο στη συνέχεια. Δυο ολόκληρες φραντζόλες ψωμί μέσα στα σκουπίδια!
Αν οι φωτογράφοι της εποχής μας ψάχνουν τη χαρακτηριστική «στιγμή της», αν κυνηγούν τη φωτογραφία της χρονιάς, νομίζω πως τους τη βρήκα. Μόνο που δε θα πρέπει να περιμένουν βραβείο. Της λείπει η σπανιότητα. Δε χρειάζεται καν να την «στήσουν», όπως ονομάζεται στη γλώσσα τους η «επί σκοπώ αποκλειστικά» προετοιμασία λήψεως μιας φωτογραφίας. Μπορούν καθημερινά να τη συναντήσουν μπροστά τους. Στα σκουπίδια τής γειτονιάς τους.
Εδώ κάπου θα μπορούσε με μαθηματική ακρίβεια να προβλέψει κανείς πως θα προστρέξω στη βοήθεια των χιλιάδων, των εκατομμυρίων ανθρώπων που το ψωμί τους το πετάξαμε, το πετάμε στα σκουπίδια. Τα αποστεωμένα κορμιά και τα γεμάτα απορία μάτια των παιδιών, που εν είδει στιγμιαίου εφιάλτη εμφανίζονται στις οθόνες μας μέχρι να προλάβουμε ν' αλλάξουμε κανάλι, θα μπορούσαν να είναι ο πιο πειστικός μάρτυρας του εγκλήματός μας. Όμως ίσως τα συνηθίσαμε. Ίσως και να αποδεχθήκαμε, πως έτσι είναι τα πράγματα. Ίσως και ν' αναισθητοποιηθήκαμε και σ' αυτό το σημείο. Γεγονός είναι πάντως πως η Σομαλία, η Αιθιοπία και οι άλλες λιμοκτονούσες χώρες «δεν πουλάνε πια» (όπως χαρακτηριστικά λένε οι υπεύθυνοι ειδήσεων των τηλεοπτικών καναλιών).
Γι' αυτό μάρτυρά μου σε τούτο το αίσχος του πεταμένου ψωμιού κάλεσα άλλον. Κάλεσα τούτο το λαό, που το τραγούδησε και τό 'κλαψε, που το ασπάστηκε. Τούτο το λαό που δεν «εχόρτασε ψωμί», που είπε το ψωμί ψωμάκι.
Η μωρία του πεταμένου ψωμιού σ' ένα λαό, που είδε τα παιδιά του να πεθαίνουν απ' την πείνα πριν πενήντα μόλις χρόνια, δείχνει πως έχει γνώση του ιστορικού του γίγνεσθαι όμοια με τη Μαρία Αντουανέτα, στην οποία αποδίδεται συνήθως το γνωστό περί ψωμιού ανέκδοτο. (Αν δεν έχει ο λαός ψωμί δώστε του παντεσπάνι).
Θα καλέσω τέλος μάρτυρα μιαν όλόκληρη ανθρωπότητα, που είχε και έχει το χάρισμα να γευθεί τον ίδιο τον Δημιουργό της μέσα στο δώρο του μετουσιωμένου Άρτου. Μιαν ανθρωπότητα, που μέσα από το ταπεινό αισθητό μέσο του Άρτου και του Οίνου γίνεται Θεοδόχος.
Μια τέτοια ανθρωπότητα, που το Σύμβολο όλων των Δωρεών, το στέλνει αντί της Προσκομιδής, αντίδοση στα Δώρα του Δωρεοδότου, στην αποκομιδή των άχρηστων και βλαβερών, είναι ένοχη εσχάτης καταπτώσεως. Μιας καταπτώσεως ανεξάρτητης από την ύπαρξη έστω κι ενός επί γης λιμοκτονούντος.
Καθώς συνήλθα από τις σκέψεις μου, είδα δίπλα μου τον πατέρα μου να κοιτάζει εκείνο το ψωμί. Τα μάτια του γυάλιζαν από τα δάκρυα. Όχι μονάχα γιατί -μικρό παιδί στην Έλληνο - Ίταλική κατοχή — περπάτησε χιλιόμετρα ολόκληρα για να τό βρει, ούτε γιατί είδε με τα μάτια του άλλα παιδιά να σβήνουν απ' την έλλειψή του. Αλλά και γιατί έβλεπε τον κόπο μιας ολόκληρης ζωής - της ζωής του - για «ένα κομμάτι γλυκό ψωμί», όπως χαρακτηριστικά λέει, πεταμένο στα σκουπίδια! Κι ας μην είναι Θεολόγος ούτε σπουδαγμένος στα Πανεπιστήμια (εκείνα που φώναζαν για ΨΩΜΙ - ΠΑΙΔΕΙΑ - ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ) μού 'πε μια μόνη φράση:
«Να μη μας το δώσει ο Θεός, παιδάκι μου,αλλά τούτο το ψωμί θα μας κρίνει».
Αλεξανδρεύς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου